《Το πρόβλημα είναι πως δεν μιλάς σωστά.》
《Το πρόβλημα είναι αυτός. Τι φταίω εγώ που είναι έτσι όπως είναι;》
《Δεν έχω δικαίωμα να κάνω και εγώ μια σχέση δηλαδή; 》
《Μάνα τόσα χρόνια σου λέω να την κάνεις αυτην την σχέση να ησυχάσουμε λίγο και από τα νεύρα σου. Αλλά όχι με αυτόν. Δεν μ αρέσει》
《Είναι πολυ καλός.》
《Στον γνωστό τομέα;》
《Αλεξάνδρα μίλα καλύτερα.》
《Μάνα παράτα μας》
《Τι θα κάνω πια με εσένα παιδάκι μου;》Της Αλεξάνδρας της άρεζε να πειράζει την μητέρα της. Μεγαλωμένη στην πόλη χωρίς πατέρα είχε έναν ιδιόρρυθμο χαρακτήρα και όρεξη να πειράζει τους πάντες. Είκοσι χρόνων γυναίκα με πολύ χιούμορ, τσαγανό και μια έντονη προσωπικότητα. Σπούδαζε τουριστικά στην Θεσσαλονίκη, όπου μεγάλωσε κι όλας. Πάντα πάσχιζε να είναι αυτόνομη και τα τελευταία χρόνια το κατάφερνε με πολλούς τρόπους. Η μητέρα της κατάγονταν από τον Βόλο και τωρα πια που δεν την χρειαζονταν αλλο η κορη της εμένε εκεί με την γιαγιά της Αλεξάνδρας.
《Πότε θα έρθεις από εδώ;》
《Γιατί;》
《Θέλω να φάμε όλοι μαζί να γνωριστείτε καλύτερα》
《Θα σου κλείσω το τηλέφωνο μαμα. Εγώ δουλεύω όλο το βράδυ και το πρωί μερικές φορές και εσύ μου λες να έρθω από το σπίτι της γιαγιάς για να γνωρίσω καλύτερα το γκομενάκι σου 》
《Ολο το βράδυ και το πρωί; Δεν σε είχαν διώξει από το μαγαζί στη Θεσσαλονίκη; Που δουλεύεις τώρα; 》
《 Μάνα ελα δεν σε ακούω καλά να σου πω Πρέπει να σε κλείσω τώρα αντε Άντε θα τα πούμε αργότερα και όσο για το φαγητό θα το συζητήσουμε μία άλλη στιγμή》Στην πραγματικότητα δεν βρισκόταν στη Θεσσαλονίκη πια αλλά σε ένα ψαρονησι δεν ήθελε όμως να πει στη μητέρα της ότι την οδήγησε σε ένα νησί ο έρωτας ένας από τους γνωστούς έρωτες της που για λίγα βράδια γίνονται η ζωή της ολόκληρη και μετά από λίγο τους ξεχνάει σαν να μην συγκινήθηκε ποτέ από κάποιον άνδρα. Κι όμως αυτή τη φορά όποιος και αν ήταν ο άντρας που την οδήγησε σε εκείνο το νησί, γιατί μάλλον τον είχε ήδη ξεχάσει, τον ευγνωμονούσε καθότι η ομορφιά ήταν τέτοια γύρω της Εκείνο το καλοκαίρι που μόνο αυτό θα μπορούσε να κάνει.
Στάθηκε για λίγο εκεί καθισμένη πάνω στο μάρμαρο απο το μπαλκονι του δωματίου της σκεπτόμενη μέσα στη νύχτα την ως τώρα ζωή της. Στο μαγαζί που δούλευε στη Θεσσαλονίκη έφυγε γιατί μάλωσε με το αφεντικό της. Εκείνο το βράδυ βγήκε έξω για ποτά με τη γνωστή παρέα της. Γνώρισε κάποιον της άρεσε πολύ ο τρόπος που την κοιτούσε μετά από λίγες μέρες τον ακολούθησε σε αυτό το νησί χωρίς να ξέρει τον ίδιο καλά και χωρίς να ξέρει τι θα κάνει σε αυτό το νησί, δεν είχε πολλά χρήματα πάνω της αλλά δεν την ένοιαζε κιόλας. Μετά από λίγες μέρες και αφού πλέον είχε γνωρίσει αρκετό κόσμο της πρότειναν δουλειά σε ένα γνωστό μπαράκι. Εκεί γνώρισε έναν άλλον ένα βράδυ και προς στιγμήν είχε ξεχάσει τον λόγο της άφιξης της στο νησί. Αυτός ο λόγος όμως τους είδε εκεινη την νυχτα. Δεν την ένοιαξε όμως που χώρισε. Αγαπάει το τώρα και για αυτό μόνο ζει.
YOU ARE READING
HOW to be a bad GIRL
Historical FictionΔειτε την ιστορια και γραψτε εσεις την περιγραφη ;)