Εσύ φταις. Εσύ φταις για όλα. Εσύ και ο σύμμαχος σου, το αμετανοητο πείσμα σου. Αυτό σε κατέστρεψε. Εσένα και τους ανθρώπους που αγαπάς. Πείσμα. Αυτό που σε εξουσιάζει. Τι λες; Θα καταστρέψεις κι άλλους;
«Μπαμπά;» Η φωνή της, σχεδόν ψιθυριστή, προσπάθησε να ξεφύγει από την ησυχία που επικρατούσε την τελευταία ώρα.
Αλλά μάλλον η δύναμη της ηρεμίας νίκησε τον ψίθυρο του 7χρονου κοριτσιού. Κανείς δεν τόλμησε να μιλήσει. Ο μόνος θόρυβος που είχε καταφέρει να επιβληθεί ήταν εκείνος της μηχανής του αυτοκινήτου. Ένα τραγούδι από το ραδιόφωνο πάλευε να κατακτήσει την θέση του ανάμεσα στους ήχους που κέντρισαν το ενδιαφέρον. Αλλά κι αυτό, είχε συμβιβαστεί με την κατάσταση.
«Μπαμπά;» Η λεπτή, γλυκιά φωνή δυνάμωσε. Το πρόσωπο της μικρής εμφάνισε μια περίεργη σύσπαση, δεν είχε συνηθίσει και η ίδια τόση ένταση μετά από αρκετή ώρα. Δεν άντεχε την αναμονή. Δεν άντεχε την απόρριψη. Ακόμα κι αν επρόκειτο για κάτι τόσο ασήμαντο όπως η προσοχή του πατέρα της προς αυτήν.
«Τι συνέβη, γλυκιά μου;» Η μητέρα της, από το κάθισμα του συνοδηγού, στράφηκε προς αυτήν. Έγειρε πίσω για να προσέξει καλύτερα την απαιτητική της κόρη. Τα καστανά της ματια μετέδιδαν την αγωνία της.«Μπορώ να οδηγήσω κι εγώ; Όπως την προηγούμενη φορά;» ρώτησε το κορίτσι, πιο δυνατά με την ελπίδα να την ακούσει ο πατέρας της. Σε αυτόν προσπαθούσε να απευθυνθεί. «Με είχες βάλει στα γόνατα σου πάνω. Και οδηγουσαμε μαζί. Θυμάσαι;»
«Είναι επικίνδυνα εδω, αγάπη μου.» Η βαριά αλλά ταυτόχρονα ανακουφιστική, ορισμένες φορές, φωνή του μοναδικού άντρα της οικογένειας επέβαλε για άλλη μια φορά την ησυχία. Μόνο για λίγα δευτερόλεπτα, μόνο για να υποδεχτεί την ένταση που θα ακολουθούσε. Το διαισθανοταν κι ο ίδιος.
Και δεν έκανε λάθος.
Το 7χρονο κοριτσάκι έγειρε προς το μπροστινό μέρος του αμαξιού. Το σώμα της απομακρύνθηκε από την πίσω θέση και το θυμωμένο πρόσωπο της ευθυγραμμιστηκε με το ανήσυχο πρόσωπο του πατέρα της. Εκείνος, παρασυρμένος από τις δικές του έγνοιες, δεν κατάφερε να την κοιταξει.
«Κάτσε πίσω κοριτσάκι μου. Και μην ξεχάσεις να βάλεις την ζώνη σου. Μόλις μπορέσει ο μπαμπάς, ειμαι σίγουρη ότι θα σου επιτρέψει να βολευτείς στα γόνατα του.» Η μητέρα προσπάθησε να ηρεμήσει την κόρη της σπρώχνοντας ελαφρά με το χέρι της την κοιλίτσα της, για να την κατευθύνει πιο εύκολα στο πίσω κάθισμα, εκεί που ανήκε.
Εκείνη η μικρή κίνηση εξόργισε παραπάνω την μικρή η οποία θεώρησε ότι οι γονείς της δεν μπορούσαν να την εμπιστευτούν. Άλλωστε δεν ήταν τόσο μικρή πια. Είχε τελειώσει την πρώτη τάξη του Δημοτικού σχολείου. Ήξερε να γράφει και να διαβάζει. Ήξερε όλα όσα θα έπρεπε να γνωρίζει ένα συνομηλικο παιδί. Ήξερε πολλά παραπάνω. Και έτσι θα έπρεπε να της συμπεριφέρονταν.
«Μου το υποσχέθηκε!» επέμεινε το κορίτσι ακομα πιο θυμωμένα.Πείσμα. Θυμάσαι;
Άπλωσε το χέρι της και γαντζωθηκε από το κάθισμα. Ύστερα, άρπαξε το γυμνό χέρι του πατέρα της. Το έσφιξε ώστε να μπορέσει να συγκρατήσει το σώμα της. Το αμάξι είχε αποκτήσει ταχύτητα και ένιωσε ότι η ίδια θα έπεφτε πίσω στο κάθισμα της ανά λεπτό. Δεν το ήθελε αυτό.
Επέτρεψε στο σώμα της να ανασηκωθει πιο πολύ ώστε να βρίσκεται πιο κοντά στο παρμπρίζ. Η οπτική της προς τον δρόμο ήταν πολύ καλύτερη από εκείνο το σημείο. Έπειτα, στερεωσε με δύναμη και τα δύο της χέρια στο χέρι του πατέρα της, το οποίο είχε τοποθετήσει ο ίδιος στο τιμόνι.
Η μικρή δεν σκέφτηκε ότι εμπόδιζε με την στάση της. Αποφάσισε να χωθεί στην αγκαλιά του πατέρα της. Αποφάσισε ότι η ιδέα της περί οδήγησης ήταν εξαιρετική. Έπρεπε να πραγματοποιηθεί. Από το βάρος, το χέρι του πατέρα της ξεκρεμαστηκε από το τιμόνι και ο χώρος προς τα γόνατα του τριανταπενταρη άντρα ήταν ελεύθερος.
«Νεφέλη! Είπα όχι!» Σχεδόν ούρλιαξε εκείνος και η τελευταία λέξη ξέφυγε από τα χείλη του τόσο τραχιά, τόσο άγρια. Λες και φώναξε τόσο δυνατά που έχασε την φωνή του. Και ήταν η πρώτη φορά που ύψωνε τόσο αποφασιστικά την φωνή του προς αυτήν. Ήταν η πρώτη φορά που η ένταση του ήταν διαφορετική. Η πρώτη φορά και η τελευταία.
Ένα γυναικείο ουρλιαχτό από το λαρύγγι της μητέρας της. Ένας ήχος τριβής λαστιχων στην άσφαλτο. Ένα παρατεταμένο κορναρισμα που διαπέρασε τα αυτιά της.
Και ύστερα κενό. Και ύστερα χάος.
Πείσμα λοιπόν. Η μηπως όχι;
****************
Είναι η πρώτη φορά που προσπαθώ να γράψω κάτι πιο σοβαρό από αυτό που είχα συνηθίσει.
Εύχομαι να απολαύσετε την διαδρομή αυτής της ιστορίας.
Σας ευχαριστώ εκ των προτέρων που μπήκατε στον κόπο να διαβάσετε την εισαγωγή. Υπόσχομαι ότι δεν θα σας απογοητεύσω.
YOU ARE READING
Έτσι ξαφνικά
RomanceΕσύ φταις. Εσύ φταις για όλα. Εσύ και ο σύμμαχος σου, το αμετανοητο πείσμα σου. Αυτό σε κατέστρεψε. Εσένα και τους ανθρώπους που αγαπάς. Πείσμα. Αυτό που σε εξουσιάζει. Τι λες; Θα καταστρέψεις κι άλλους; Η 18χρονη Νεφέλη ζει στην Αθήνα μαζί με την...