Κεφάλαιο 3

0 0 0
                                    

Ξυπνάω από έναν εφιάλτη, ξανά. Η ώρα είναι 5.32 π.μ. Παραμένω ξαπλωμένος στο κρεβάτι, κοιτάζοντας τους τέσσερις τοίχους. Δεν έχω κάτι άλλο να κάνω παρά να σκέφτομαι εκείνο το βράδυ. Δεν ξέρω γιατί συνεχίζω να κατηγορώ τον εαυτό μου, ακόμη και αφού είμαι αθώος. Ίσως είναι ένα είδος πνευματικής λύτρωσης. Ποιος ξέρει?

Πιάνω το κινητό στα χέρια μου. Είμαι έτοιμος να ψάξω την Σάρα στα σόσιαλ μίντια, όταν λαμβάνω το αίτημα ακολουθίας από εκείνη. Τι να κάνει τέτοια ώρα ξύπνια? Αναρωτιέμαι. Αποδέχομαι γρήγορα και ζητάω να την ακολουθήσω πίσω. Δεν περνάει πολλή ώρα και με έχει ήδη αποδεχτεί.

Αποφασίζω να της στείλω.

-Καλημέρα όμορφη! Πολύ κλισέ. Το διαγράφω.

-Καλημέραα! Αποφασίζω να μην το διαγράψω και αυτό.

-Καλημέρα γείτονα! Κάτσε με είπε γείτονα? Τελικά δεν ήταν τόσο κακό που την προσφώνησα με αυτό το ουσιαστικό τις προάλλες.

-Πώς και τόσο νωρίς ξύπνια? Της στέλνω πίσω.

-Έχω πρωινή βάρδια στο νοσοκομείο.

-Να και κάτι που δεν ήξερα για εσένα. Τι ειδικότητα έχεις πάρει? Της ξαναστέλνω.

-Είμαι παιδίατρος βασικά. Συγγνώμη που σε άφησα να περιμένεις αλλά καθώς μιλάμε ετοιμάζομαι κιόλας.

-Να μην σε καθυστερώ τότε! Καλή δουλειά γειτόνισσα! Αναρωτιέμαι πότε θα σταματήσουμε να αναφερόμαστε ο ένας στον άλλο με αυτήν την λέξη.

Περνάνε δύο λεπτά και μου έχει απαντήσει με ένα χαμογελαστό ιμότζι. Καλά πάει λέω από μέσα μου.

Αφού δεν με παίρνει ο ύπνος, σηκώνομαι, φοράω τα αθλητικά μου και είμαι έτοιμος να πάω για τρέξιμο. Φτάνω στην κουζίνα. Ανοίγω το ψυγείο. Αρπάζω ένα μπουκάλι νερό και γίνομαι καπνός.

Όταν γυρίζω σπίτι, κάνω ένα γρήγορο ντουζ, φοράω κάτι ανάλαφρο και στέλνω μήνυμα στον Άλεξ να περάσει να με πάρει. Μου απαντάει αμέσως και μου λέει πως θα έρθει και η κοπέλα του η Μάντι μαζι.

Ο Άλεξ και η Μάντι γνωρίστηκαν πριν περίπου ένα χρόνο. Δεν ξέρω και πολλές λεπτομέρειες για το πως γνωρίστηκαν και το ποιος έκανε την πρώτη κίνηση, αλλά ξέρω πως ταιριάζουν αφάνταστα. Αυτή συνδυάζει τον μεσογειακό σωματότυπο μιας γυναίκας με της σουηδικής καταγωγής της χαρακτηριστικά. Αρκετά ψηλή, ανοιχτόχρωμη με ξανθά μαλλιά και πράσινα μάτια. Από την άλλη, ο Άλεξ είναι ο τυπικός εγγλέζος. Ψηλός, γυμνασμένος και πάντα καλοντυμένος. Έχει έντονα ξανθά χαρακτηριστικά, συνδυασμένα με τα μελί του μάτια. Πάντα χαίρομαι να τους βλέπω μαζί. Είμαι σίγουρος πως στο άμεσο μέλλον θα τους παντρέψω αυτούς τους δύο.

Στο δρόμο προς το μέρος που θα πάμε για καφέ μιλάμε για την επικαιρότητα και κυρίως λέμε τα νέα μας. "Τώρα τελευταία έχω πολλούς εφιάλτες" λέω εγώ. "Έχω μία φίλη μου ψυχολόγο να σου συστήσω. Πήγαμε μαζί σχολείο και έχουμε κρατήσει επαφές." μου απαντάει με συμπόνια η Μάντι. "Καλή ιδέα! Ίσως χρειαστώ την κάρτα της αν και δεν πιστεύω ότι είμαι σε στάδιο που χρειάζομαι γιατρό για να με βοηθήσει" λέω εγώ περήφανα.

Όταν φτάνουμε στην καφετέρια, βρίσκουμε γρήγορα τραπέζι, παραγγέλνουμε τα ροφήματα της επιλογής μας και συνεχίζουμε την συζήτησή μας. "Ξέχασα να σας πω! Γνώρισα κάποια". "Για πες, για πες" λένε και οι δύο ταυτοχρόνως, σημάδι ότι είναι γραφτό να είναι μαζί. "Μετακόμισε απέναντι, στην πολυκατοικία..."

Η επόμενη μία ώρα περνάει με εμένα προσπαθώντας να τους εξηγήσω τι έχει συμβεί τις τελευταίες τρείς μέρες. "και την κάλεσα για δείπνο αύριο το βράδυ, φιλικό πάντα" λέω χαμογελώντας κρυφά. "Πάντα πάντα" μου απαντάει με ειρωνικό και χαμογελαστό ύφος ο Άλεξ.

Λίγη ώρα αργότερα, βρίσκομαι στην εξώπορτα της πολυκατοικίας μου. Ο Άλεξ με την Μάντι μόλις με άφησαν και έφυγαν προς το δικό τους διαμέρισμα. Καθώς ανεβαίνω τα σκαλοπάτια της πολυκατοικίας, παρατηρώ πως υπάρχει πολλή ησυχία.

Όταν τοποθετώ το κλειδί στην κλειδαρότρυπα ακούω την τηλεόραση από μέσα να παίζει στη δια πασόν. Ανησυχώ, προφανώς. Μπαίνω γρήγορα μέσα και δεν βρίσκω κανέναν. Ίσως την ξέχασα ανοιχτή λέω για να παρηγορήσω την ανησυχία μου.

Καθώς προχωράω προς το δωμάτιό μου, ακούω μια κοπέλα από μέσα να κλαίει. Πιάνω γρήγορα το ρόπαλο του μπέιζμπολ που έχω δίπλα από την ντουλάπα στο διάδρομο και ορμάω με φόρα προς το δωμάτιο. Αυτή είναι. Η Σίσσυ. Τα σεντόνια του κρεβατιού μου είναι γεμάτα αίμα. Πάνω σε αυτά βρίσκεται μισοπεθαμένη η πρώην κοπέλα μου, η Σίσσυ.

Ξυπνάω βαριανασαίνοντας. Όλα ήταν ένα όνειρο. Απλώνω το χέρι μου να πιάσω το κινητό μου και άθελά μου, πέφτει η κάρτα της ψυχολόγου φίλης της Μάντι. Μάλλον είναι ένα σημάδι ότι τελικά την χρειάζομαι, λέω στον εαυτό μου για να με ηρεμήσω.

Μισώ να σε αγαπώWhere stories live. Discover now