Βροχή. Τι πιο υπέροχο πράγμα στα μέσα του Ιανουαρίου, στο παγωμένο Busan της Νότιας Κορέας. 15 Ιανουαρίου έγραφε ο πράσινος πίνακας στην αριστερή γωνία του. Ο καθηγητής να στέκεται στο κέντρο και εγώ να μην μπορώ να αντιγράψω τις σημειώσεις του πίνακα. Ξεφύσησα ελαφρά, βρίζοντας στο μυαλό μου τον καθηγητή, που δεν έλεγε να κουνηθεί, ο οποίοςεξηγούσε για άλλη μια φορά την Ιαπωνική κατοχή την οποία υπέστει η Νότια Κορέα, για 35 χρόνια. Το βλέμμα μου, γύρισε προς το παράθυρο της αίθουσας και παρακολουθούσα την βροχή. Το θεωρούσα λιγότερο βαρετό από τον καθηγητή μου. Την θεωρούσα συναρπαστική την βροχή, διότι ήταν γαλήνια και μπορούσε να καθαρίσει όλες τις αμαρτιές, τα προβλήματα από το μυαλό σου. Ήταν κάτι άλλο.
"δεσποινίς Jeon"
άκουσα και τινάχτηκα ελαφρά στο άκουσμα της φωνής. Κοίταξα τον καθηγητή μου ο οποίος με κοιτούσε με έντονο βλέμμα και εγώ κατέβασα το βλέμμα μου, τα μάγουλα μου να κοκκινίζουν από την ντροπή. Ο καθηγητής μου δεν είπε κάτι παραπάνω και συνέχισε το μάθημα του, αλλά όχι για πάρα πολύ. Το κουδούνι ήχησε και τα παιδιά της τάξης μου, άρχισαν να μαζεύουν τα βιβλία τους και να βγαίνουν χαρούμενοι για να μιλήσουν με τους φίλους τους. Εγώ, από την άλλη, μάζεψα αργά τα πράγματα μου, έτσι κι αλλιώς, δεν είχα και κάποιον σοβαρό φίλο να μιλήσω. Μόνο τον αδερφό μου είχα, αλλά και αυτός είχε τις παρεές του. Έβαλα την τσάντα στον ένα ώμο μου και έφτιαξα λίγο την φούστα μου και τις ψηλές μου κάλτσες, ενώ έκανα βήμα για να βγω από την τάξη.
Βγαίνοντας από εκεί, οι δυνατές φωνές των παιδιών στον διάδρομο, με καλώς όρισαν, πράγμα που με έκανε να θέλω να κλείσω τα αύτια μου, αλλά συνέχισα για την αίθουσα των Καλλιτεχνικών.
"που πας Jeon?"
άκουσα, τα μάτια μου να γουρλώνουν, ξέροντας το άτομο πολύ καλά. Συνέχισα να περπατάω, με πιο γρήγορα βήματα, αλλά ένα χέρι έπιασε το μπράτσο και σε κλάσματα δευτερολέπτων βρέθηκα κολλημένη στα κόκκινα ντουλαπάκια του διαδρόμου. Παιδιά τριγύρω αντέδρασαν στον ήχο και γύρισαν τα βλέμματα τους σε εμένα και το άτομο, το οποίο δεν ήθελε να με αφήσει σε ησυχία."άφησε με Jihoo"
μουρμούρισα, κοιτώντας το έντονα στα μάτια, αλλά εκείνος χαμογέλασε ελαφρά."κάτω τα χέρια σου από την αδερφή μου"
ακούσαμε και είδαμε τον αδερφό μου να πλησιάζει με απειλητικά βήματα. Ο Jihoo, με άφησε, αλλά ακόμα με είχε στριμωγμένη ανάμεσα στα ντουλαπάκια και εκείνον. Ο αδερφός μου, τον έσπρωξε και με τράβηξε κοντά του. Αμέσως στάθηκα πίσω του και κρατούσα το μπράτσο του, ώστε να προστατευτώ. Ο Jihoo, απομακρύνθηκε απογοητευμένος και το βλέμμα του αδερφού μου έπεσε σε εμένα.
"είσαι εντάξει?"
με ρώτησε και εγώ ένευσα καταφατικά, αφήνοντας το μπράτσο του.
YOU ARE READING
Spring Day (Bangtan Boys)
Fanfiction"τι έκανε ο μπαμπάς?" "το μόνο που μπορώ να σου πω, είναι ότι κρύβονται πολλά μυστικά πίσω από την οικογένεια μας" απάντησε και εγώ ξεφύσησα.