No.2

50 3 3
                                    

Νιώθω κουρασμένη. Όλη την μέρα δεν κάθησα να απολαύσω τίποτα.
Έχω γείρει πάνω στο παράθυρο και κοιτάω απ' έξω. Δεν βλέπω και τίποτα το σπουδαίο σκοτεινά σπίτια, φώτα όλα να περνάνε από μπροστά μου γρήγορα. Το μάτι μου χάνεται και δεν μπορώ να παρατηρήσω και πολλά. Το κεφάλι μου βαρύ. Τα βλέφαρα μου βαριά. Τελικά κούραση συν ποτό δεν συνδυάζεται και πολύ.
Νιώθω το χέρι του Χάρυ πάνω στο πόδι μου. Γύρναω και τον κοιτάω του δινω ένα πλατύ χαμόγελο και μου ανταποδίδει του πιάνω και εγώ το χέρι από πάνω και τον χαϊδεύω. Γυρνάω ξανά πίσω στο παράθυρο και κλείνω τα μάτια μου.

Ανοίγω τα μάτια μου. Το φως του ήλιου είναι δυνατό. Τεντωνομαι και γυρνάω από την άλλη. Σηκώνομαι και ανακαθομαι οκλαδον. Ξυνιζω τα μούτρα μου κοιτώντας γύρο και απορώ πως βρέθηκα εδώ. Το μόνο Που θυμάμαι είναι να γυρνάω στο παράθυρο. Μάλλον με πήρε ο ύπνος. Σηκώνομαι και φτιάχνω την μακριά άσπρη μπλούζα την οποία μάλλον μου πρόσθεσε ο Χάρυ και πάω στο μπάνιο. Επιστρεφω και Τοποθετώ ένα μαύρο, στενό τζιν που αναδεικνύει τέλεια τις καμπύλες μου.
Μια κοντή γκρι μπλούζα με μαύρα λουλούδια, τα άσπρα σταρακια μου και βάζω στην τσέπη λεφτά και κλειδιά και φεύγω.
Περπατάω μόνο δύο τετράγωνα πιο κάτω για το σούπερ μάρκετ. Έχω ρεπό σήμερα και θέλω να πάω για ψώνια. Μπαίνω και Καλημερίζω τον Λου. Φαίνεται καλο παιδί, αλλά είναι τόσο περίεργος ταυτόχρονα. Από εκείνη την ημέρα που τον είδα με ένα τύπο μου φάνηκε περίεργος. Αλλά δεν ήμουνα και πολύ στα καλά μου. Το μπακαρτι με κόκακολα μου έπεσε βαρύ για να τα καταλάβω. Αλλά τα σιγανά ποταμάκια να Φοβάσαι. Έτσι λένε. Καμία φορά τον έχω πιάσει να με κοιτάει επίμονα. Ελπίζοντας στο ότι απλά θα του αρέσω και τίποτα παρά πάνω. Ψωνίζω τα απαραίτητα και κατευθύνομαι προς την πόρτα...
<< Βανέσα έρχεσαι λίγο? >>
Γυρνάω και βλέπω τον Λου να είναι στον υπολογιστή στην άκρη του μαγαζιού στον οποίο είναι οι κάμερες.
<< Οριστε? >>
<< λόγο αξίας εξήντα ευρων για τις αγορές σου, σου δίνουν δώρο μια σιδερωστρα >>
Τι? Πλάκα με κάνει τώρα? Πως να την πάρω αυτήν?
<< να σε βοηθήσω να την πάρεις σπίτι? >>
Λες και διάβαζε τις σκέψεις μου ένα Πράγμα.
<< εμμ ευχαρίστως >>
Δεν έχω να χάσω και τίποτα, και του δινω κιόλας και κάποιες σακούλες.
Ευτυχώς δεν είναι και πολύ μακριά το σπίτι και λέμε για διάφορα θέματα. Αν και με ρωταει περίεργα πράγματα. Όπως αν έχω αγόρι ή τι δουλειά κάνω ή που συχναζω με Φίλους. Δεν του λέω σε όλα την αλήθεια. Δεν του λέω ακριβώς το σπίτι, δεν του έχω καμία έμπιστοσυνη και του λέω να σταματήσουμε στην γωνία...
<< μπορώ να πάω και μόνη δεν είναι πολύ μακριά >> του προτείνω και εύχομαι να δεχθη
<< δεν πειράζει πάμε >> κάτι που δεν βλέπω να κάνει.
<< όχι βρε δεν πειράζει >> αρχίζω και κουράζομαι με αυτό αν και σκέφτομαι πως όντως πως θα τα κουβαλούσα?
Δεν ξέρω τι άλλο να πω? Με όλα αυτά που πέρασα δεν έχω και πολύ εμπιστοσύνη στους Ξένους.
Μα αποφασίζω να του πω να προχωρήσουμε αφού βλέπω ότι δεν υποχωρεί.
Στα μισά του δρόμου ακούω κόρνα αυτοκινήτου και γυρνάω. Και ευχαριστώ το Θεό που βλέπω τον Χάρυ στο αυτοκίνητο. Βγαίνει και μου χαμογελάει. Οι μπούκλες του ανεμίζουν από το αεράκι. Το στενό του τζιν είναι τόσο τέλειο πάνω του. Τα μάτια του καλύπτονται από μαύρα γυαλιά ρεϊμπαν και μαύρο σακάκι με αντίθεση μια άσπρη μπλούζα. Είναι τόσο σέξυ έτσι ντυμένος και νιώθω τυχερή που τον έχω. Μου χαμογελάει και μένω στάσιμη να τον κοιτάω. Πρώτη φορά νιώθω τόσο ωραία στην ζωή μου και δεν θέλω να χάσω και αυτόν, αλλά και όσα με κάνει να νιώθω γιατί όντως με κάνει να νιώθω ωραία. Πολύ ωραία μπορώ να πω. << καλημέρα >> λέει με την βραχνή φωνή του και η αγγλικη του προφορά με τρελαίνει. Μου δίνει ενα φιλι στο μέτωπο και του ανταποδίδω το καλωσόρισμα πάει να με φιλήσει και στο στόμα, αλλά τραβιέται διότι παρατηρώ ότι
Ο Λου μας κοιτούσε περίεργα και ένιωθα άβολα. Ήμουνα νευρική με τις κινήσεις μου κάτι που μάλλον κατάλαβαν και οι δύο. Ο Χάρυ προσφέρεται να πάρει τα ψώνια μου καθώς του λέω πως πήγα να ψωνίσω και δεν μπορούσα να τα κουβαλησω.
Ο Χάρυ τείνει τα χέρια του για να πάρει τα ψώνια, αλλά ο Λου αρνείται λέγοντας << δεν πειράζει μωρέ σιγά την απόσταση >> λέει και κοιτάω τον Χάρυ με απογοητευμένο ύφος.
Ο Χάρυ βγάζει τα γυαλιά και τον κοιτάει έντονα στα μάτια.
<< είπα θα τα πάρω εγώ >>
<< καλά μεγάλε ορίστε >>
Λέει και ευγυνομονο που επιτελους υποχώρησε. Ξέρω πως όσο γλυκός και τρυφερός μπορεί να γίνει ο Χάρυ τόσο και πιο πολύ σκληρός μπορεί να γίνει.
Μπαίνουμε στο αυτοκίνητο και βάζει μπρος να φύγουμε.
τον ευχαριστώ χιλιάδες φορές και μου χαμογελάει λέγοντας μου πως δεν κανεί τίποτα. Έτσι και αλλιώς είναι το αγόρι μου και είναι λογικό να με επιρεσπαζιται μου επισημαίνει και νιώθω τόσο γαλήνια. Μια ανακούφιση με διατρέχει. Νιώθω ήρεμη και προστατευμένη. Τον κοιτάω στα μάτια και χαμογελάω καθώς αυτός δεν με παρατηρεί για οδηγάει. Είναι υπέροχος. Ποτέ δεν μου έχει ζητήσει κάτι που δεν θέλω ή δεν με έχει πίεση.

Καθώς τακτοποιήω τα πράγματα στην κουζίνα έρχεται ο Χάρυ κρατώντας το Ροκι.

Χάρυ: ποιος ήταν αυτός??

Βανέσα: ο Λου, είναι από το σούπερ μάρκετ πιο κάτω.

Χάρυ: και τι ρόλο βαραει?

Βανέσα: εμμ δεν ξέρω, είναι λίγο περίεργος.

Με Αγριοκοιταζει ο Χάρυ και εγώ Γελάω

Βανέσα: ντάξει ήταν πολύ περίεργος

συνεχίσω εγώ και με φιλάει απαλά στο μάγουλο.
Αφήνει το Ροκι και με βοηθάει με τα ψώνια.
Αφού τελειώνουμε συζητώντας για Διάφορα θέματα.
Παίρνω στα χέρια μου την απόδειξη και βλέπω εξήντα ευρώ. Πάω να την πετάξω μα στέκομαι μπροστά στο κάδο με το πόδι πάνω στο πεταλ και το κάδο ανοιχτό...

Χάρυ: τι έγινε?

Βανέσα: είναι εξήντα

Χάρυ: τι εννοείς?

Βανέσα: για να σου δώσουν δώρο πρέπει να πληρώσεις πάνω από εκατό ευρώ.

Χάρυ: ναι και?

Δεν δινω απάντηση. Δεν μπορώ. Δεν μπορώ να σταύρωσω λέξη. Τι γίνεται? γιατί? Γιατί να μου πει ψέματα? ξέρω πως Ίσως γίνομαι υπερβολική, αλλά θυμάμαι όταν γύριζα σπίτι και ψηλοημουνα μεθυσμένη είχα δει τον Λου στην γωνία του σούπερ μάρκετ με μια Γνωστή φυσιογνωμία, αν και είδα την πλάτη του μόνο ήταν σαν να το ήξερα. Τώρα εξηγούνται όλα... γνωρίζονται. Και... και δεν είναι για καλό. Το πιστεύω. Έχω ένα αίσθημα. Κάτι κακό θα συμβεί. Το νιώθω. Μπορεί να φανώ υπερβολική με αυτά. Το ξέρω μπορεί να γίνομαι, αλλά μου είπε ψέματα, ήθελε να Δει που μένω και επέμενε, με ρωτούσε τόσα πολλά για εμένα, οποτε με βλέπει με κοιτάει επίμονα, και η συζήτηση στην γωνία του δρόμου το γεγονός ότι αυτός θέλει να με καταστρέψει που έφυγα και ότι με ψάχνει.
Μόνο εμένα μου φαίνονται ύποπτα? το σώμα μου είναι αδύναμο... νιώθω ένα τρέμουλο. Όχι πάλι. Όχι... παρακαλώ. Δεν θα αντέξω.
Λυγίζουν τα Γόνατα μου ο πόνος στο στήθος μου είναι ανυπόφορος, το δωμάτιο γυρίζει.

Ο Λεόν.

Παντού σκοτάδι με κυριεύει.




Memories and past{continue for It was beautiful doesn't mean that a good...}Wo Geschichten leben. Entdecke jetzt