Γουίλοου Γκροβ/ part 1

67 10 51
                                    

΄΄Τι σημαίνει σε ένα περιβάλλον να μην ακούς τραγούδια; Να μην εμπνέεσαι από πουθενά, να μην έχεις δει τα αστέρια; Ο άνεμος να μη φυσά, μοναχά να ουρλιάζει και παντού να πλανιέται μία πεθυμιά άχρωμη, μια μονοτονία αέναη΄΄

Μονάχα οι πιο ισχυροί ανάμεσά τους, ήταν ικανοί να προσπεράσουν τις αόρατες ασπίδες που κάλυπταν το Γουίλοου Γκροβ. Αυτή τη φορά, ο Γιουλ Μόργκου, πλάσμα σχεδόν άμορφο, ήταν βέβαιος πως είχε κατορθώσει να τραβήξει στα λημέρια του, τους επίγειους. Για τους ουράνιους δεν ήταν σίγουρος και με βεβαιότητα, η αλαζονεία του Τζάρεθ δούλευε υπέρ του. Πίστευε πως ένας άνθρωπος ήταν ισχυρότερος από έναν Έλοχιμ, έστω και σκοτεινό, δαιμονικό. Πίστευε πως θάβοντας την αλήθεια για τους Αγγέλους και αρπάζοντας τις δύο αντίθετες δυνάμεις, του φωτός και του σκότους, θα επικρατούσε έναντι όλων, διαλύοντας εντελώς την ύπαρξη των μαγικών πλασμάτων και φυσικά τη δική του. Το πρόβλημα ήταν πως τα βασίλεια της Έμερφελ ήταν διαιρεμένα και πως κανείς δεν γνώριζε την ταυτότητα του Ισορροπιστή του φωτός, καθώς η δύναμη του Κάλθρικ αρπάχτηκε με τον θάνατό του. Τώρα η Φρέιμουρ, με τη Χρυσή της Αυλή, είχε αποκτήσει μία τεράστια δύναμη. Το θέμα ήταν κατά πόσο ο ίδιος μπορούσε να συμμαχήσει με ένα άτομο σαν τον Τζάρεθ, καθώς ο βασιλιάς Καλίνικος του Βορρά, ήταν τόσο απομονωμένος και μοναχικός, που ποτέ του δεν ασχολήθηκε με την εξουσία της Έμερφελ. Είχε το μυαλό του μονάχα στη διοίκηση του μικρού του βασιλείου, του Κλίργουιν.

Σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη, δεν υπήρξαν ποτέ οι Έλοχιμ. Μονάχα η φωτεινή θεά Ουρίλια, μυθοπλασία του Τζάρεθ και φυσικά οι Μάαθς, οι δαίμονες που στην ουσία ήταν οι εκπεσόντες ουράνιοι Έλοχιμ. Ο Γιουλ Μόργκου ωστόσο και ο Τζάρεθ, ήθελαν το ίδιο πράγμα. Να κυριαρχήσουν απόλυτα στη γη. Τώρα που είχε κατορθώσει να αρπάξει μία σημαντική θνητή, ήταν βέβαιος πως θα αποτελούσε έμμεση πρόσκληση για τους ανθρώπους. Πιθανότατα, θα κατόρθωνε να σκοτώσει και άλλες σπουδαίες προσωπικότητες, όπως ο Μόρντεκαϊ ή ο γιος του, ή το πλάσμα εκείνο για το οποίο είχε ακουστά. Έλεγαν πως τους έμοιαζε. Πως οι δυνάμεις του ήταν σκοτεινές και έσπερναν τον θάνατο. Η αληθινή του ταυτότητα όμως δεν είχε ολοκληρωθεί, καθώς δεν είχε κλείσει τα δέκατα όγδοα γενέθλια. Σέρνοντας το κορμί του, έφτασε μπροστά από το κελί της Γουέβερλη. Η κοπέλα ήταν τραυματισμένη, ενώ είχε αρχίσει να χάνει κάθε ελπίδα πως θα την έβρισκαν. Νηστική, δίχως νερό και τη θερμοκρασία ανεβασμένη, είχε απλώς αφεθεί να πέσει στο πλάι. Κάπου εκεί, έκανε σκοτεινές σκέψεις. Πως ίσως το να παντρευτεί, να έχει έναν προστάτη μαζί της πάντα, να ήταν καλύτερη ιδέα. Τα νύχια του δαίμονα, την έκαναν να ριγήσει. Τα αισθανόταν να πλησιάζουν, να ξεσκίζουν τη σάρκα της ύπουλα και η ίδια να πεθαίνει πνιγμένη στο αίμα της. Καμία ελπίδα δεν υπήρχε πια.

ΜΟΡΤΕ #SSBC24Where stories live. Discover now