ΕΙΣΑΓΩΓΗ

143 16 9
                                    

Η ιστορία που θα σας διηγηθώ διαδραματίζεται σε κάποιο μακρινό παρελθόν, την ακριβή χρονική περίοδο δεν μπορώ να την καθορίσω καθώς ο χρόνος είναι υποκειμενικός, γι' αυτό η μέτρηση του μπορεί να γίνει με πολλούς τρόπους και οι σημερινοί υπολογισμοί είναι αδύνατο να χρονολογήσουν την περίοδο που εξελίσσονται τα γεγονότα.       
Εκείνη λοιπόν την εποχή, κάπου στα βόρεια υπήρχε μια μυθική χώρα, το Όλεγκον.            
Θηριώδη βουνά, καταπράσινες κοιλάδες και εύφορες πεδιάδες που τις διέτρεχαν ζωογόνα ποτάμια, σχημάτιζαν την μορφολογία του εδάφους του.
Ήταν ένας ευλογημένος τόπος, χωρισμένος σε πέντε ένδοξα βασιλεία που κατείχαν χαρίσματα αξιοθαύμαστα και συνυπήρχαν αρμονικά.                                                     
Το βασίλειο του Μάντατορ, απλωνόταν βόρεια, στεκόταν εμβληματικά στις παρυφές του Λευκού Όρους, αθέατο και δυσπρόσιτο ήταν το λίκνο των πιο σκληροτράχηλων πολεμιστών που χάρη στην γνώση της μαγείας και των αρχαίων ρούνων, είχαν την ευχέρεια να μεταμορφώνονται σε δράκους, γιγάντια πλάσματα που προκαλούσαν δέος και φόβο στην θέα τους.                                                               
Στο νότιο άκρο της χώρας, πάνω στο βουνό Στόρμ, στα σπλάχνα της Άγονης Κοιλάδας, δέσποζε το βασίλειο του Φερεθόλ.
Ήταν το πιο περίλαμπρο απ' όλα, με ψηλούς περίτεχνους πύργους και ανθοστόλιστους κήπους που μάγευαν με την ομορφιά τους κάθε ανθρώπινο μάτι.
Οι κάτοικοι του δεν έκαναν κάποια συγκεκριμένη δουλειά, αφού η μαγική τους φύση τους επέτρεπε να έχουν ότι ποθούσαν.
Στ' ανατολικά, στην γη της Αντόρια, εκτείνονταν το βασίλειο του Γκερέρο. Οι υπήκοοι του ήταν δεινοί μεταλλουργοί, ένα άχαρο κομμάτι σίδερο γινόταν έργο τέχνης στα χέρια τους.
Το έδαφος που κατοικούσαν ήταν γενναιόδωρο σε σπάνια μεταλλεύματα και τ' ορυχεία τους που επεκτείνονταν μέχρι τα έγκατα της γης τους χάριζαν απλόχερα την πρώτη ύλη για την κατασκευή όπλων και θαυμαστών κοσμημάτων.
 
Ακριβώς στην αντίθετη κατεύθυνση, βρισκόταν το βασίλειο του Κλέρεν, χαμένο μέσα στα Σμαραγδένια Δάση. Γύρω του ορθώνονταν πελώρια δέντρα που οι κορυφές τους έγλυφαν τον γαλανό ουρανό και οι βαθιές ρίζες τους έφταναν μέχρι τον πυρήνα της γης. Κρυστάλλινα νερά διέτρεχαν αυτό το βασίλειο και μικρά σπίτια με αχυρένιες σκεπές και καταπράσινους κήπους γέμιζαν το εσωτερικό του.                
Οι κάτοικοι του ήταν κυρίως θεραπευτές καθώς κατείχαν άριστη γνώση των ιδιοτήτων κάθε λογής βοτάνου.                                             

Στο κέντρο της χώρας, στην γη του Μιντλεόν, ανάμεσα σε καταπράσινους λόφους κι εύφορες πεδιάδες, απλωνόταν το βασίλειο του Έλεγκορ, ένα περίλαμπρο κάστρο δέσποζε στην μέση, περιτριγυρισμένο από μικρούς πυργίσκους και χαμηλοτάβανα σπίτια που φιλοξενούσαν ανθρώπους που κόπιαζαν νυχθημερόν για το καθημερινό τους φαγητό από την καλλιέργεια της εύφορης γης, αλλά και ευρηματικούς εμπόρους που ταξίδευαν ως τα πέρατα της χώρας.

Οι μέρες κυλούσαν αρμονικά και οι λαοί του Όλεγκον ευημερούσαν, έχοντας άριστες σχέσεις μεταξύ τους, ώσπου μια σκοτεινή νύχτα εμφανίστηκε ένα κατακόκκινο φεγγάρι, βάφοντας τον ουρανό στο χρώμα του αίματος και μια σατανική οντότητα ξεπήδησε από τα έγκατα της Αβύσσου, κυριεύοντας τον Μάντατορ. Σιγά σιγά, μέρα με την μέρα ένα βαθύ σκοτάδι μαύριζε την ψυχή του, γινόταν αλαζόνας με την οικογένεια του και σκληρός με τον λαό του, ώσπου στο τέλος έγινε τόσο άπληστος που έβαλε σκοπό της ζωής του να κατακτήσει όλο το Όλεγκον.
Οι δράκοι του επιτίθονταν σπέρνοντας τον τρόμο και τον θάνατο στ' άλλα βασιλεία κι ένας συνεχής πόλεμος επικράτησε μεταξύ τους για αρκετό καιρό.
Οι τέσσερις βασιλείς συμμάχησαν και με την βοήθεια των αρχαίων ρούνων κατάφεραν να τον εγκλωβίσουν στα έγκατα του σκότους.
Μετά το τέλος του Μάντατορ τα τέσσερα βασιλεία κατάφεραν να επουλώσουν τις πληγές τους και οι λαοί τους άρχισαν ν' ευημερούν ξανά, ενώ το βασίλειο των δράκων αργοέσβηνε καθώς το τίμημα που πλήρωνε ήταν δυσβάσταχτο.                             
Η καθημερινή ζωή είχε επανέλθει φυσιολογικά, ώσπου εντελώς ξαφνικά οι τέσσερις άρχοντες του Όλεγκον άρχισαν ν' ακούν απόκοσμες φωνές που σιγά σιγά τους οδήγησαν στην παραφροσύνη. Μια σκοτεινή νύχτα δίχως φεγγάρι εξαφανίστηκαν και κανείς ποτέ δεν τους ξαναείδε.                      

  Με την πάροδο του χρόνου τα βασιλεία έσβησαν και στην θέση τους δημιουργήθηκαν καινούργια βασιλεία και φυλές που είχαν αρκετές ομοιότητες με τους προγόνους τους.
Όλη αυτή η ιστορία ξεχάστηκε και τα πέντε βασιλεία δεν ήταν τίποτε παραπάνω από έναν μύθο που λεγόταν από στόμα σε στόμα, ώσπου στο τέλος ελάχιστοι είχαν μια υποτυπώδη γνώση του παρελθόντος.                                          Οι άλλοτε αρμονικές σχέσεις μεταξύ τους χάθηκαν και οι αντιπαραθέσεις ήταν συχνό φαινόμενο.
Αντιπαραθέσεις που οδηγούσαν σε μακροχρόνιες μάχες, καθώς ακόμα και οι συνθήκες ειρήνης που υπέγραφαν ήταν τόσο ισχνές που έληγαν για τον πιο ασήμαντο λόγο.                                      Σ' αυτόν τον κόσμο κι εκείνη την εποχή έζησε ο Κρίστιαν, ένας άντρας με πολυτάραχο παρελθόν, ένας πρίγκηπας που κατάντησε τυχοδιώκτης.       

Ο ΓΗΤΕΥΤΗΣ ΤΗΣ ΦΩΤΙΑΣ Where stories live. Discover now