Η πρώτη γνωριμία & ο «θείος Νικηφόρος»

352 12 7
                                    

Κεφάλαιο 2.

Η πρώτη γνωριμία & ο «θείος Νικηφόρος»

Ήταν γύρω στα τέσσερα χρόνια στην Αθήνα η Ασημίνα όταν γνώρισε τον Πέτρο. Ήταν φίλος της Αμαλίας, της εργοδότριας της. Είχε έρθει μια μέρα για να του μπαλώσει ένα σακάκι και με το που την είδε του κέντρισε το ενδιαφέρον. Στην αρχή η Ασημίνα ούτε που τον είχε παρατηρήσει, αλλά όταν χρειάστηκε να πάει στην εφημερίδα για να του δώσει το σακάκι ένιωσε κάτι. Της θύμιζε τον Νικηφόρο της έτσι καστανός που ήταν και πίσω από την γραφομηχανή. Μετά από εκείνη την συνάντηση ο Πέτρος έψαχνε συνέχεια αφορμές για να τη βλέπει, ώσπου βρήκε το θάρρος να της ζητήσει να βγούνε. Η Ασημίνα είχε ξεκινήσει αυτή τη σχέση με ενθουσιασμό αλλά ένα γράμμα της Ουρανίας την προβλημάτισε.

«Ασημινα μου, και θα μπορούσες να φτιάξεις ξανά τη ζωή σου, και στο ευχομαι! Αλλά θα ήταν καλό ίσως να χεις ξεπεράσει κάπως πρώτα τον Νικηφόρο»

Η Ασημίνα όμως είχε χάσει την εμπιστοσύνη της στους ανθρώπους γενικότερα. Επομένως δεν άφησε τον εαυτό της να αφεθεί στην σχέση της με τον Πέτρο, ακόμα και αν το ήθελε. Ήξερε πως ο Ορφανίδης ήταν καλός άνθρωπος και θα την βοηθούσε να γιατρευτεί αλλά πάντα κάτι την κρατούσε πίσω.

Ο Νικηφόρος είχε πάει στο Σταμιρέικο. Γιόρταζε ο Σέργιος και θα του πήγαινε ένα δώρο. Τον αγαπούσε τον γιο του. Πολύ! Τον κοιτούσε έτσι όπως έτρεχε μες το σπίτι και πήγαινε μια στον Φώτη και τη θεία Ουρανία, μια στον θείο Λάμπρο και τον θείο Φανούρη και μια σε αυτόν.
«Θείε Νικηφορεεεε» έκανε κάθε φορά που τον έβλεπε. Ήξερε πως και ο μικρός του είχε μεγάλη αδυναμία. Με τη Δρόσω δεν τα πήγαιναν και πολύ καλά. Σεβόταν ο ένας τον άλλον αλλά μετά από το γεγονός έμειναν ψυχραμένοι. Είχαν τα τυπικά και καλύτερα μάλιστα, πίστευε. Ο,τι είχαν κάνει ήταν ο λόγος που έχασε τον έρωτα της ζωής του, και εκείνη την αδερφή της. Δύσκολα μπορούσαν να αποβάλλουν αυτό το συναίσθημα από μέσα τους.
- Αγοράκι μου δεν θέλεις να πάτε να δείξεις στα παιδιά τα δώρα σου;
- Ναι μαμά. Φώτη, Μπέμπα ελάτε να σας τα δείξω.
Η Δρόσω είχε λόγο να διώξει τα παιδιά από την αυλή και να τα στείλει πάνω. Είχε πάει να δει την Ελένη και ήθελε να τους πει τα νέα της.
- Πήγα στην Ελένη χτες. Αδυνάτισε και άλλο. Δεν ξέρω τι της συμβαίνει και δεν το λεει αλλά κάτι πολύ κακό γίνεται εκεί μέσα.
- Και εγώ Δρόσω που πήγα την προηγούμενη εβδομάδα τα ίδια μου είπε. Ότι είναι όλα καλά. Αλλά δεν είναι. Το βλέπω εγώ το βλέμμα της. Δεν είναι η Ελένη που αγάπησα, η Ελένη που ξέρω. Ούτε το άγγιγμα μου δεν αντέχει.
- Εσύ Νικηφόρε... είπε διστακτικά η Δρόσω.
- Τι εγώ; Ξέρετε πως εγώ δεν έχω πάει να τη δω. Φαντάζομαι καταλαβαίνετε ότι και να ήθελα δηλαδή, θα ήταν παράξενο.
- Δεν εννοώ αυτό Νικηφόρε. Να, το όνομα Σεβαστός ανοίγει πολλές πόρτες. Δεν μπορείς κάπως να μάθεις τι άτομο είναι αυτός ο Βόσκαρης; Κάτι μου βρωμάει με αυτόν.
- Ναι και μένα, αυτός ο άνθρωπος έχει κάτι το κακό στο βλέμμα του, συμπλήρωσε ο Φανούρης.
- Δεν ξέρω Δρόσω, και ο Λάμπρος, Σεβαστός δεν είναι;
- Δεν είναι το ίδιο ξάδερφε και το ξέρεις. Άλλο να είσαι ο γιος του Δούκα και άλλο του Μιλτιάδη που ο γιος του έγινε φονιάς και εκείνος είναι σε κλινική.
- Θα δω τι μπορώ να κάνω αν και δεν υπόσχομαι πολλά. Είπε ο Νικηφόρος και έκανε να φύγει. Εγώ να φεύγω! Θα βραδιάσει και θα είμαι ακόμα εδώ αν το συνεχίσω έτσι.
- Σέργιεε! Κατέβα λίγο αγόρι μου να χαιρετήσεις τον θείο Νικηφόρο που φεύγει.

Σε ένα από τα πρώτα ραντεβού της με τον Πέτρο, της είχε πει πως από μικρός διάβαζε πολλή ποίηση για αυτό και έγινε εκδότης εφημερίδας. Του άρεσε η γραφή, και αφού συγγραφέας δεν μπορούσε να γίνει, έγινε ο,τι πιο κοντινό μπορούσε να σκεφτεί.
- Δεν είναι έξι ούτε εφτά τα θαύματα του κόσμου. Μόνο ένα είναι το θαύμα. Η αγάπη, είχε πει αβίαστα η Ασημίνα
- Που το ξέρεις εσύ αυτό;
- Γνώριζα κάποτε κάποιον που έλεγε ποιήματα.
- Κάποτε; Τώρα δεν τον ξέρεις πια;
- Μάλλον δεν τον ήξερα ποτέ τελικά, του είπε με ένα ψεύτικο χαμόγελο αλλάζοντας την κουβέντα. Πως ήταν σήμερα η μέρα σου;
- Μέτρια. Δεν έκανα τίποτα το ιδιαίτερο, παρά μόνο να μετρώ αντίστοιχα τις ώρες και τα λεπτά που θα σε ξαναδώ.
- Πέτρο μπορώ να σου πω κάτι χωρίς να με παρεξηγήσεις;
- Φυσικά.
- Έχω χορτάσει από όμορφα λόγια. Για την ακρίβεια μόνο από όμορφα λόγια ξέρω. Δεν θέλω να μου τα λες όλα αυτά για να με εντυπωσιάσεις γιατί μόνο εντύπωση δεν μου κάνουν.
- Μα δεν τα λέω για να σε εντυπ...
- Όπως και να τα λες! Τον διέκοψε, απλώς δεν θέλω να τα ακούω.
- Όπως θέλεις αν και θέλω να ξέρεις πως τα εννοώ.
- Πέτρο πλέον για μένα έχουν σημασία οι πράξεις, όχι τα λόγια.
- Πλέον;
- Ναι πλέον. Κάποτε θα ενθουσιαζόμουν με όλα αυτά όχι πια.

- Πριν φύγω Ουρανία μπορείς να έρθεις λίγο να σου μιλήσω;
- Ναι Νικηφόρε έρχομαι! Έλα τι έγινε;
- Ουρανία...
- Αχ όχι πάλι Νικηφόρε! Δεν θα σου πω που είναι πάρτο χαμπάρι!
- Όχι όχι δεν θέλω αυτό, το έχω καταλάβει πως δεν πρόκειται να μου πεις ποτέ. Άλλο σε θέλω. Είναι καλά;
- Αχ βρε Νικηφόρε. Ναι καλά είναι.
- Είναι ευτυχισμενη;
- Νικηφόρε με ρωτάς κάθε τρεις και λίγο, τι μπορεί να άλλαξε από την προηγούμενη φορά που με ξαναρώτησες;
- Θέλω να ξέρω Ουρανία. Θέλω να είναι ευτυχισμένη. Είναι;
- Προσπαθεί. Έτσι μου γράφει τουλάχιστον.
- Σε ρωτάει για μένα;
- Όχι.
- Όχι;
- Όχι. Κάποιες φορές δηλαδή ρωτάει για το χωριό και είμαι σίγουρη ότι περιμένει να της πω για σένα αλλά όχι.
- Και εσύ; Της απαντάς για μένα;
- Στην αρχή το έκανα αλλά μετά κατάλαβα πως δεν υπάρχει νόημα αφού κάθε φορά που της μιλούσα για σένα με απόπαιρνε.
- Μάλιστα. Για τον Σέργιο; Τη Δροσω; Την Ελένη; Ρωτάει καθόλου;
- Για την Ελένη με ρωτάει κάθε φορά. Για τη Δρόσω ποτέ! Για τον Σέργιο συχνά πυκνά με ρωτάει πως είναι, τι κάνει, αν είναι καλός μαθητής. Φέτος στα γενέθλια του μάλιστα της έστειλα και μια φωτογραφία του. Αλλά γιατί μου τα ρωτάς όλα αυτά Νικηφόρε; Τι σε έπιασε;
- Θέλω να ξέρω αν με έχει συγχωρήσει έστω και λίγο. Εάν σκέφτεται να γυρίσει.
- Αχ βρε δόλιε! Δεν θα γυρίσει, πάρτο χαμπάρι. Ειδικά τώρα.
- Ειδικά τώρα γιατί;
- Ε τώρα, άστο. Δεν κάνει να σου πω.
- Τι έχει συμβεί; Με τρομάζεις.
- Ε να, έχει μια σχέση που μάλλον το πάνε στα σοβαρά.
Ο Νικηφόρος ένιωσα τα πόδια του να μην τον αντέχουν. Τα γόνατα του να λυγίζουν. Δεν απάντησε. Ούτε αντέδρασε. Απλώς την κοίταξε και έφυγε. Έφυγε για να μην τον δει και αυτή διαλυμένο. «Με ξέχασε», «με μισεί», «τώρα αγαπάει αυτόν» σκεφτόταν σε όλο το δρόμο για το σπίτι.

Και αν...حيث تعيش القصص. اكتشف الآن