" Ήταν βράδυ και έκανε κρύο. Βγήκε για λίγο, μόνη, να ξεσκασει, να ξεχαστεί, θλιμμένη, πληγωμένη, δεν ένιωθε πια, δεν ένιωθε τίποτα, κανέναν. Έχασε την ελπίδα της, το νόημα να συνεχίσει, άναψε το τσιγάρο... Το πρώτο δάκρυ κύλησε, οι σκέψεις περνούσαν αδιάκοπα από το μυαλό της, δάκρυα σκέπασαν τα μάτια της, βροχή ,ήθελε να εξαφανιστεί. Ο πόνος η καθημερινότητα της, η ζωή της ένα άσχημο όνειρο χωρίς τέλος. Έτρεμε, κρύωνε, μα κανείς.. Που είναι αυτοί που τις έριχναν στάχτη στα μάτια τόσο καιρό "είμαι στο πλευρό σου δεν θα σε αφήσω " ; Έπεσε, ξανασηκώθηκε, άρχισε να τρέχει μες στο σκοτάδι, έγινε ένα με την νύχτα, χάθηκε.."