Η ωρα 6:59 το ξημερωμα.
Η Νικόλ κατευθύνονταν προς το σπίτι της με πολύ γρήγορους ρυθμούς και σκεπτόμενη ταυτοχρονα τι δικαιολογια θα πει στους δικούς της ανθρώπους για την απουσία της μιας και ηταν απόλυτα σίγουρη πως θα είχαν ανησυχήσει.Ρίχνει μια γρήγορη ματια στο κινητό της για τυχόν κλήσεις και ανακαλύπτει οτι το κινητό της έχει κλείσει απο μπαταρία.Αυτό την αγχωνει ακόμα περισσοτερο.
Φτάνοντας στα σκαλιά του σπιτιού της η Νικολ διστάζει να βγάλει τα κλειδιά απο την τσάντα της αναλογιζομενη το τι έχει να αντιμετωπίσει.Ανοίγει με απαλές κινησεις την εξώπορτα ώστε να ακουστεί όσο λιγότερο γινόταν. Σκοτάδι απλωμενο σε όλο το σπίτι και κλειστές πόρτες και είναι τα μονα πραγματα που η Νικόλ αντικρίζει καθώς προχωράει απο την πόρτα προς το χολ που είναι τα δυο δωμάτια.Ξαφνικα ακούει ενα απαλό ροχαλιτο και ανακουφισμενη απο το γεγονός οτι οι δικοί της δεν είχαν αντιληφθεί την απουσία της κατευθύνεται προς το δωμάτιο που την τελευταια βδομαδα μοιράζεται με τον συγκατοικο της. Εκείνος πετάγεται με το τρυξιμο της πόρτας και της κανει νόημα να πλησιάσει.
-ΠΟΥ ΗΣΟΥΝ ΟΛΟ ΤΟ ΒΡΑΔΥ; ΑΝΗΣΥΧΗΣΑ. ΔΕΝ ΞΕΡΩ ΚΑΙ ΕΓΩ ΠΟΣΑ ΨΕΜΑΤΑ ΕΙΠΑ ΣΤΗΝ ΜΑΜΑ ΣΟΥ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΚΑΛΕΣΕΙ ΤΗΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΝΑ ΞΕΚΙΝΗΣΟΥΝ ΕΡΕΥΝΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΝΤΟΠΙΣΜΟ ΣΟΥ.
-Βρε Γιώργο μου ηρεμισε και θα ξυπνήσει όλη η πολυκατοικία και η μητέρα μου μαζι.Κάτσε κι θα σου πω τι συνέβει.
Η Νικόλ έκατσε δίπλα στον Γιώργο και του διηγήθηκε πως πέρασε το βράδυ της.Του είπε πως πήγε στο σπίτι του Αλεξ και πως δεν μπορούσε να φύγει επειδή η βροχή ήταν πολύ δυνατή. Του είπε επίσης οτι μιλουσανε όλο το βράδυ και πως απλα κάποια στιγμη αποκοιμηθηκαν ο ενας στην αγκαλιά του αλλου. Ο Γιώργος την άκουγε προσεκτικά και φανερά έκπληκτος και νευριασμενος την ρώτησε αν τα ξαναβρήκαν.
Η Νικόλ δίστασε να απαντήσει και φαινόταν σκεπτική ώσπου απάντησε απότομα ενα οχι σηκώθηκε και άρχισε να ξεντυνεται.
-Δεν θέλω αλλη κουβέντα για το θέμα.Δεν ξέρω πως νιώθω ακόμα.Είναι όλα κάπως μπερδεμένα στο κεφάλι μου. Θα βάλω κάτι ανετο και θα πέσω για ύπνο για καμια ωρα γιατί μετα έχω να πάω τους δικούς μου στο αεροδρόμιο.
-Σήμερα φεύγουν; Το είχα ξεχάσει τελείως.Επιτέλους να αποκτήσει και παλι ο καθένας το δωμάτιο του. Απαντάει ο Γιωργος καθώς την κοιτάει να βγάζει ενα ενα τα ρούχα της και είναι έτοιμος να ορμήξει. Γυρνάει το κεφάλι του απο την αλλη για να του φύγει ο πειρασμός και κλείνει το φως.Το ξυπνητήρι χτυπάει με τον παντα εκνευριστικο ήχο που μονο η Νικόλ θα μπορούσε να έχει επιλέξει.Η ωρα 9:02 και η Νικόλ πρέπει να σηκωθεί για να αποχαιρετήσει τους δικούς της και να τους παει στο αεροδρόμιο.
Η πόρτα ανοίγει δυνατά και η μαμά της αρχίζει να φωνάζει .
-Βρε Νικόλ παλι δεν ακουσες το ξυπνητήρι. Και συ βρε Γιώργο κοιμάσαι με αυτό το πράγμα να χτυπάει δίπλα στο κεφάλι σου και δεν ξυπνας?Ανεστητοι εντελώς είστε βρε παιδια; Σηκωθειτε επιτέλους. Αντε Νικόλ θελεις εγώ και ο πατέρας σου να χάσουμε την πτήση;Η Νικόλ ανοίγει με δυσκολία τα ματια της και το πρώτο πράγμα που κανει είναι να ανοίξει το κινητό της.
"Εφυγες πολυ βιαστηκα και ουτε που το κατάλαβα να σε χαιρετησω. Πέρασα πολύ όμορφα εχθες και καταλαβα ποσο μου εχεις λείψει"
Ηταν το μήνυμα που αντίκρυσε μολις άνοιξε την οθόνη του κινητού της με το όνομα Άλεξ στο πανω μέρος.
YOU ARE READING
●••Καρμα••●
Teen FictionΗ Νικόλ είναι μια κοπέλα αρκετά συνηθισμένη με την πρώτη ματιά. Ο τρόπος σκέψης της, η προσωπικότητα και ο ψυχισμός της είναι αυτά που την κάνουν να ξεχωρίζει. Οι δυσκολίες που έχει να αντιμετωπίσει στην ζωή της τόσο σε προσωπικό επίπεδο όσο και σε...