πεινασμένο στόμα

31 3 0
                                    

Λίγα μέτρα πιο κάτω το κεφάλι αιωρούταν. Στο σκοτεινό σοκάκι με τις μαύρες πεύκες ποτέ κανείς δεν αναρωτιόταν αν οι μνήμες ήταν παρούσες και όντως αυθεντικές. Είχε την αίσθηση ότι δεν θυμόταν τίποτε από τα βιβλία που είχε διαβάσει τα προηγούμενα χρόνια. Θριματίστηκαν πάνω στο πλακάκι, το περιεχόμενο των διηγημάτων που είχε διαβάσει, η δεύτερη ανάγνωση έμοιαζε με την πρώτη. Μόνο τις γνώσεις για τον εγκέφαλο συγκρατούσε και εκείνο το αυθεντικό βράδυ τις σκέψεις πλυμμήριζε η πρόσφατη γνώση για το εγκεφαλονωτιαίο υγρό. Δεν σπούδαζε ιατρική. Έβαζε όμως τον εαυτό να μαθαίνει για τα μέρη του εγκεφάλου, τους λοβούς και τις λειτουργίες του καθενός με απόλυτη αφοσίωση, κάθε βράδυ σαν τελετουργικό. Απέφευγε όμως να σκέφτεται ότι ουσιαστικά μάθαινε για τον εγκέφαλο μέσα από τον ίδιο τον εγκέφαλο, ότι εκείνος βοηθούσε στην απορρόφιση, ακόμα και στο διάβασμα των πληροφοριών για τη δομή του. Πόνος στα δόντια ο ερχομός αυτών των σκέφεων. Μόλις έμαθε για τον βρεγματικό λοβό, άρχισε να διαβάζει για την ακριβή ποσότητα του αυξημένου εγκεφαλονωτιαίου, τον αριθμό των κυττάρων και την απόχρωση του λευκού. Υδροκεφαλία. Κανείς δεν περπατούσε στο κρύο τσιμέντο του Κουράσικι όταν οι χήνες κοιμόταν.

Ένιωθε το πέλμα ξυπόλητο. Δεν θυμόταν για πόση ώρα περπατούσε δίπλα από το κανάλι με το γλυκό νερό που γυάλιζε κάτω από το φως των χάρτινων φαναριών. Φιλούσε το σκαλισμένο ξύλο των κανό που κουβαλούσαν πια περισσότερο ξένους παρά ντόπιους κυρίως τις ανοιξιάτικες μέρες. Ακόμα και οι πρωτευουσιάνοι ξεκλείδωναν τις πόρτες από τα πνιγμένα στη σκόνη διαμερίσματα τους, για μία βόλτα με το κανό των παιδικών χρόνων, παίρνοντας το τρένο της γραμμής 22 προς το Οκαγιάμα. Οι μισοί -συνήθως με τη γελοία διάλεκτο Γιαμανότε- έγγαμοι με παιδιά, ονειρεύονταν ζωή στην επαρχία και την έναρξη μιάς επιχείρησης εκτροφής κλωσσών για να συμβάλλουν στην διάδοση του περίφημου ταμάγκοκακε, να απολαύσουν την γεύση της χρησιμότητας. Οι κωπηλάτες έτριζαν τα δόντια τους.

Γύρνα πίσω στο Τόκυο καλύτερα. Κανένας δεν σε θέλει εδώ. Ούτε εσένα, ούτε την ηλίθια προφορά σου. Ενώ φανταζόταν την άκρη του κουπιού να διαπερνά τον αμφιβληστροειδή.

Το φως των φαναριών προκαλούσε πάντα νύστα και ένα είδος ζάλης που σε ξεγελούσε και σε έκανε να πιστεύεις ότι δεν υπάρχει κόσμος έξω από του Κουράσικι. Στο σταθμό του Οκαγιάμα τα πάντα τελειώνουν και πλέον έχεις χάσει την ανθρώπινη σου ύπαρξη. Το νερό στο σώμα απορροφίθηκε από την απουσία νοήματος και την δυσκολία να βρεις κάτι εξίσου όμορφο με τις πλάκες του Κουράσικι. Ή μεταφέρθηκε στο κεφάλι, βαθιά μέσα στα κύτταρα του εγκεφαλονωτιαίου υγρού. Πλέον είσαι άυλος. Όταν όμως τύφλωση κυριεύσει κάποια μέρα το αριστερό μάτι, τότε δεν έχεις να φοβάσαι. Γι'αυτό σταμάτησε να φοβάται. Στα εικοσιέξι χρόνια κατάλαβε πως το Κουράσικι δεν είχε να προσφέρει τίποτα παραπάνω από ένα μπολ ταμάγκοκακε και το γλυκό νερό του καναλιού, το οποίο φιλτράρονταν και έφτανε στα κεφάλια των κατοίκων. Ονειρευόταν ότι έπαιρνε το τρένο από τον σταθμό του Οκαγιάμα, για να δει επιτέλους πώς είναι το στεγνό χώμα και οι γυμνοί δρόμοι έξω από τη φυλακή των φαναριών και του μουρμουρητού των κουπιών. Δεν ήξερε όμως πώς είναι η ζωή για τους μονόφθαλμους έξω από το Κουράσικι.

You've reached the end of published parts.

⏰ Last updated: May 31, 2020 ⏰

Add this story to your Library to get notified about new parts!

°♡αλμυρά πρόσωπα♡°Where stories live. Discover now