Άπειρο

242 27 5
                                    

Καθόμουν. Ατελείωτη ώρα. Οι δείκτες του ρολογιού μάλλον είχαν σταματήσει. Δεν ξέρω.

Η πόλη απλωνόταν κάτω από τα πόδια μου. Τα φώτα φαίνονταν από ψηλά σαν φωτεινά άστρα, διασκορπισμένα τυχαία στη θλιβερή, ανάξια γη.

Ο αέρας ήταν παγωμένος. Ήμουν κι εγώ παγωμένη. Σαν τον σκοτεινό ουρανό όταν τα αστέρια τον εγκαταλείπουν. Αποπνέει μοναξιά. Επιδιώκει να σου μεταφέρει μια σταλιά θλίψης. Κι εγώ το ίδιο.

Είναι αδυναμία.

Παλεύω να την αποδιώξω.

Είναι τραγική αδυναμία το γεγονός ότι δεν μπορώ να το διαχειριστώ. Το άπειρο. Την αβεβαιότητα που το περικλείει. Και με ειρωνεύεται.

Κι εσύ με ειρωνεύεσαι.

Παρόλο που δεν καταλαβαίνεις.

Δεν προσπαθείς.

Ίσως να περιμένεις.

Αν περιμένεις, τότε θα αργήσεις πολύ να ξεφύγεις από μία ατελείωτη αναμονή.

Με βλέπεις να σου κλείνω το μάτι.

Μπερδεύεσαι. Δεν καταλαβαίνεις.

Δεν σου εξηγώ.

Ίσως κάποια στιγμή το καταλάβεις.

Μαζί με άλλες απρόσωπες αλήθειες.

Ίσως να μην θες να τις δεις.

Καταλαβαίνω.

Στη θέση μου ούτε εσύ θα μπορούσες να διαχειριστείς το απλανές άπειρο.

Σε καταλαβαίνω.

Η μόνη διαφορά από πριν είναι ότι τώρα καταλαβαίνεις κι εσύ.

Κι ας μην ήταν επιλογή σου.

Και το γεγονός ότι καταλαβαίνεις είναι η πομπώδης καταδίκη σου.


SilenceWhere stories live. Discover now