Η Κοπέλα με τα μαλλιά της Φωτιας/part 3

49 10 26
                                    

Φίλντμοντ

Το ηλιοβασίλεμα στην Έμερφελ ήταν μία στιγμή μαγική, μα οι κάτοικοί της ήταν και με το παραπάνω συνηθισμένοι σε αυτό το θέαμα. Όταν ο ήλιος είχε φτάσει λίγα μέτρα πάνω από την επιφάνεια του εδάφους, τότε ένα γλυκό, χρυσαφένιο χρώμα σκέπαζε τον ορίζοντα, μέχρι να μπλεχτεί με το ελαφρύ άλικο που σηματοδοτούσε και τα τελευταία λεπτά πριν την κάθοδο της πύρινης σφαίρας. Οι Τοξότες και οι Ξιφομάχοι θα παρέμεναν στη Σχολή ως την ώρα της δύσης, κάνοντας επίδειξη των δυνατοτήτων τους στη μάχη και υπογραμμίζοντας με αυτόν τον έμμεσο τρόπο, πως ήταν ισχυροί και πως η Χρυσή Αυλή ήταν ο ένας και μοναδικός άρχοντας της Έμερφελ, η πηγή από όπου όλα ξεκινούσαν.

Μία τέτοια αφήγηση ωστόσο, ενισχυόταν και από τα φυσικά στοιχεία. Η Χρυσή Αυλή έμοιαζε με έναν τόπο περιφραγμένο με ένα τείχος, και την τεράστια λευκή γοτθική εκκλησία, σύμβολο εξουσίας και δύναμης να υψώνεται στο κέντρο της περιτειχισμένης πόλης. Γύρω από την εκκλησία, κυκλικά, υπήρχε ένα ποτάμι, το οποίο χωριζόταν σε τρεις παραπόταμους. Ο ένας κατευθυνόταν ευθεία, πίσω από την εκκλησία και οι άλλοι δύο αριστερά και κάτω. Τα νερά ήταν κρυστάλλινα και φυσικά πόσιμα. O Όλντιρον ήταν το ποτάμι του Βορρά που βρισκόταν πίσω από την εκκλησία, ο Φέιφοξ διέσχιζε την πόλη Φρέιμουρ που πλαισίωνε τα τείχη από τον Νότο και ο Βάλντεν χυνόταν δυτικά. Και οι τρεις τους όμως πήγαζαν από το κέντρο της Χρυσής Αυλής.

Έπειτα από την επίδειξη των Κυνηγών, ο Τζάρεθ κοίταξε προς τη μεριά του ορίζοντα από όπου έδυε ο ήλιος. Κατόπιν κοίταξε τον Ζάρεκ προτρέποντάς τον να συγκεντρώσει τους μαθητευόμενους Κυνηγούς, καθώς ήταν η ώρα να αποχωρήσουν. Τα παιδιά των Κουίλ, όπως η Ζένυα και η Γουέβερλη έμεναν εντός των τειχών, ενώ οι υπόλοιποι Κυνηγοί, κυρίως στην πόλη της Φρέιμουρ. Η Ζένυα έχοντας συγκεντρωθεί με τους υπόλοιπους, έριξε μία τελευταία ματιά στο σκιερό αγόρι που στεκόταν και την παρακολουθούσε από απόσταση. Τα μάτια της αδυνατούσαν να απομακρυνθούν από την εικόνα του, μέχρι που η φωνή της καλύτερης φίλης της, την βοήθησε να αποστρέψει το βλέμμα της.

«Ούνιλ γκαρ» ψιθύρισε στη γλώσσα της Φρέιμουρ.

«Τι είπες; Πώς σου ήρθε αυτό;» τη ρώτησε η Γουέβερλη.

«Δεν ξέρω. Απλώς θεωρώ πως όπου υπάρχει το φως, κάπου από πίσω του αναδύεται το σκοτάδι»

«Χιλ γκάβεν! Μη μιλάς έτσι!» ανταπάντησε η κοπέλα.

Η λέξη Ούνιλ γκαρ, σήμαινε ΄΄αυτοί που σέρνονται΄΄. Με τον τρόπο αυτόν περιέγραφαν πλάσματα με ασύγκριτες μαγικές δυνάμεις, ωστόσο, είχαν γραφτεί στα βιβλία, πως όταν ο Λευκός Γοτθικός Ναός καταρρεύσει, τότε θα σημαίνει πως θα αναστηθεί εκείνος που μπορεί και εξουσιάζει τον Θάνατο, άρα και τη ζωή, άρα και κάθε ύπαρξη στη Γη. Η Ζένυα είχε μισήσει τον Μόρτε. Για την ακρίβεια θεωρούσε την παρουσία του ανατριχιαστική, λίγο περισσότερο από έναν κοινό Νεκρομάντη. Ο λόγος που αποχωρούσαν από τη Σχολή λίγο πριν τη δύση του ήλιου, ήταν καθαρά προληπτικός. Στον Τζάρεθ δεν άρεσε να βρίσκεται νύχτα σε ένα τέτοιο περιβάλλον. Κάθε κακό εξάλλου κατά την άποψή του, σκεπαζόταν από τη νύχτα και τη μαγεία της. Ο κόσμος του Ντέντγουολ ανήκε στο σκοτάδι, το ίδιο και τα πλάσματά του.

ΜΟΡΤΕ #SSBC24Where stories live. Discover now