ο θανατος, η ταφη

83 6 0
                                    

Δεν θέλω να πεθάνω
Οχι
Δεν εννοώ την ταφή
Δεν φοβάμαι το χώμα να καλύπτει το σώμα μου
Ελαφρί
Δίχως νου και ψυχή
Οχι
Δεν φοβάμαι τα μιρολόγια και τα μαύρα
Δεν φοβάμαι τα κόκαλα μου να γίνουν ένα με την γη
Οχι
Δεν φοβάμαι μήπως αδικίσουν τις τελεταίες μου επιθυμίες
Εξάλου εγώ θα'χω λυτρωθεί
Δεν θα ακούω πια κραυγές
Δεν θα βλέπω πια μορφές
Οχι
Φοβάμαι να πεθάνω
Δεν φοβάμαι την αναπνοή να ξεφεύγει απτα χείλη
Δεν φοβάμαι το μετά, το τι θα γίνει
Δεν φοβάμαι οι ιδέες μου να μαζέψουν σκόνη.
Οχι
Φοβάμαι τον άλλον θάνατο
Εκείνον που σταματάει να με νιάζει το παρόν
Εκείνον που παύω να έχω ορμή, να φωνάζω, να προσπαθώ να βγάλω άκρη, να ρωτάω γιατί
Φοβάμαι να γνωρίζω πως πονάει ο δίπλα, ο απέναντυ, ο απο πάνω και να μην με νιάζει
Να με κατακλήζει η αδιαφορία
Φοβάμαι τον θάνατο της αδιαφορίας
Φοβάμαι πως ζω σε μια γενιά νεκρή
Φοβάμαι πως δεν καίει φλόγα σε καμιά μορφή
Φοβάμαι να υπολογίζω σε μια κενή προσευχή
Σε ένα άδιο "βοήθα", σε παρακάλια δίχως φωνή
Φοβάμαι τον ομαδικό θάνατο και την σιωπή
Φοβάμαι να μου λένε για κάποιο άλλο παράγοντα που δεν κατανοώ
Φοβάμαι να μην κατανοώ

Φοβάμαι πως πεθαίνουμε στα δεκάξι και μας θάβουν στα ογδόντα ωχτό.

Μικρά Αποσπάσματα Εφηβιας Where stories live. Discover now