Άνοιξε το μήνυμα και διάβασε :
-Μελίνα θέλω να τα φτιάξουμε! Σε θέλω...♥
Μόλις το είδε άρχισε να χτυπάει η καρδιά της πολύ δυνατά . Αποφάσησε να απαντήσει έξυπνα αν και ήξερε τι απάντηση θα του έδινε.
-Αν είσαι μάγκας ρε έλα να μου τα ζητήσεις απο κοντά.
Απάντηση δεν ήρθε αν και το μήνυμα διαβάστηκε. Πήγε αμέσως και το είπε στην μαμά της . Της οποίας η αντίδρση ήταν φυσιολογική .
-Τι θα του απαντήσεις Μελινάκι μου ?
-Ε... όχι εννοείται .
-Δεν σου αρέσιε ?
-Μου αρέσει αλλά δεν τον θέλω .
-Και ποιον θέλεις αγαπούλα μου ?
-Έναι παιδί απο τα αγγλικά ιάσωνα τον λένε.
-Α... μάλιστα. Θα μου πεις περισσοτερα άλλη φορά γιατί τώρα πρέπει να φύγεις .
-Α ναι....
-Σου έχω ετοιμάσει την βαλιτσούλα σου . Θα σε πάω μέχρι το Κτελ και απο κει ξέρεις οκ ?
-Ναι... ο μπαμπάς θα με περιμένει ?
-Ναι συννενοήθηκα μαζί του.
-Εντάξει γεια σου μαμάκα !
-Γεια σου ζουζουνάκι μου τα λέμε . Καλά να περάσεις !
-Ευχαριστώ.
***
Είχε αρχίσει πια να κάνει ασφικτική ζέστη μέσα στο λεοφωρείο . Τόσοι άνθρωποι και εκείνη όρθια . Δεν μπορούσε να βρει θέση. Το μόνο που την ανακούφιζε απο αυτή της τη δυσφορία ήταν μερικές γουλιές νερό που της είχαν απομείνει και η μουσική που άκουγε μέσω των ακουστικών της. Κοίταξε έξω απο το παράθυρο. Το ήξερε αυτό το μέρος , ήταν πια έξω απο την Αθήνα . Όμως κάτι δεν της άρεσε πια σε αυτη τηνπόλη ., Συγκρίνοντάς την με την Καρδίτσα ήταν κατά πολύ χειρότερη. Η συνεχής μυρωδιά του καυσαερίου , η πολυκοσμία που της είχε δημιουργήσει φόβο , οι τεράστιες πινακίδες στους δρόμους , οι άνθρωποι που συνεχώς κοιτάζουν τα ρολόγια τους ή μιλάνε στα κινητά , οι εργασιομανείς , οι υπεραγχώδεις , οι απόμακροι και άλλα τόσα κρυφά και σκοτεινά μονοπάτια. Επιτέλους είχαν φτάσει . Κατέβηκε και αρκετός κόσμος περίμενε τους ανθρώπους απ'το λεωφορείο . Έψαξε λίγο με τα μάτια της για τον πατέρα της και μετά απο λίγο τον βρήκε . Έτρεξε να τον αγκαλιάσει και εκείνος με ένα χαμόγελο την έσφυξε στην αγκαλιά του. Αφου χαζολόγησαν λίγο λέγοντας τα νέα τους , πήγαν σπίτι του για να συμαζέψει τα πράγματά της η Μελίνα . Δεν είχαν αλλάξει και πολλά πράγματα στο σπίτι . Αυτό της δημιούργησε μία νοσταλγία της Μελίνας . Ήθελε να κλάψει αλλά όχι σκέφτηκε μπροστά στον πατέρα της . Όταν εκείνος δεν την έβλεπε το μεσημέρι αφού έφαγαν και πήγε να ξαπλώσει , η Μελίνα άρχισε να ψιλαφίζεται τα πράγματα μέσα στο σπίτι . Τη σκότωνε η άγνοια που είχε για τον πατέρα της , το να μην ξέρει που βρισκόταν την εκνεύριζε αφάνταστα . Mπήκε στο facebook της . Είδε στον τοίχο της πως ο Μάριος της είχε γράψει μία καρδούλα και της είχε κάνει like σε όλες τις φωτογραφίες . Εκείνη ανταπέδωσα στα like του. Σε λίγη ώρα πήρε τηλέφωνο την κολλητή της απο την Αθηνα όταν ζούσε εκεί και κανόνησαν να βγούνε το βράδυ . Μόλις η φίλη της την άκουσε άρχισε να κλαίει . Η Μελίνα έμεινε ψύχραιμη όμως όταν έκλεισε το τηλέφψνο άρχισε και εκείνη να κλαίει , όχι πολύ αλλά έκλαψε .