Αν σου είχα πει όχι...

236 84 6
                                    

Κάθε φορά που πέρναγες δίπλα μου κι ας μην σε έβλεπα, σε ένιωθα. Ένιωθα τα μάτια σου να καίνε το σώμα μου, να σηκώνουν κάθε τρίχα πάνω μου. Μόλις έφευγες έπαιρνες και αυτήν την περίεργη αύρα μαζί του. Σαν να σταμάταγες τον χρόνο κοντά μου και να τον επανέφερες μόλις μακριά μου.

Υπήρχαν στιγμές που σε σκεφτόμουν και αναρωτιόμουν γιατί δεν μου μιλούσες πια. Τι είχε συμβεί μεταξύ μας, τι είχε απογίνει η φιλία μας, όλες οι όμορφες στιγμές μεταξύ μας; Γιατί σταμάτησες να με νοιάζεσαι και ξεκίνησες να με βλέπεις με αηδία; Εγώ σε έσπρωξα μακριά μου, αλλά γιατί ποτέ δεν προσπάθησες;

Αλλά μπορεί και καλύτερα έτσι. 

Στον κόσμο που βρισκόμουν ήσουν ένα τίποτα. Δεν ήθελα να γίνω σαν εσένα. Δεν ήθελα να με δείχνουν, να μιλούν, να με κοροϊδεύουν όπως εσένα. Όχι ότι σε ένοιαζε, αλλά εμένα ναι. Είχα κάνει πολλά για να φτάσω στην κορυφή, ενώ εσύ έμεινες στον πάτο.

Εκείνη την ημέρα φθινοπώρου, όπου τα φύλλα έπεφταν στα πόδια μου και ύστερα πετούσαν μακριά, με πλησίασες. Βασικά έκατσες στο ίδιο παγκάκι με εμένα. Δεν με κοίταξες, δεν μου μίλησες, απλά κάθισες δίπλα μου. Δεν ήξερα πως με βρήκες να κλαίω μόνη μου, αλλά ήσουν εκεί.

Έξυσες το ελαφρύ μούσι σου και έβηξες δύο φορές άβολα. Ήθελες να πεις τόσα, όμως ήταν σαν να μην ήξερες την αρχή ή το τέλος. Παραμείναμε σιωπηλοί να κοιτάμε πως η πρασινάδα του πάρκου χανόταν κάτω από τα φθινοπωρινά καφέ φύλλα. Το αεράκι το εμπόδιζες εσύ από το να με χτυπήσει.

Σε ευχαριστώ, διότι κρύωνα.

Έβγαλες το παλτό σου και μου το έδωσες. Πρώτη φορά σε είδα να χαμογελάς, αν και ζόρικα. Αυτή η στιγμή με ταξίδεψε τότε που σε γνώρισα. Τότε που με είδες να κλαίω πρώτη φορά όταν ήμασταν μικρά και προσφέρθηκες να μου δώσεις ένα χαρτομάντιλο. Μου είπες να μην ακούω τους υπόλοιπους και ότι εκείνοι δεν θα καθόριζαν το ποια είμαι ή το μέλλον μου. 

Τι ειρωνεία που το έκαναν.

Τυλίχτηκα με το άρωμα σου και αναστέναξα. Δεν ντρεπόμουν να καθαρίσω τα δάκρυα μου. Δεν ντρεπόμουν να δεις πως ήμουν με κατεστραμμένο make-up. Δεν ήταν ανάγκη να σου εξηγήσω πως αισθανόμουν. Δεν σε ένοιαζε τίποτα από αυτά. Ήθελες πάντα το καλό μου, ακόμη και που ήμουν αυτός ο άνθρωπος.

"Αν," είπες το όνομα μου και η φωνή σου ήταν μια γλυκιά μελωδία στα αυτιά μου. "Σου αρέσει ο εαυτός σου έτσι; Είσαι ευτυχισμένη;"

Κατέβασα το κεφάλι και καθάρισα τον λαιμό μου. Ήξερες τι θα απαντούσα, αλλά γιατί με ρώτησες; Γιατί ήθελες να με βάλεις σε αυτή την διαδικασία; Γιατί και γιατί και γιατί; Μπορεί να με πονούσε, άλλα έτσι θα ήμουν χαρούμενη, έτσι θα με αγαπούσαν όλοι, έτσι θα ζούσα την ζωή που ήθελα να έχω.

"Ναι," μουρμούρισα και με την άκρη του ματιού μου σε είδα να σηκώνεσαι και να φεύγεις.

Ο βηματισμός σου ήταν νευρικός, μπερδεμένος. Σταμάτησες και ύστερα συνέχισες. Ξανασταμάτησες. Έκανες ένα γύρο γύρω από τον εαυτό σου και ξανασυνέχισες. Σταμάτησες πάλι όμως και αυτή την φορά ακούμπησες την γροθιά σου με δύναμη σε ένα δέντρο. 

Τότε έφυγες χωρίς να κοιτάς πίσω σου.

Και έμεινα πάλι μόνη, να κοιτάω το άδειο πάρκο και να μυρίζω το άρωμα στο ξεχασμένο παλτό σου καθώς το κρύο αεράκι μου χτυπούσε τα φλεγόμενα μάγουλα μου. Κατέβασα το κεφάλι για άλλη μια φορά, με δάκρυα στα μάτια μου, και αναρωτήθηκα τι θα έκανες...

Αν σου είχα πει όχι...

Αν... [✔]Wo Geschichten leben. Entdecke jetzt