Κεφάλαιο 2

126 13 4
                                    

«Άντε ρε Ορφέα, τελείωνε, θα χάσουμε το λεωφορείο!» του φώναξε η αδελφή του από το σαλόνι, που ήταν έτοιμη εδώ και είκοσι λεπτά.

«Ένα λεπτό!» της φώναξε πίσω, και με γρήγορες κινήσεις φόρεσε τα παπούτσια του. Σηκώθηκε από το κρεβάτι, και έτρεξε στο μπάνιο για να βάλει τους φακούς επαφής του, όπως επίσης και τα υπερβολικά πολλά δαχτυλίδια και σκουλαρίκια του.

Τότε, κοιτάχτηκε στον καθρέπτη και κατάλαβε πως κάτι έλειπε. Έπιασε τη γραβάτα της στολής του που βρισκόταν πάνω στην καρέκλα του γραφείου του, και τη φόρεσε χωρίς να τη σφίξει, όπως κανονικά θα έπρεπε. Τελείωσε το ντύσιμό του ψεκάζοντας τον εαυτό του με μπόλικο άρωμα, και πήρε μαζί του ένα λεπτό μπουφάν, σε περίπτωση που έκανε κρύο.

Έριξε την τσάντα του στους ώμους του, και έτρεξε στο σαλόνι, που τον περίμενε η αδελφή του. «Πάμε», της είπε και βγήκαν από το σπίτι.

Το σχολικό λεωφορείο ήταν ήδη εκεί και τους περίμενε.

«Συγγνώμη που αργήσαμε!» είπε η αδελφή του στον οδηγό, καθώς έψαχναν με το βλέμμα τους δύο κενές θέσεις να καθίσουν.

«Ορφέα, Ξένια, εδώ!» άκουσαν τη φωνή του Ανδρέα από τα πίσω καθίσματα, και τον πλησίασαν.

«Πώς πάει; Αργήσατε σήμερα»

«Ναι, γιατί ΚΑΠΟΙΟΣ δεν κοιμήθηκε όλο το βράδυ και σήμερα δεν μπορούσε να ξυπνήσει!» του απάντησε η αδελφή του, τονίζοντας τη λέξη "Κάποιος". Ο Ορφέας γέλασε ένοχα.

Η πόρτα του λεωφορείου έκλεισε, και ο οδηγός ξεκίνησε να οδηγεί προς την επόμενη στάση, δηλαδή το σπίτι της Στεφανίας.

«Καλημέρες!» φώναξε η Στεφανία μόλις μπήκε μέσα, γεμάτη όρεξη. Ο Ορφέας, μόλις την άκουσε, έπιασε το κεφάλι του ζαλισμένος.

Αφού βρήκε τους φίλους της, τους πλησίασε. «Ε παιδιά, δεν μπορείτε να φανταστείτε τι έγινε χτες στο πάρτι του Δημήτρη!» ούρλιαξε μες στ'αυτιά του Ορφέα, και εκείνος μούγκρισε ενοχλημένος. «Μπορείς να μη φωνάζεις; Πονάει το κεφάλι μου» τη μάλωσε και έκλεισε τα μάτια του. Εκείνη, σα να μην τον άκουσε, συνέχισε την αφήγησή της.

Ο Δημήτρης ήταν ο αρχηγός της ομάδας ποδοσφαίρου του σχολείου τους, και ήταν γνωστός για τον έντονο χαρακτήρα του και τους απανωτούς καυγάδες που δημιουργούσε.

«Να μαντέψω, τσακώθηκε πάλι με κάποιον» απάντησε βαριεστημένα ο Ανδρέας και ρόλαρε τα μάτια του. «Αυτός ο άνθρωπος ζει για να καυγαδίζει».

Γιατί είναι ένα αγόρι στο κρεβάτι μου;; [SLOW UPDATES]Donde viven las historias. Descúbrelo ahora