07:30 π.μ.
Όπου να 'ναι, θα συμβεί, όπως κάθε πρωί, κάθε μέρα. Κοιτάζω τον άδειο χώρο γύρω μου και έπειτα τα μάτια μου πέφτουν στις μεταλλικές πόρτες του ασανσέρ. Ναι, σε λίγο θα το ακούσω.
«Καλημέρα».
Γυρνάω σχεδόν ενστικτωδώς το βλέμμα μου και τον αντικρίζω˙ μελαμψό δέρμα, μαλλιά μαύρα πιασμένα σε μια ελαφριά κοτσίδα, σαφώς ψηλότερος και μεγαλύτερός μου, με δυο μελιά φονικά μάτια. Ακόμα και ο τόνος της φωνής του ακολουθεί το ίδιο δολοφονικό μοτίβο. Έπειτα, οι πύλες κλείνουν πίσω του και είναι πλέον αργά...
«ΠΟΥ ΝΑ ΠΑΡΕΙ!!!» και όπως κάθε άλλη φορά καταριέμαι τον εαυτό μου για δύο πράγματα:α) άλλο ένα πρωινό που θα πάω καθυστερημένα στη δουλειά
και β), ίσως το κυριότερο, παραμένω το ίδιο και περισσότερο ερωτευμένος με τον μεγαλύτερό μου αδερφό, τον Λουκά.
Ας τα πάρουμε όμως από την αρχή πριν ξεκινήσει το μεγάλο μπέρδεμα. Εγώ είμαι ο Γιάννης, το ξανθό αγγελούδι της μητέρας, με τα καταγάλανα μάτια, το αστείρευτο χαμόγελο και την ικανότητα να σκορπίζει χαρά σε όλους τριγύρω...ή έτσι έστω πίστευε εκείνη μέχρι και την τελευταία της πνοή. Έχω τέσσερα μεγαλύτερα αδέρφια με μεγαλύτερο το καμάρι του πατέρα και μεγαλογιατρό, Γιώργο. Αμέσως επόμενο τον ανεξάρτητο και μοναχικό λύκο Λουκά κι έπειτα τα δίδυμα Βασίλης και Ζωή που με περνάνε έξι χρόνια. Και το έκτο της τραγικής αυτής οικογένειας, και το πιο αθώο, είναι η μικρή μας αδερφή η Μιχαέλα. Με τους δύο μεγαλύτερους να έχουν πάρει τους δικούς τους δρόμους όσο ακόμα κοιμόμουν παρέα με τον Ζαχαρούλη (μην ακούσω το παραμικρό σχόλιο για το παιδικό μου αρκούδι), μόνη μου παρέα ήταν η μικρή και ο Βασίλης μέχρι που ξεπήδησέ και αυτός, πήγε κόντρα στον βάρβαρο πατέρα και έφυγε σπίτι για να μείνει μόνος με την αγαπημένη του κιθάρα. Εγώ, πάλι παρέμεινα φυλακισμένος με απαγορευμένα όνειρα και πόθους. Τα συναισθήματα για τον Λουκά ξεκίνησαν χρόνια πριν, όταν κοίταξα για πρώτη φορά στα μελιά του μάτια και αντί να χεστώ πάνω μου από φόβο απλά αισθάνθηκα ένα πόνο στην καρδιά τον οποίο και ακολούθησε ανεξέλεγκτο τρέμουλο στα πόδια και στην άρθρωση οποιασδήποτε λέξης. Θυμάμαι έντονα εκείνη την μέρα: απλά ούρλιαξα σαν άγριος ινδιάνος σε κάποια απελπιστική εμπόλεμη κατάσταση και έτρεξα να κλειστώ στο δωμάτιο μου, κι αυτό ήταν. Μου πήρε αρκετό καιρό να καταλάβω πως αυτή η αδιαθεσία λεγόταν έρωτας. Να πάρει, είχα αφήσει τον Γιώργο να μου κάνει πολύωρο μάθημα για την αγάπη όταν τον ρώτησα πως αισθάνθηκε όταν αντίκρισε την γυναίκα του για πρώτη φορά, το οποίο κατέληξε σε μάθημα χημείας και βιολογίας. Με βοήθησε όμως...με βοήθησε να διαπιστώσω πόσο τυχερός ήμουν και συνάμα πόσο άτυχος. Ερωτευμένος με τον ίδιο μου τον αδερφό. Οκ, εντάξει, να δεχτώ το ότι είμαι ομοφυλόφιλος ή όπως αλλιώς ονομάζεται, αλλά...το να σου προκαλεί τέτοιου είδους αντιδράσεις, χημικές και μη, ο ίδιος αδερφός τον οποίο κατούρησες στα μούτρα όταν ήσουν μωρό ενώ εκείνος σε κρατούσε για πρώτη φορά, μου ακούγεται αρκετά παρατραβηγμένο...ακόμα και για μένα.
YOU ARE READING
Το πιο όμορφο πρωινό
RomanceΟ Γιάννης είναι 24 χρονών και ερωτευμένος με το μοναδικό άτομο στον κόσμο που δεν θα έπρεπε. Και το χειρότερο; Μένει ακριβώς δίπλα του. "Το πιο όμορφο πρωινό", είναι ένα μικρό διήγημα με μια γλυκόπικρη ατμόσφαιρα και ένα μήνυμα στο τέλος: κάποιες φο...