Τι είναι για μένα η Παιδεία
Δρ Ευστράτιος Παπάνης
Ένδυμα που τιθασεύει την αγριότητα των ανθρώπων είναι η Παιδεία, κι ανάλογα με το χαρακτήρα τους, άλλοτε γίνεται περιβολή φωτεινή και προστασία απροσμάχητη, άλλοτε κουρέλι βρόμικο και μολυσμένο, μα τις περισσότερες φορές ένα αδύναμο, διάτρητο πανωφόρι στη μανία των ανέμων.
Κάποιοι το φορούν και καμαρώνουν, που είναι η μόνη αδιαμφισβήτητη περιουσία και το βιός τους. Άλλοι το περιφέρουν σαν περίτεχνο τέχνημα, δανεικό, ξένο, ανοίκειο και επαίρονται και το μαγαρίζουν και το μολεύουν.
Κι άλλοι, μη καταλαβαίνοντας την αξία του, το εξαργυρώνουν για λίγους οβολούς στης συνήθειας και στης καθημερινότητας την αδηφάγο αφομοίωση. Παιδεία είναι το γονίδιο, που δε μεταδίδεται με την κληρονομικότητα, παρά διαπερνά τις γενιές σαν παρακαταθήκη και διαθήκη αέναα διαπραγματεύσιμη. Και τέτοια δύναμη έχει, τόσο κυρίαρχο με τους αιώνες γίνεται, που λάμπει, καθώς προϊδεάζει το μέλλον με τα ζηλευτά χαρακτηριστικά και τις ιδιότητες, τις προορισμένες να νικήσουν το χρόνο.
Παιδεία είναι η ιδιοτροπία, που οδηγεί τους χρησμούς σε καταισχύνη και αθέτηση, είναι η αντίσταση στο πεπρωμένο, ο πονηρός ιερέας, που τρυπώνει στα μαντεία, γητεύοντας τις Πυθίες και παραχαράσσει τις βεβαιότητες του Απόλλωνα. Είναι η συζήτηση με το Θεό και τη Φύση, που καμιά φορά σαν τσακωμός μοιάζει ή συγκατάβαση ή συνδιαλλαγή ή πόλεμος.
Μέσα σε ιστορίες κρύβεται, σε εμπειρίες καιροφυλακτεί και σε αναμνήσεις λουφάζει. Με τη φαντασία θεριεύει, με την αμφιβολία ανασταίνεται και την υπόθεση αναγεννάται.
Μια αφήγηση είναι η Παιδεία, ο κοινός καημός για την περιπέτεια των ανθρώπων, ο μορφασμός του Προμηθέα, το ξύλο της Γνώσης που φύτρωσε ανάμεσα στην κόλαση και τον παράδεισο, η μελωδία του αιώνιου μέσα στις κακοφωνίες του πρόσκαιρου.
Ένα παραμύθι και παρηγοριά είναι η Παιδεία, που όποιος το διηγείται το ξαναζεί, που όποιος το προφέρει χτίζει γέφυρα στην άβυσσο, που όποιος το τραγουδά μάταια ψάχνει το ευτυχισμένο τέλος, που όποιος το ψιθυρίζει δίνει κατάρες και ευχές, για να στυλώσει την ύπαρξη.
Μα Παιδεία πια για μένα, είναι το δώρο του θανάτου στην ανθρωπότητα. Γιατί μέσα στο στενό εναγκαλισμό του, τόσο την αγάπησε, που της φανέρωσε το αντίδοτο, για να νικηθεί.
Τιμή και ευγνωμοσύνη, λοιπόν, σε όσους είναι Δάσκαλοι, γιατί σε εκείνους ανατέθηκε με κάθε κόστος να διαφυλάξουν το μόνο βαρύτιμο μυστικό.Τα χαρακτηριστικά των εκπαιδευτικών τον 21ο αιώνα
Λίγα επαγγέλματα μπορούν να αντανακλούν τόσο έντονα και άμεσα τις κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές, όσο το λειτούργημα του εκπαιδευτικού.
Αυτό συμβαίνει επειδή οι μεταβολές επηρεάζουν απευθείας τα παιδιά και προδιαγράφουν μια διαφορετική γι αυτά πορεία, που οφείλει γρήγορα να προβλεφθεί, να προετοιμαστεί, να εκκολαφθεί και να εναρμονιστεί με τους νέους στόχους και συνθήκες.
Παρά τις όποιες αντιστάσεις και ζυμώσεις, στις συζητήσεις των δασκάλων και στις παρέες των μαθητών στα διαλείμματα πρέπει κάποιος να αναζητήσει τις τάσεις που σε λίγο θα ξεχυθούν από τις σχολικές αίθουσες, για να πλημμυρίσουν την οικουμένη.
Πριν καν η κοινωνία το αντιληφθεί, στα σχολεία η περιβαλλοντική εκπαίδευση, η διαπολιτισμικότητα, η αγωγή υγείας, οι νέες τεχνολογίες και η τηλεκπαίδευση, η συμπερίληψη και η σχεδιαστική σκέψη γίνονται καθημερινότητα.
Το σχολείο είναι ένα διακύβευμα, που πρέπει να εξισορροπεί καθημερινά το νέο με το παλιό, τις ουτοπίες, τις αγκυλώσεις, τις εξιδανικεύσεις, τις καθηλώσεις, τα όνειρα, τις ευχές, τις νευρώσεις, τις αυταπάτες και τις προσδοκίες ολόκληρων γενεών
Το σχολείο είναι η κιβωτός του μέλλοντος, που απορροφά με ευαισθησία τους ετερόκλητους κραδασμούς και αναπλαισιώνει κάθε οραματισμό, φιλοσοφία, ανάγκη, πολιτική, στρατηγική ή στοχοθεσία
Το σημερινό σχολείο δεν αναπαράγει την κυρίαρχη ιδεολογία, αλλά είναι η κυψέλη, που την καθορίζει.
Και ο εκπαιδευτικός είναι εκείνος, που θα την κάνει να προκύψει είτε ως δημοκρατική επιλογή ελεύθερων προσωπικοτήτων είτε ως ψυχαναγκασμό ευάλωτων και ανασφαλών μαθητών.
Από αυτή τη διαπίστωση απορρέει το πρώτο και ουσιαστικότερο χαρακτηριστικό του εκπαιδευτικού του 21ου αιώνα:
Η ευλογία ή η καταδίκη, το κίνητρο ή το άχθος να μπορεί να προβλέπει, να κατανοεί και να διαχειρίζεται τις αλλαγές.
Ή αλλιώς η ικανότητα του εκπαιδευτικού να δημιουργεί τόση σταθερότητα, ώστε μέσα από αυτήν να γίνεται η αλλαγή διαχειρίσιμη και για τον ίδιο, αλλά και για τους γονείς και τα παιδιά.
Να μπορεί να χειριστεί μάλιστα μεταβολές, που δεν έχουν ακόμη χωνευτεί κοινωνικά, αλλά μοιάζουν περισσότερο με πειραματισμό, παρά με ώριμη απόφαση ή εξελικτική διαδικασία.
Σε μια κοινωνία που επιταχύνει και πολλές μεταβλητές, συγκυρίες και εξωγενείς παράγοντες καθορίζουν την τελική έκβαση, ο εκπαιδευτικός πρέπει να μπορεί να τιθασεύσει την ορμή των αλλαγών-προβλέποντας την πορεία τους μέσα από αντικειμενικούς στόχους-αξιολογώντας το εύρος της διακινδύνευσης, τις επιπτώσεις της στην ποιότητα ζωής και στην ψυχολογική ζωή των μαθητών-επικοινωνώντας αποτελεσματικά την αναγκαιότητα των αλλαγών-επιλέγοντας ποια στοιχεία θα διαφοροποιηθούν και ποια θα παραμείνουν αμετάβλητα-διαθέτοντας εναλλακτικά σχέδια σε περίπτωση μη επιτυχίας-υπολογίζοντας τους κοινωνικούς, οικονομικούς και συναισθηματικούς πόρους, που θα χρειαστούν για την αλλαγή-καλλιεργώντας τις δεξιότητες, που απαιτεί η αλλαγή-παρέχοντας κίνητρα και έμπνευση-διαχειριζόμενος την κοινωνική αδράνεια και την αντίσταση στην αλλαγή-υποστηρίζοντας εκείνους που δεν μπορούν να προσαρμοστούν στις αλλαγές-αξιοποιώντας τις νέες τεχνολογίες-προσδιορίζοντας τη νέα πραγματικότητα, όταν αυτή θα έχει γίνει κυρίαρχη
Αν η διαχείριση των αλλαγών είναι το μεγάλο ζητούμενο, προϋπόθεση είναι η ψυχική υγεία των εκπαιδευτικών και η ενδυνάμωση της προσωπικότητας τους.
Λίγοι αντιλαμβάνονται την κρισιμότητα της διαπίστωσης πως η διδασκαλία είναι μια αναπαράσταση ομαδικής και ατομικής ψυχοθεραπευτικής συνεδρίας με όλα τα ψυχαναλυτικά, γνωστικά, συμπεριφοριστικά ή ουμανιστικά χαρακτηριστικά της. Με μεταβίβαση και αντιμεταβίβαση, με αγαπητικές σχέσεις και με δυναμικές, που επηρεάζουν συθέμελα τόσο τον εκπαιδευτικό, όσο και τους μαθητές του. Πώς αυτή λαμβάνει χώρα δίχως εποπτεία ή συναισθηματική υποστηριξη είναι κάτι, που πρέπει να διερευνηθεί και σίγουρα να αλλάξει μέσα στα επόμενα χρόνια
Σε μια εποχή που η συναισθηματική ισορροπία, που προέκυπτε κάποτε από την σταθερότητα και την προβλεψιμότητα των κοινωνικών θεσμών, έχει γίνει δυσεύρετη Ιθάκη, η ψυχική ευρωστία του εκπαιδευτικού γίνεται προαπαιτούμενο και φορτίο βαρύ.
Πολλοί μηρυκάζουν τον όρο μαθητοκεντρικός και τον προβάλλουν ως πρότυπο δημοκρατικότητας ή προοδευτισμού. Οι ίδιοι πολλές φορές προσκυνούν γονεϊκά συστήματα παράλογων απαιτήσεων και αξιώσεων, από κηδεμόνες που επιβάλλουν, χωρίς να συμμετέχουν. Κανένα, όμως, από τα συστήματα, που απαρτίζουν το σχολείο, δηλαδή οι εκπαιδευτικοί, οι μαθητές, οι γονείς και η ίδια η κοινωνία δεν είναι συγκρουσιακό. Το σχολείο πρέπει να είναι μαθητοκεντρικό, δασκαλοκεντρικό, «γονεικο-κεντρικό» και βαθύτατα κοινωνικό.
Εμείς τονίζουμε την έμφαση, που πρέπει να δοθεί στην προσωπικότητα του εκπαιδευτικού και στην ψυχική του υγεία. Στην καταπολέμηση των νευρώσεων, των καταθλίψεων, των ψυχαναγκασμών, των κρίσεων πανικού, που συνοδεύουν πολλούς συναδέλφους στην τάξη. Στη διασφάλιση της ποιότητας ζωής και της αρμονίας.
Προτείνουμε δε να δημιουργηθούν νέες υπηρεσίες ψυχολογικής και συμβουλευτικής υποστήριξης για τους εκπαιδευτικούς και να διενεργηθούν έρευνες, που θα αποδείξουν την αναγκαιότητα αυτή.
Ονειρεύτηκα ένα σχολείο
Ονειρεύτηκα ένα σχολείο, που οι εκπαιδευτικοί, οι γονείς και οι μαθητές θα επιλέγουν την ύλη που διδάσκεται, θα την αναθεωρούν, θα την ταιριάζουν, θα την αναδεύουν μέχρι να ταιριάξει στο καλούπι του καθενός. Ασύμβατη, παράφορη, επιστημονική και από όλες τις πηγές.
Μέσα και έξω από την τάξη, μέσα και έξω από την εμπειρία. Θαύμα ο κόσμος και τι να πρωτοδιδάξεις. Θλίψη η εξουσία και τα κράτη, το αυθεντικό και το ατόφιο το ενταφιάζουν στις πρόσκαιρες κι ανέντιμες επιδιώξεις τους. Μαθήματα, που από εμπειρογνώμονες αποφασίζονται, ένα σκοπό υπηρετούν: να μολέψουν την ψυχούλα των παιδιών μας, να ξεχωρίσουν από το Δημοτικό ποιοι προορίζονται για δούλοι και ποιοι για συνεχιστές της δυναστείας.
Ένα σχολείο, που η γλώσσα θα βιώνεται ως επικοινωνία και μέθεξη και οι λέξεις θα έχουν προφερθεί από χείλη ομηρικά, βυζαντινά, από αγρότες και καθημερινούς ανθρώπους, σα συνέχεια, σαν από γενιές, που νεκρανασταίνονται μέσα από αυτήν. Που οι διάλεκτοι και οι προφορές θα αντηχούν παγερά πρωινά στα Τζουμέρκα, αρχέγονα δρώμενα στη Μυτιλήνη, χορούς κρητικούς και καλοκαίρια πυρωμένα στην Κύπρο.
Και που η λέξη θα είναι εξίσου ερωτική είτε ζωοποιείται σε στίχους του Ελύτη είτε τρεμοπαίζει στα συλλαβίσματα ενός παιδιού με σύνδρομο Down.
Ένα σχολείο που η ποίηση, οι τέχνες, το θέατρο θα εξυμνούν την ιδιαιτερότητα, θα αναδεικνύουν την ιερή προσωπικότητα, θα εξάρουν τη μοναδικότητα και που θα εγγυώνται πως δεν υπάρχουν καλοί και κακοί μαθητές, παρά μόνο διαφορετικοί ρόλοι. Ένας να λείψει και η πλοκή ολάκερη και η υπόθεση καταρρέουν.
Ένα σχολείο που θα πει επιτέλους πως ο Θερσίτης και ο Αρχίλοχος είχαν δίκιο και πως η ιστορία δεν προχωρά με τις αυθαιρεσίες των ηγετών, αλλά με το αίμα και τα πάθη των ανθρώπων. Πως σημαντικά δεν είναι τα περιστατικά, που επηρεάζουν το βίο πολλών, αλλά τα κίνητρα τα κοινά, που ξαφνικά ζητούν δικαίωση.
Ένα σχολείο, που δάσκαλοι θα είναι όλοι, οι γονείς, οι εργάτες, ο δημοσιογράφος και ο τεχνίτης, όποιος έχει να διηγηθεί κάτι από την περιπέτεια και τη μάχη και το προνόμιο, που λέγεται ζωή. Ενα σχολείο, που τα λάθη θα είναι η δοκιμασία της μάθησης και το πείραμα πρόβα της αμφισβήτησης.
Ένα σχολείο ευέλικτο, αναπροσαρμοζόμενο, διορατικό, που αμφιβάλλει για το τελεσίδικο, ενθουσιάζεται με το πρωτότυπο, που καλλιεργεί το μύθο, το ρεαλισμό, το βίωμα, που μέσα από τα αντίθετα εφευρίσκει τις συνισταμένες και τις ισορροπίες.
Ένα σχολείο που δεν θα προετοιμάζει τους μαθητές για την κοινωνία, αλλά την κοινωνία για τους νέους ανθρώπους, που θα την απαρτίσουν.