Όταν την επόμενη μέρα, λίγο πριν το μεσημέρι, η Κερασίνα μπήκε τρέχοντας στην σκηνή της Θεοφανώς και της Μεταξίας βρήκε την πρώτη να πλέκει τα μαλλιά της σε μια κοτσίδα. Σταμάτησε για να πάρει μια ανάσα και κοίταξε τριγύρω ψάχνοντας κάτι. "Δεν είναι εδώ." Την διαβεβαίωσε η Θεοφανώ ενώ σηκωνόταν όρθια. "Είναι στη Γερακίνα... Κερασίνα, τι έπαθες;" Η κοπέλα πήρε άλλη μια βαθιά ανάσα και γύρισε να την κοιτάξει.
Ήταν αναψοκοκκινισμένη από το τρέξιμο αλλά αυτό που έκανε εντύπωση στη Θεοφανώ ήταν ότι ήταν τρομοκρατημένη. Έτρεξε κοντά της και έβαλε τα χέρια της στους ώμους της φίλης της. Ήταν έτοιμη να την ρωτήσει ξανά τι έγινε όταν η Κερασίνα άρχισε να της εξηγεί. "Έχει έρθει ο Αντρέι." Είπε και η Θεοφανώ έλαμψε ολόκληρη. "Με τον πατέρα του και τον Κοσμά.!" Συνέχισε κάνοντας την να ανοίξει τα μάτια της διάπλατα από έκπληξη. "Και ζήτησαν να μιλήσουν στον πατέρα μου. Είναι κάτω, στα χωράφια με τον αφέντη αλλά έχουν πάει ήδη να τους φωνάξουν." "Και εσύ τί κάνεις εδώ;" Την ρώτησε η Θεοφανώ ενθουσιασμένη. "Τρομοκρατήθηκα και ήρθα να σε βρω!" Της είπε σαν να ήταν ευνόητο.
Η Θεοφανώ την έπιασε από το χέρι και βγήκαν τρέχοντας πηγαίνοντας προς την σκηνή των γονιών της Κερασίνας. Μπήκαν μέσα σχεδόν γκρεμίζοντας κάτω κάτι κουβάδες με νερό και ο Αντρέι με τον Κοσμά χαμογέλασαν σαν σχολιαρόπαιδα. Η μάνα της Κερασίνας τις αγριοκοίταξε αλλά ενώ η κόρη της ένευσε ντροπιασμένη η Θεοφανώ της χαμογέλασε τόσο πλατιά που μέχρι και ο Τζανέτος έσκασε ένα χαμόγελο βλέποντας τη νύφη του. Τα δυο κορίτσια ήταν έτοιμα να πουν κάτι όταν από το άνοιγμα της σκηνής μπήκε ο Σπήλιος με τον Λεωνίδα Δραγουμάνο. Ο δεύτερος κοίταξε την κόρη του εμφανώς απορημένος αλλά συνέχισε το δρόμο του μέχρι να φτάσει στην μικρή συντροφιά που καθόταν γύρω από το αγαπημένο του τραπεζάκι.
Ο Τζανέτος σηκώθηκε όρθιος για να χαιρετήσει τους δύο άντρες και ο γιος του με τον Κοσμά αντέγραψαν το παράδειγμά του. Αφού πέρασε η αδέξια στιγμή του καλοσωρίσματος, ο Λεωνίδας τους έκανε νόημα να καθίσουν ζητώντας ευγενικά από την κυρά του να τους ψήσει καφέδες. "Καταρχάς, να μας συγχωράτε που ήρθαμε έτσι ακάλεστοι αλλά θεώρησα ότι αφού οι φαμίλιες μας θα ενωθούν είμαστε το ίδιο ευπρόσδεκτοι εδώ όπως και εσείς σε εμάς." "Καλά τα λες συμπέθερε." Απάντησε ο Σπήλιος που τους κοίταζε εξεταστικά... "Αλλά τι ακριβώς θέλετε από τους Δραγουμάνους;" Ο Τζανέτος κοίταξε την Κερασίνα που ήταν έτοιμη να λιποθυμήσει πριν γυρίσει το βλέμμα του στους δυο άντρες. "Ξέρετε, ότι ο Θεός έδωσε σε εμένα και την κυρά μου μόνο ένα γιο, τον Αντρέι μου. Αλλά από όταν πήρε κοντά του τους γονείς του Κοσμά έγινε το δεύτερο τουφέκι που δεν είχαμε την χαρά να αποκτήσουμε. Ό,τι ανήκει στον Αντρέι... ανήκει και στον Κοσμά." "Μπες στο ψητό Λάσκαρη." Απαίτησε ο Λεωνίδας αν και ήδη είχε καταλάβει. Η γυναίκα του επέστρεψε με ένα δίσκο φρεσκοψημένους καφέδες που έκαναν τη σκηνή να μοσχοβολήσει. Γύρισε να την κοιτάξει και όταν άφησε και τον τελευταίο στο τραπέζι έβαλε το χέρι του στο δικό της. "Κάτσε κοντά μας." Της είπε νεύοντας. Εκείνη τον κοίταξε με απορία αλλά κάθισε δίπλα του χωρίς να πει τίποτα.
Ο Αντρέι ένευσε στον πατέρα του και εκείνος συνέχισε. "Ο Κοσμάς μου είπε ότι έχει γνωριστεί με την κόρη σας, την Κερασίνα, από τις φορές που βρίσκονται με τον Αντρέι και την Θεοφανώ." Άρχισε και η μητέρα της κοπέλας κοντανάσανε με μάγουλα κατακόκκινα. "Τον ρώτησα, αν είναι σίγουρος για αυτό που μου είπε και με διαβεβαίωσε ότι δεν θέλει καμία άλλη για γυναίκα του. Αν φυσικά και εσείς δέχεστε να μας δώσετε την κόρη σας για νύφη." Ολοκλήρωσε και ο Λεωνίδας γύρισε να κοιτάξει τον Κοσμά που ήταν λουφαγμένος σαν πεντάχρονο. Μόλις τον είδε να τον κοιτάει όμως κορδώθηκε και τον κοίταξε κατάματα. "Την κόρη σου την αγαπάω Δραγουμάνε και αν μας δώσεις την ευχή σου, σου ορκίζομαι στις ψυχές των γονιών μου ότι θα την κάνω την πιο ευτυχισμένη γυναίκα του κόσμου." Ο Λεωνίδας γέλασε κάτω από τα μουστάκια του πριν του απευθύνει το λόγο.
"Η κοκόνα μου είναι καλομαθημένη." Του είπε και μέχρι και η Κερασίνα τον κοίταξε με απορία. "Δεν ξέρει να βράσει ούτε αυγό." Είπε και η κοπέλα άνοιξε το στόμα της να υπερασπιστεί τον εαυτό της για αυτά τα ψέματα, αλλά η Θεοφανώ πρόλαβε και της έκλεισε το στόμα. "Δεν πειράζει!" Πετάχτηκε ο Κοσμάς. "Ξέρω εγώ να μαγειρεύω. Και αν θέλει μπορούμε να πληρώνουμε κάποιον να μας κάνει τους δουλειές. Δόξα τω Θεώ οι δουλειές μου πάνε πολύ καλά." "Θα μαγειρεύεις εσύ;" Τον ρώτησε ο Λεωνίδας. "Άντρας πράμα;" "Γιατί;" Απόρησε ο Κοσμάς. "Τί θα πάθω;" Ο Δραγουμάνος κοίταξε τη γυναίκα του η οποία ένευσε και σηκώθηκε όρθιος. "Κερασίνα;" Είπε και η κόρη του κοντανάσανε. "Ναι πατέρα..." "Εσύ τον αγαπάς;" Τη ρώτησε. "Τον θες για άντρα σου;" Γύρισε να την κοιτάξει και την είδε να κλαίει, χαμογελώντας σαν χαζή. "Πάρα πολύ πατέρα! Επειδή ξέρει να μαγειρεύει." Αστειεύτηκε και ο Κοσμάς πνίγηκε από τα γέλια. "Τότε δεν έχουμε λόγο να μην δώσουμε την ευχή μας." Της είπε και η κοπέλα έπεσε στην αγκαλιά του.
// Καλησπέρα μαγισσόπουλα μου, ελπίζω αυτό το μικρό κεφάλαιο να σας κάνει να νιώσετε λίγο καλύτερα μετά το αδιανόητο φινάλε της αγαπημένης μας σειράς. Μην ξεχνάτε να μου αφήνετε τα σχόλιά σας με τα πράγματα που σας άρεσαν στο κεφάλαιο ( ή όχι ). Την αγαπώ αυτή την αλληλεπίδραση που έχουμε. Να προσέχετε. Σας φιλώ.
YOU ARE READING
Ψεύτικοι Εραστές
FanfictionΣε ένα παράλληλο σύμπαν από αυτό της σειράς "Η Μάγισσα", ο Αντρέι και η Θεοφανώ πρέπει να βρουν μια λύση για να ενώσουν τις οικογένειές τους πριν να είναι πολύ αργά. ** Δεν μου ανήκουν οι χαρακτήρες ή η original ιστορία.