1.

171 11 0
                                    

Τζοάν :

" Σε παρακαλώ... Είμαι μόλις 17... " έκλαψα.
Το αγόρι με κοίταξε και το μόνο που μπόρεσα να δω στα μάτια του ήταν ένα κενό. Τίποτα άλλο.
" Αωω να σε αφήσω και να χάσω όλα εκείνα τα λεφτά γλυκα ; Όχι... Επιπλέον φαίνεσαι και πολύ καλή στο κρεβάτι... " είπε σαν να μην ήταν κάτι το ασυνήθιστο αυτό που έλεγε.
" Ποιος σε έβαλε να το κάνεις αυτό; " ρώτησα.
" Κάποιος που εσύ δεν γνωρίζεις γλυκα. "
Σιγά σιγά ξεκίνησε να με φιλάει και τότε ξεκίνησα να κλαίω όλο και πιο πολύ.
" Έλα μωρό μου... Θα περάσουμε ωραία... " είπε και άρχισε να κατεβάζει το παντελόνι μου.
" Σε παρακαλώ..." είπα και τον κοίταξα στα μάτια.
Κοιταχτηκαμε για μερικά λεπτά. Δεν μπορούσα να καταλάβω τι ήταν αυτό το συναίσθημα που καθρεφτιζοταν στα μάτια του... Αλλά ξέρω πως με λυπήθηκε.
"Ντύσου, πάρε μερικά ρούχα σε μια τσάντα και τα χρήματα σου εάν έχεις. " είπε σοβαρά και απομακρυνθηκε.

" Δεν σε ρώτησα μικρή πως σε λένε; " με ρώτησε το αγόρι.
" Τζό. Εσένα; " τον ρώτησα. Δεν με κοιτούσε. Ήταν συγκεντρωμενος στον δρόμο καθώς οδηγούσε.
" Ντέρεκ " είπε και έσφιξε τα χέρια του στο τιμόνι.
"Έχεις πολύ ωραίο όνομα... " είπα και τον κοίταξα.
" Ευχαριστώ... Κι εσένα είναι πρωτότυπο... Από που βγαίνει το Τζό; Τζοάννα σε λένε; " με ρώτησε και μου έριξε μια ματιά.
" Τζοάν με λένε... Από το Τζοάν βγαίνει.. " απάντησα.
" Και είσαι 17 είπες εε; "
" Ναι γιατί; " ρώτησα όλο απορία.
" Εκεί που θα πάμε τώρα θα είναι επικίνδυνα... Θα χρειαστεί να πάμε στο πατρικό μου... Δεν μπορώ να σε συστήσω σαν μια ξεμπαρκη κοπέλα... Άρα θα πούμε ότι είσαι η κοπέλα μου. " είπε και με κοίταξε.
" Οκ αλλά δεν ξέρω τίποτα για εσένα... " είπα και κοίταξα έξω από το παράθυρο.
" Χμμ... Με λένε Ντέρεκ Χέθροου, είμαι 20 χρονών, είμαι μοναχοπαιδι, μόνο η μητέρα μου ζει, το αγαπημένο μου χρώμα είναι το κόκκινο, μου αρέσει η μουσική και τα μπράουνις. Τώρα πες μου για εσένα μικρή. "
" Με λένε Τζοάν Μπλέικ, είμαι 17, είχα έναν αδερφό αλλά πέθανε σε ένα τροχαίο πριν από 2 χρόνια μαζί με τους γονείς μου, δεν έχω αγαπημένο χρώμα, μου αρέσει ο χορός και λατρεύω το φαγητό. " είπα και τα ματιά μου πλέον είχαν βουρκωσει...
" Λυπάμαι για την οικογένεια σου... Πραγματικά... " είπε και συνέχισε να οδηγάει. Ξαφνικά ο ύπνος με παρέσυρε σε έναν τελείως διαφορετικό κόσμο...

Έτρεχα... Έτρεχα... Τα πόδια μου πονούσαν... Έτρεχα μέσα στο απόλυτο σκοτάδι...
" Τρέξε μικρή... Αλλά δεν θα γλυτώσεις... Θα καταλήξεις σαν εκείνους... " ξαφνικά ένα φως εμφανίστηκε και τα νεκρά σώματα των γονιών μου και του αδερφού μου εμφανίστηκαν... Όχι.. Όχι....

Zaliver Tahanan ng mga kuwento. Tumuklas ngayon