Είναι ένα. Εκείνο το συγκεκριμένο, ανάμεσα σε τόσα σου τραβά τη προσοχή, σε ελκύει. Τόσο ίδιο μα τόσο διαφορετικό ταυτόχρονα. Στα μάτια των άλλων δε ξεχωρίζει για σένα είναι θεός. Το πλησιάζεις με τον δικό σου τρόπο, τεντώνεις το χέρι σου και μόλις ακουμπήσεις τα πέταλα του νιώθεις μια ανεξήγητη αγαλλίαση. Ένα συναίσθημα πρωτόγνωρο ίσως να το έχεις ξανά ζήσει όμως ξέρεις πως δεν είναι το ίδιο με πριν -ή έτσι ισχυρίζεσαι-. Το σκούρο κόκκινο χρώμα του, η υπέροχη μυρωδιά του, η απαλή υφή του, όλα τόσο προσεγμένα και τέλεια σε εθίζουν. Δεν είναι τέλειο όμως, τίποτα δεν είναι. Τα μυτερά σκούρα αγκάθια του υπάρχουν παντού αλλά εσύ δε τα προσέχεις όσο κι αν σου φωνάζουν τον κίνδυνο. Προϋμνούν τον πόνο και επιλέγεις να τον αγνοήσεις, άλλωστε αξίζει τον κόπο σωστά; Παρασύρεσαι απ'τον θαυμασμό, απ'τον έρωτα σου για τα όμορφα πέταλα όταν ξαφνικά τα αγκάθια σε τσιμπουν και το συνειδητοποιείς. Είσαι μόνο εσύ σε αυτό, τα αγκάθια υπάρχουν για ένα λόγο, τίποτα δεν είναι τυχαίο. Πάντα ήσουν μόνο εσύ απλώς η πλάνη... Αυτή ήταν που τύλιξε το αφελές μυαλό σου και δε σε άφησε να βλέπεις πέρα απ'τα όμορφα πέταλα. Κλαις απ'τον πόνο, υποφέρεις, παραπατάς, ψάχνεις πίσω σου τα δικά σου λουλούδια, εκείνα που νόμιζες πως είχες όταν παρατηρείς πως έχουν γεμίσει και εκείνα αγκάθια, και σε τρυπούν ανελέητα. Παρατηρείς ένα μικρό άνοιγμα, ένα φως στο μικρό κήπο, κάποιος είναι εκεί, να σε βοηθήσει και εσύ φωνάζεις και φωνάζεις. Η φωνή σου αλλιώτικη ίσως αλλοιωμένη απ'τη πολύ δύναμη μα φωνάζεις.
-Τραβά με γιατί χάνομαι-