ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

26 0 0
                                    


ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ

Το σπίτι ήταν χτισμένο σε μια πλαγιά με θέα τον κόλπο Γιάμαλεν. Ο Γεν ήξερε καλά πως το έλεγαν οι ντόπιοι: το Φρούριο. Όμως δεν ήταν το όνομα που του προκαλούσε μια αόριστη αίσθηση δυσαρέσκειας κάθε φορά που αντίκριζε τους λευκούς τοίχους. Ας έλεγαν ό,τι ήθελαν οι ντόπιοι, δεν ήταν η δική τους γνώμη που είχε σημασία.

Το σπίτι είχε σχεδιαστεί από γνωστό αρχιτέκτονα σε μοντέρνο φονξιοναλιστικό στυλ. Νεοφονξιοναλιστικό- έτσι το είχε περιγράψει η Έννε, δείχνοντας φωτογραφίες και άλλα σπίτια, μέχρις ότου ο Γεν να το καταλάβει ή τέλος πάντων να καταλάβει κάποια πράγματα όσον αφορά το αρχιτεκτονικό ύφος. Ίσιες γραμμές, όχι πολλά διακοσμητικά στοιχεία. Έπρεπε να αναδεικνύεται μόνο η θέα που απλωνόταν έξω από τα μεγάλα, φωτεινά παράθυρα, τα οποία άφηναν την φύση να πλημμυρίζει τον χώρο. Έτσι το είχε θέσει ο αρχιτέκτονας, κι ο Γεν το έβλεπε ο ίδιος. Με αυτή την έννοια είχε πετύχει ακριβώς αυτό που ήθελε. Όλα καινούρια, όλα καθαρά, όλα σωστά. Αγόρασε το οικόπεδο και κατεδάφισε το παλαιό εξοχικό, έδωσε μάχη με τον δήμο μέχρι να δεχτούν ότι τον ήθελαν για δημότη και να του εκδώσουν ετήσια άδεια μόνιμου κατοίκου , έπεισε και την τοπική εκπρόσωπο του Φορέα Προστασίας της Φύσης μ' ένα ποσό που κόντεψε να την κάνει να πνιγεί την ώρα που έπινε το αφέψημά της. Αλλά και γιατί να μην δημιουργήσει ένα καταφύγιο άγριων πουλιών; Στο κάτω κάτω δεν είχε καμία όρεξη να χορηγηθεί άδεια και σε άλλους να χτίσουν εδώ ή να επιτρέπεται σε εκνευριστικές ομάδες φυσιολατρών να κυκλοφορούν πέρα δώθε με ποδήλατα και πλαστικά μπουκαλάκια νερού. Να το λοιπόν τώρα το σπίτι του, με τους λευκούς του τοίχους γύρω γύρω, τα μεγάλα του παράθυρα και τις καθαρές, απέριττες, νεοφονξιοναλιστικές γραμμές. Ακριβώς όπως το ήθελε.

Ταυτόχρονα, δεν ήταν ακριβώς όπως θα έπρεπε να είναι. Ο Γεν εξακολουθούσε να σκέφτεται το άλλο σπίτι, με μια αλλόκοτη, ασαφή λαχτάρα. Ένα πανάσχημο παλιό μεγάλο κουτί, σκέτο έκτρωμα, το οποίο πάντρευε στοιχεία ξεπερασμένου αρχιτεκτονικού νεοπλουτισμού με ελεεινές προσθήκες του 1960- και ήταν επίσης υπερβολικά ακριβό, επειδή βρισκόταν στην Στρανβάιεν, την παραλιακή λεωφόρο της Κοπεγχάγης με τα σπίτια των πλουσίων. Αλλά δεν ήταν αυτός ο λόγος που ήθελε να ζήσει σε αυτό το σπίτι- δεν ήταν από αυτούς που τους νοιάζει να ζουν σε εύπορα προάστια. Αυτό που είχε σημασία για τον Γεν ήταν πως αυτό το σπίτι βρισκόταν ακριβώς δίπλα στο πατρικό της Έλλε. Ο Γεν δεν μπορούσε να πάψει να φαντάζεται πως θα ήταν η ζωή τους: η μεγάλη οικογένεια να μαζεύεται τα βράδια για μπάρμπεκιου κάτω από τις μηλιές, παιδάκια να τρέχουν στις πελούζες με το πλούσιο γρασίδι, ο ίδιος παρέα με τον πατέρα της Έννε μ' ένα ποτήρι καλό ουίσκι στο χέρι και την μυρωδιά καπνού Βιρτζίνια να τους τυλίγει' τα αδέρφια της Έννε να κάθονται σ' ένα μακρύ, λευκό τραπέζι κήπου με τα παιδιά τους' η μητέρα της Έννε στην κούνια της βεράντας, μ' ένα όμορφο ινδικό σάλι στους ώμους' τα δικά τους παιδιά, εκείνου και της Έννε, τέσσερα ή πέντε, τα φανταζόταν και αυτά, η Έννε με το μικρότερο στην αγκαλιά, χαρούμενη και χαμογελαστή... Ίσως όλα αυτά να γίνονταν σε μια γιορτή του Αϊ Γιαννιού' θα είχαν ανάψει την δική τους ιδιωτική φωτιά στην παραλία αλλά παρότι θα παρευρισκόταν μόνο η οικογένεια, θα ήταν αρκετοί ώστε ο εθνικός ύμνος ν' ακούγεται δυνατά όταν τραγουδούσαν. Ή πάλι όλα αυτά θα μπορούσαν να συμβαίνουν μια συνηθισμένη Πέμπτη, απλά και μόνο επειδή έτσι τους ήρθε και έτυχε να βρουν φρέσκες γαρίδες στο λιμάνι εκείνη την ημέρα.

You've reached the end of published parts.

⏰ Last updated: Jul 23, 2018 ⏰

Add this story to your Library to get notified about new parts!

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΣΤΗ ΒΑΛΙΤΣΑWhere stories live. Discover now