Φωλιά:Η διχασμένη πόλη

99 5 0
                                    

Όλα ξεκίνησαν ένα κρύο Σαββατόβραδο του Δεκέμβρη, μία νύχτα όπου ο άνεμος παρέσερνε τα πάντα στο διάβα του, και η βροχή έπεφτε σαν καταρράκτης, γεμίζοντας τους πολυσύχναστους δρόμους της περιοχής και τα στενά σοκάκια ασυνήθιστα κρύο νερό. Παράλληλα, άρχισαν να ηχούν οι σειρήνες του πολέμου. Ο ήχος τους δεν με είχε τρομάξει ιδιαίτερα, είχα προετοιμαστεί ψυχολογικά για αυτή την στιγμή εδώ και αρκετό καιρό.

Ο πόλεμος αυτός βέβαια, είχε προγνωστεί από πολλούς, αρκετούς μήνες πριν, έτσι ήταν αναμενόμενο για τους κατοίκους της Φωλιάς. Οι εκπρόσωποι του αντίπαλου στρατοπέδου, είχαν ήδη βγει στους δρόμους, φωνάζοντας ξανά και ξανά σαχλά συνθήματα: ''Ζήτω η τσιμεντούπολη!'', ''Ζήτω η νέα αρχή!'', ''Ζήτω η εκβιομηχάνιση!''.

Η Φωλιά όπως καταλαβαίνετε, ήταν μία πόλη που αντιμετώπιζε κρίσεις, από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσής της. Η πόλη αυτή, λειτουργούσε εξ αρχής αυτόνομα, σαν κράτος. Δεν είχε ποτέ επαφές με τις άλλες πόλεις γύρω της και ούτε ζήτησε ποτέ βοήθεια από τις γειτονικές περιοχές.

Είχε χτιστεί πάνω σε έναν καταπράσινο λόφο, μία όαση και γύρω από αυτόν τον λοφίσκο, υπήρχε η ατελείωτη έρημος. Σκόνη, πέτρες, ξηρασία, ζέστη. Ο κόσμος έξω από την πόλη έμοιαζε απόμακρος και τρομακτικός. Κάπου στο βάθος μπορούσε κανείς να διακρίνει την πλατιά θάλασσα, που σύμφωνα με τις γνώσεις μου, απείχε περίπου τρεις ολόκληρες μέρες ποδαράτο από το κέντρο της πόλης.

Η Φωλιά απλωνόταν κυκλικά γύρω από ένα μεγάλο δάσος, το οποίο προσέφερε πολλά στους κατοίκους της. Ξυλία, ηρεμία, πολύτιμα ορυκτά, τροφή και νερό. Το δάσος βέβαια, ήταν αρκετά κακόφημο, γιατί κυκλοφορούσαν πολλοί ληστές και κακοποιοί και οι ηλικιωμένοι της πόλης κάνανε αναφορά για παράξενα πλάσματα και νεράιδες που ξεγελούσαν τους περαστικούς με τα μαγικά τους, ρίχνοντάς τους στο πλατύ ποτάμι που χώριζε το δάσος στην μέση. Και η ύπαρξη αυτού του δάσους, έφερε και τον εμφύλιο στην πόλη μου.

Εγώ πάντα πίστευα ότι οι μύθοι για τα τέρατα του δάσους, ήταν βλακείες και πως οι άτυχοι κάτοικοι που πέθαιναν, ήταν ψαράδες που πνίγονταν στα ορμητικά νερά του ποταμού προσπαθώντας να βρουν κανά ψάρι να χορτάσει το στομάχι τους. Επιπλέον, μιλάμε για μία περίοδο όπου η πόλη βίωνε την δεύτερη μεγάλη εσωτερική της κρίση. Άλλωστε οι θάνατοι χρονολογούνται πίσω στην εποχή που οι γιαγιάδες την έβρισκαν με το να δημιουργούν παραμύθια για να διηγούνται στα εγγόνια τους και να τους βάζουν σαχλές ιδέες στο κεφάλι. Κλασσικό παράδειγμα άτυχου εγγονιού; Εγώ.

''Αν τους αφήσουμε...''Ο μυστηριώδης κόσμος των οάσεωνWhere stories live. Discover now