Καταιγίδα

50 7 1
                                    

Μια νύχτα σαν όλες τις άλλες, όμως ποτέ ξανά ίδια σαν τις άλλες. Κεραυνοί χτυπούσαν από εδώ και από εκεί. Μια ψυχρή μόνο ατμόσφαιρα επικρατούσε.
Η θάλασσα έγινε ακόμα πιο εχθρική από τον ουρανό. Χτυπούσε με μια απόλυτη βιαιότητα με τις κινήςείς της τα κύματά της στις ακτές.
Κανείς ωστόσο δεν μπορούσε να διακρίνει την απόλυτη μάχη μεταξύ ουρανού και θάλασσας. Η δύναμη του ουρανού παρουσιαζόταν στους κεραυνούς του, ενώ αντίθετα της θάλασσας στη δύναμη των κυμάτων της. Όποιος είχε τη δυνατότητα να δει με καθαρά τα δυο του μάτια, θα έβλεπε ένα φτερωτό άλογο και έναν αετό. Πολεμούσαν μεταξύ τους, δεν άφηναν τη χάρη σε κανέναν, δεν άφηναν στον εαυτό τους να χάσουν τη μάχη που έδιναν. Μάχονταν με όση δύναμη που κατείχαν. 
  Μια μάχη ουρανού και θάλασσα έβλεπε επίσης εκείνη η γυναίκα που στεκόταν στην άκρη των βράχων. Από ψηλά έβλεπε τα πάντα. Στα χέρια της κρατούσε ένα καλάθι.
Ήταν πολύ εκνευρισμένη και πολύ έντονα συναισθήματα την διάτρεχαν συνέχεια. Άρχιζε να φωνάζει προς τον ουρανό, που και αυτός φαινόταν έντονα εκνευρισμένος.
"Πάρε αυτό εδώ Δία! Σου ανήκει εξάλλου! Ή μήπως εσύ Ποσειδώνα έχεις να πεις κάτι σε αυτό! Πάρτε το "αυτό" δεν το θέλω, οποίος θέλει να το πάρει. Εγώ το  απεχθάνομαι."
Και πέταξε το καλάθι στη θάλασσα. Το καλάθι άρχισε να ταξιδεύει μέσα στα άγρια νερά, όμως δεν μπορούσε να βυθιστεί, σαν τα νερά το κρατούσαν σε επιφάνεια. Την ίδια στιγμή οι αστραπές έπεφταν πάνω στη θάλασσα, σαν να ήθελαν να πάρουν το χτυπήσουν το καλάθι. Δεν το κατάφερναν όμως.
Το καλάθι συνέχιζε το ταξίδι του στα κύματα της θάλασσας, τα οποία σαν να προστάτευαν το καλάθι και αυτό που υπήρχε μέσα. Η θάλασσα σταμάτησε να ήρεμη, όταν τελείωσαν και οι αστραπές.
Και καθοδήγησε το καλάθι ήσυχα και ήσυχα στην ακτή, κοντά στην πόλη του Άργους.

Εκεί στην ακτή το βρήκαν ένα ζευγάρι. Ένα νεανικό ζευγάρι, αφού έκανε ήσυχα το περίπατό του.
Η γυναίκα πήρε από περιέργεια το καλάθι να δει τι έχει μέσα. Αυτό που είδε, ήταν πια το αποκορύφωμα. Μέσα στο καλάθι κοιμόταν ήσυχα ένα μωράκι, ένα κοριτσάκι. Φαινόταν να ήταν μονάχα λίγων ημερών. Το καημένο κοριτσάκι όταν ένιωσε τον αέρα να τη χτυπάει δυνατά, άρχισε να κλαίει.
Έστι και η γυναίκα την πήρε στην αγκαλιά της και την τύλιξε με έναν μανδύα. Με αυτό τον τρόπο το ζευγάρι πήρε το μικρό μωράκι για πάντα στο οικογενειακό τους σπίτι και στις καρδιές.
Και τη έδωσαν το πιο όμορφο όνομα που μπορούσαν να σκεφτούν ή να φανταστούν.
Αγριπίνα.

Η Αρχαιότητα των κρυμμένων μυστικών {BCA17}Where stories live. Discover now