~1~

942 46 1
                                    

Ποιος είσαι;"
"Σκάσε. Μονό εγώ ρωτάω εδώ μέσα" είπε πλησιάζοντας με το μαχαίρι
"Εσύ τη σκότωσες;"
"Σκαστε είπα "
"Γιατι το εκανες;"
Ο άντρας τους κοίταξε, χαμογέλασε πονηρά και ειπε
"Υπάρχουν πολλα μυστικά και πρόσωπα  που κρύβονται πισω απο αυτη την ιστορια. Δεν έπρεπε να ανακατευτειτε σε αυτη την υπόθεση. Τωρα ξέρετε πολλα."
Οι τρεις νεαροί φοιτητές κοίταξαν τρομαγμένοι ο ενας τον αλλο . Έκλεισαν τα μάτια τους και θυμήθηκαν τις στιγμές που πέρασαν μαζί. Θυμήθηκαν την πρώτη φορά που συναντήθηκαν. Τότε που ήταν ακόμη τέσσερις και δεν είχαν ιδέα για το τι πρόκειται να ακολουθήσει.

-----------------------------------------------------------

Μερικοί μήνες νωρίτερα

Η Αννα ήπιε μια γουλια απο τον καφέ της και κοίταξε εξω απο το παράθυρο. Καθόταν σε μια καφετέρια μαζι με τη φίλη της, τη Λυδία.
"Άννα με ακούς; Σου μιλάω τόση ωρα." Ειπε η Λυδία κουνώντας τα χερια της μπροστα απο το πρόσωπο της φιλης της.
"Εμ ναιι ρε Λυδία φυσικα και σε ακούω "
"Αα ναι; Τοτε τι έλεγα;"
Η Αννα πίνει λιγο απο τον καφε της ωστε να κερδίσει χρόνο για να μαντέψει τι ελεγε η φίλη της. Η αληθεια ειναι πως δεν άκουσε λέξη απο τα λόγια της Λυδίας. Ειχε ενα πολυ κακο προαίσθημα σήμερα που δεν την άφηνε σε ησυχία. Βλεποντας τη φίλη της να την κοιτάει περιμένοντας μια απάντηση αποφάσισε να το ρισκάρει.
"Ελεγες οτι ακομα ψαχνεις μια δουλειά και δεν βρίσκεις " απάντησε τελικα αλλα ακούστηκε περισσότερο σαν ερώτηση.
"Αν και είμαι σίγουρη οτι δεν άκουσες τιποτα το βρήκες " ειπε η Λυδία και τα δυο κοριτσια συνέχισαν τη συζήτηση
"Πες μου τι σε απασχολεί " της ειπε καποια στιγμη η Λυδία
"Τιποτα "
"Ελα τωρα. Εισαι πολυ σκεπτική και αποσπασαι συνεχεια. Πες μου σε παρακαλώ "
"Δεν ειναι κατι αληθεια. Απλα άνοιξα μια χαμένη υπόθεση στο γραφείο για εξάσκηση και κατι δεν μου κολλαει. Σαν να υπάρχουν κι αλλα"
"Τι αλλα δηλαδή; "
"Δεν ξερω. Μαλλον ειναι η ιδέα μου" ειπε η Άννα και κοίταξε αλλου για να μην καταλάβει η Λυδία ότι ελεγε ψέματα. Ήξερε ότι δεν ηταν η ιδέα της και οτι επρεπε να μάθει περισσοτερα. Ηθελε να το πει στη φιλη της αλλα ηξερε ότι δεν ηρθε η ωρα ακομα.

Η Άννα Δημητρίου ειναι μια κοπελα 24 χρονων. Σπουδάζει νομική και ταυτόχρονα εργάζεται σε ενα δικηγορικό γραφείο. Ζει με τον αδερφό της σε ενα μικρο σπιτι κοντα στη σχολή της.  Αν και εχει λιγους φιλους ειναι πολυ γνωστή τοσο στη σχολη της οσο και στη γειτονιά της για την καλοσύνη και την ευγένεια που την κατέχουν. Απο μικρή της αρεσε να κάνει ερωτήσεις και να μαθαίνει περισσότερα απο οσα έπρεπε και οταν κάποιος ρωτούσε τον λογο στον οποίο οφείλεται η περιέργεια της του αραδιαζε ενα σωρό επιχειρήματα. Ετσι αποφάσισε να γίνει δικηγόρος και ηξερε ότι δεν θα αφηνε ποτε μια υπόθεση μεχρι να τη φτάσει στο τελος της.

Αφου χαιρέτησε τη Λυδία, η Άννα κατευθύνθηκε προς το δικηγορικό γραφείο. Έπρεπε να ρωτήσει τον κύριο Στέργιου  περισσοτερα για αυτη την υπόθεση.
"Γεια σας" ειπε μολις μπηκε στο γραφείο.
"Γεια σου Άννα. Πως κι απο εδω; Αν θυμάμαι καλά σήμερα δεν δουλεύεις"
"Μια χαρα θυμάστε κύριε Στέργιου απλώς θα ήθελα να σας κανω καποιες ερωτήσεις "
"Φυσικά. Ελα πέρασε κάθισε. Τι θελεις να με ρωτήσεις; Αφορά καμια απο τις χαμένες υποθέσεις που σ'αρέσει να διαβαζεις;"
"Ναι ακριβώς. Αυτον τον καιρο ασχολούμαι με την πρωτη υπόθεση που ειχατε αναλάβει. Τη θυμάστε;"
Το πρόσωπο του κυρίου Στέργιου σκοτείνιασε. Ηταν φανερό ότι τη θυμόταν πολυ καλα.
"Αννα μου αυτη την υποθεση καλο ειναι να την αφήσεις. Με ειχε παιδεψει παρα πολυ και τελικά δεν μπόρεσα να την ολοκληρώσω. Ξέρω ότι αν βάλεις κατι στο μυαλό σου πρεπει να το κανεις ομως θα σε συμβούλευα για το καλο σου να την αφήσεις " της αποκρίθηκε ευγενικά αλλα ο τονος της φωνής του ηταν απότομος. Η Αννα ηξερε ότι δεν έπρεπε να το συνεχίσει. Σηκώθηκε και ετοιμάστηκε να φυγει οταν της ηρθε κατι αλλο στο μυαλό.
"Κύριε Στέργιου μπορείτε να μου κανετε μια χάρη;"

Το επόμενο πρωί η Άννα σηκώθηκε απο το κρεβάτι της και κάθισε στο σαλονι πίνοντας τον καφέ της. Μετά απο λίγο ξύπνησε και ο αδερφός της, ο Δημήτρης.
"Καλημέραα"
"Καλημέρα μικρό σκατο" της ειπε εκεινος. Ηταν 3 χρόνια μεγαλύτερος της και συνήθιζε να την αποκαλεί ετσι απο μικρος.
"Βγηκες χθες;" τον ρώτησε
"Ναι με τα παιδιά και ηπιαμε πολύ. Πωω το κεφάλι μου " εκανε εναν μορφασμο πόνου και ηπιε λιγο καφε.
"Πρεπει να φύγω " συνεχισε κοιτάζοντας την ώρα.
"Σ'αγαπώ πολύ αδερφάκι μου " του ειπε η Άννα αγκαλιάζοντας τον στην πόρτα.
"Στα κέφια σου εισαι σημερα βλεπω " της αποκρίθηκε με ενα χαμόγελο και εκεινη του εριξε ενα δολοφονικό βλεμμα "αλλα κι εγώ σ'αγαπώ ".

Μετά απο καμια ωρα η Άννα βρισκόταν στη σχολή της. Χαιρέτησε κάποιους συμφοιτητές της και στη συνέχεια πηγε στο αμφιθέατρο που ειχε μάθημα. Οταν τελειωσε αντι για το δρόμο προς το σπιτι της πηρε εκεινον που κατέληγε στη βιβλιοθήκη διπλα απο το κτίριο της νομικής. Όπως εβγαινε απο το κτίριο ειδε μια παράξενη αντρική φιγούρα να την κοιτάει επίμονα. Το βλεμμα του ηταν σκοτεινό και στοιχειωμένο. "Ειχα δικιο" ειπε στον εαυτό της και πηρε τον δρομο για τη βιβλιοθήκη 

Μετα απο αρκετες ωρες μελέτης, η αννα αποφάσισε να κανει ενα διάλλειμα και να στειλει κάποια  e-mail που ηθελε. Οταν τελείωσε ειχε ηδη νυχτώσει. Κοίταξε γυρω της και ειχε μεινει μονη της μαζι με την υπεύθυνη της βιβλιοθήκης. Ή τουλάχιστον ετσι πίστευε.

Καθως περπατούσε ειδε εναν αντρα να την πλησιάζει. Ηταν αυτός που τον επιασε να την κοιτάει. Προσπάθησε να επιταχύνει το βημα της για να του ξεφύγει ομως δεν τα κατάφερε.

Ο άντρας την ειχε ηδη ακινητοποιήσει και τη μετέφερε.

-----------------------------------------------------------

Ρίκα🌹

Truth or Death?Where stories live. Discover now