Prologue

10 0 2
                                    

Η νύχτα έμοιαζε να τους αγκαλιάζει σαν απαλό, βελούδινο σκοτάδι. Το φως του φεγγαριού γλιστρούσε μέσα από τα μισάνοιχτα παντζούρια, ρίχνοντας χλωμές ασημένιες σκιές στους τοίχους και στα πρόσωπά τους. Ο Τομ καθόταν στην άκρη του κρεβατιού, με τα χέρια του σταυρωμένα, ενώ το βλέμμα του πλανιόταν αργά πάνω στον Μπιλ, σαν να προσπαθούσε να αποτυπώσει κάθε λεπτομέρεια.

Ο Μπιλ καθόταν ήσυχα, με το κεφάλι του ελαφρώς στραμμένο, τα μάτια του χαμένα σε σκέψεις που ο Τομ ήξερε πως δεν μπορούσε ποτέ να φτάσει. Ήταν ολόιδιοι και συγχρόνως τόσο διαφορετικοί – ένας καθρέφτης, αλλά και ένας κόσμος ξένος, ένας κόσμος απαγορευμένος.

Ήταν παράξενο πώς μπορούσαν να είναι τόσο κοντά, κι όμως αυτή η απόσταση ανάμεσά τους έμοιαζε αδιάβατη. Ο Τομ μπορούσε να νιώσει το βάρος αυτού του αόρατου τοίχου ανάμεσά τους, μια δύναμη που τους έφερνε πιο κοντά και ταυτόχρονα τους κρατούσε χωριστά.

"Τι σκέφτεσαι, Τομ;" ρώτησε ο Μπιλ, με τη φωνή του να μοιάζει περισσότερο με ψίθυρο παρά με λόγια. Ένας ψίθυρος που χανόταν στο σκοτάδι, σαν αεράκι που διαπερνούσε την ηρεμία της νύχτας.

Ο Τομ δίστασε. Τα χέρια του είχαν ιδρώσει, και η καρδιά του χτυπούσε παράξενα γρήγορα στο στήθος του. Κοίταξε μακριά, προς τον τοίχο, προσπαθώντας να αποφύγει το βλέμμα του αδερφού του, γιατί φοβόταν πως αν τον κοίταζε, αν έβλεπε τον ίδιο τον εαυτό του μέσα στα μάτια του Μπιλ, τότε ίσως να έβλεπε και την αλήθεια.

"Δεν ξέρω," απάντησε τελικά, η φωνή του αδύναμη και ασύγκριτα μικρή σε σχέση με το βάρος που ένιωθε. Ήξερε πως ήταν ψέμα. Ήξερε ακριβώς τι σκεφτόταν, τι ένιωθε – μια φωτιά που έκαιγε μέσα του, σιωπηλή και βασανιστική.

Ο Μπιλ γύρισε και τον κοίταξε. Το βλέμμα του ήταν γεμάτο υπομονή, γεμάτο από μια κατανόηση που σχεδόν τον τρόμαζε. Ο Τομ μπορούσε να δει τη λάμψη στα μάτια του, μια λάμψη που τον έκανε να νιώθει γυμνός, εκτεθειμένος, σαν να μην υπήρχε τρόπος να κρυφτεί.

"Μπορείς να μου το πεις, ξέρεις," είπε ο Μπιλ απαλά. Η φωνή του ήταν ήρεμη, αλλά με κάτι υπόγειο, κάτι αδιόρατα τρυφερό, που έκανε την καρδιά του Τομ να σφιχτεί.

Ο Τομ τον κοίταξε επιτέλους. Είδε τον αδερφό του, τον καθρέφτη του, αλλά συγχρόνως είδε και κάτι που του ήταν απαγορευμένο. Ένιωσε πως τα συναισθήματά του ξεπερνούσαν την πραγματικότητα, πως έμπαινε σε κάτι που δεν θα έπρεπε ποτέ να αισθανθεί.

You've reached the end of published parts.

⏰ Last updated: 3 days ago ⏰

Add this story to your Library to get notified about new parts!

The Other's Mirror Where stories live. Discover now