Κεφάλαιο 22.

2.4K 384 43
                                    

Φτάνουμε σπίτι και κατευθείαν κλείνομαι στο δωμάτιό μου να σκεφτώ. Το ίδιο κάνει και η αδερφή μου. Καθώς σκέφτομαι , κοιτώ τους δείκτες του ρολογιού που κρέμονται ανέκφραστος στον απέναντι τοίχο. Πηγαίνουν τόσο αργά, σαν να βαριούνται.

Λένε πως όταν θες να περάσει η ώρα γρήγορα, εκείνη σου φέρεται εγωιστικά. Εγώ γιατί θέλω να κυλήσει η ώρα γρήγορα;; Για να πέσωβνα κοιμηθώ και να μην σκέφτομαι άλλο; ή γιατί επειδή ελπίζω πως θα χτυπήσει το ριμαδοτηλέφωνο;;

Το κινητό μου χτυπάει. Είναι ο Μάρτιν. Πάω να το σηκώσω, μα το χέρι μου τρέμει σε σημείο που δεν μπορώ να πατύχω το πράσινο. Είναι απίστευτο αυτό που μου συμβαίνει.Μην το κλείσεις Μάρτι...

"Ναι;" καταφέρνω να το σηκώσω. Η φωνή μου ακούγεται πνιγμένη τόσο που σχεδόν δεν ακούγεται.

"Κοιμάσαι;" με ρωτάει σοβαρά και αποφασιστικά .

Αχ Μάρτιν.. Πού να ήξερες. Εσύ με άφησες σπίτι να ξεκουράσω το πόδι μου και μόνο σπίτι δεν έκατσα. Αντιθέτως περιπλανιόμουν στα πάρκα, φιβοσμένη μη σε χάσω, ένοχη μήπως έφταιξα εγώ. Κι έπειτα καθισμένη σε ένα καφενείο για εσένα πάλι. Ολα περιστρέφονται γύρω σου. Γαμώτο.

"Οχι." απαντώ ξερά.

"Θέλω να σε δω." στέλνει και απευθείας το μυαλό μου φαντάζεται τα μάτια του καθώς μου μιλάει.

' Δεν ξέρω' ,'Δεν είναι αργά'.
Αυτές είναι οι υποψήφιες απαντήσεις που σκέφτομαι να στείλω. Αν πω' Δεν ξέρω' θα του δείξω αφιαφορία και αναποφασιστικότητα. Αν απαντήσω ' Δεν είναι αργά' του δίνω το ελεύθερο.

Τελικά απαντώ:

"Δεν είναι αργά όμως, δεν ξέρω"
Μπράβο μου. Μα τι χαζή που είμαι. Τουλαχιστον έχω αυτογνωσία.

"Θέλω να κοιμηθώ μαζί σου."

Η ανάσα μου κόβεται.

Τιι;;;;;;;;;; Κάθομαι στη καρέκλα. Η μόνη λέξη που μπορεί να περιγράψει τι νιώθω αυτή τη στιγμή είναι : Πανικός. Σκέψου πρώτα Νάγια. Ξέρεις ότι όταν γίνεσαι παροτμητική δεν σου βγαίνει σε καλό.

"Συγνώμη δεν μπορώ." του απαντώ χωρίς να πάρω ανάσα και κλείνω το τηλέφωνο.

Το έκανα;;; Ξεσπάω σε ηχηρά κλάματα. Εγω τον απαρνιέμαι, εγώ είμαι αυτή που τα καταστρέφει όλα, η αιτία που θα με 'αφήσει'. Και θα έχει δίκιο. Εκείνος παραδέχτηκε μπροστά σε τόσες χιλιαδες θαυμαστριές του, σε εκατονταδες κόσμο, πως έχει βρει τον άνθρωπο του, αναφερόμενοςνσε εμένα. Τι πιο όμορφο θα μπορούσε να πει,ποιον χειρότερο τρόπο θα μπορούσε να βρει για να με κάνει να τον θέλω για παντα;;

'Ας το σκεφτόσουν νωρίτερα'μου λέω. Νιώθω γεμάτη από το τίποτα, γεμάτη από κενό.

Κλεισμένες στα δωματιά μας, εγώ και η αδερφή μου καθόμαστε παρέα με την ήσυχη μοναξιά μας.

Το κουδούνι χτυπάει. Ο Νίκος. Πάντα αυτό κάνει όταν μαλώνουν με την αδερφή μου. Παντα υποχωρεί. Την διεκδικεί. Μα πόσο την αγαπάει; Ενα δάκρυ κυλάει σε αυτή μου τη σκέψη. Μάρτιν, θα ήθελα να είμαι εγώ αυτή που φοβάσαι να χάσεις.

Δεν σηκώνεται καμιά μας να ανοίξει.

"Κλέρη, άνοιξε σε παρακαλώ.",τη παρακαλάω σκουπίζοντας τα δάκρυά μου. Εκείνη μου κάνει τη χάρη και ανοίγει. Σιωπή.

Δεν μιλάει κανείς τους. Μάλλον θα τα ξαναβρήκαν. Θα την αρπαξε και θα τη φίλησε. Χαίρομαι για εκείνη. Τουλάχιστον να είναι εκείνη ευτυχισμένη.

"Ααααα" την ακούω να φωνάζει μετά απο λίγα δευτερόλεπτα. Σηκώνομαι αμέσως να τη σώσω. Δεν ξέρω απο τι. Η φωνή της ακούστηκε σαν να είδε φάντασμα.

Βγαίνω ανήσυχει στο σαλόνι και αυτό που βλέπω τα δικαιολογεί όλα...

Για ένα άσχημο κορίτσι..Donde viven las historias. Descúbrelo ahora