κεφάλαιο 3

74 6 4
                                    

Έμεινα ξαπλωμένη στο πάτωμα. Δεν μπορούσα να κουνηθώ. Προσπάθησα να φωνάζω στον Λόραν να φύγει, να τρέξει μακριά μου αλλά η φωνή δεν έβγαινε από το λαιμό μου. Το πνεύμα με εμπόδιζε.
Φωνή - Τρέξε Λόραν, φύγε μακριά!
Λόραν - Ποιός στο διάολο είσαι?
Φωνή - Είπα τρέξε.
Λόραν - Όχι! Η Αλίσια θα έρθει μαζί μου. Αλιός δεν πάω πουθενά.
Εγώ - Λόραν τρέξε για να μην πάθεις κακό!
Με ένα ξόρκι απομάκρυνσης τον έβγαλα έξω από το διαμέρισμά μου και πλέον είχα μείνει μόνη στο σπίτι με το πνεύμα. Είμουν τρομοκρατημένη αλλά προσπαθούσα να μην το δείχνω. Μετά από αρκετές απόπειρες να διώξω το πνεύμα και φυσικά σε όλες πλήρης αποτυχίες, σηκώθηκα από το πάτωμα και πήγα να κάνω ένα μπάνιο. Η φωνή με ακολουθούσε παντού. Όταν βγήκα από το μπάνιο είχε σταματήσει.
Εγώ - Πνεύμα, με ακούς?
Δεν έλαβα καμία απάντηση και πήγα να ντειθώ. Μόλις άνοιξα την πόρτα για να φύγω, με μία επιφύλαξη να μην την κλείσει απότομα το πνεύμα,έκανα ένα βήμα πίσω. Δεν με σταμάτησε και έφυγα για τη σχολή. Ο Λόραν με περίμενε απ' έξω ανήσυχος. Μόλις με είδε έτρεξε προς το μέρος μου. Μου έπιασε τα χέρια και σήκωσε τα μανίκια λίγο πιο πάνω από τον αγγόνα.
Εγώ - Τι στο καλό κάνεις.
Λόραν - Προσπαθώ να μάθω πώς σε ακολούθησε μόνο του το πνεύμα.
Εγώ - Σου είπα Λόραν δεν έκανα τίποτα. Δεν το έφερα εγώ εδώ. Από μόνο του.
Ο Λόραν παρατηρήσε το σημάδι που είχα στους καρπούς μου. Έβαλε από πάνω την παλάμη του και χωρίς να τους αγγίζει εμφανίστηκε μία πεντάλφα.
Λόραν - Είσαι σημαδεμένη!
Δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι είμουν σημαδεμένη. Όταν μου το είπε είχα μείνει να το κοιτάξω τρομοκρατημένη. Δεν μπορούσα να κουνηθώ.
Εγώ -Λόραν, τι θα κάνω?Φοβάμαι.
Λόραν - Μην φοβάσαι. Θα σε απαλάξω από αυτό το πνεύμα.
Eγώ - Πώς?
Λόραν - Θα βρώ έναν τρόπο Αλίσια μην ανησυχείς. Πρίν χρόνια είχα ακούσει για κάτι παρόμοιο. Φυσικά δεν το πίστεψα. Νόμιζα πως ήταν απλά μία φύμη. Θα το ψάξω και θα σε καλέσω αμέσως. Πώς κατάφερες να βγείς από το σπίτι σου?
Εγώ - Δεν ξέρω. Για λίγο έπαψα να το ακούω και με άφισε να φύγω. Μάλλον δεν θέλει κανέναν να μπαίνει μέσα στο σπίτι. Και στο σπίτι της γιαγιάς μου το ίδιο έγινε. Κάποιος μπήκε μέσα και το πνεύμα μου είπε να τον τρομάξω για να φύγει. Εκείνος δεν έφυγε και κατέληξε να αποτελεί τροφή σκουληκιών.
Λόραν - Ιου... Τουλάχιστον θα μπορούσες για μία φορά στη ζωή σου να μην είσαι τόσο μακάβρια?
Εγώ - Το δουλεύω ακόμα. Ξέρεις άλλωστε ότι δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία φορά που σκοτώνω θνητό.
Λόραν - Κι εγώ σου υπενθυμίζω ότι χάσαμε την αιώνια ζωή σαν είδος εδώ και πολλά χρόνια. Οι πρό πρό παππούδες μας ίσος και πάλι ίσος να πρόλαβαν να την κατέχουν για λίγα χρόνια μετά την ενηλικίωσή τους.
Πρίν πολλά χρόνια υπήρξε μία μακροχρόνια διαμάχη μεταξύ δύο φυλών του είδους μας. Υπήρχαν οι μάγοι με μαύρη μαγεία και μάγοι με λευκή μαγεία. Εγώ είμουν μία από αυτούς της μαύρης μαγείας. Όπως και ο Λόραν. Τότε οι μάγοι της μαύρης μαγείας είχαν το χάρισμα της αθανασίας. Δεν το είχαν όλοι φυσικά αλλά μπορούσαν να το αποκτήσουν λόγο των σχολών μαγείας. Οι μάγοι όμως της λευκής μαγείας δεν είχαν τη δυνατότητα να κατέχουν την αθανασία, κάτι που τους έκανε πιο αδύναμους. Στο συμβούλιο τέθηκε αυτό το θέμα και φυσικά έδρασε άμεσα απαγορεύοντας στις σχολές μαγείας αυτό το μάθημα. Υπήρχαν όμως και κάποιοι που το δίδασκαν παράνομα κι έτσι οι σχολές έκλεισαν οριστικά. [Θυμάμαι που όταν ήμουν μικρή η μαμά με είχε πάει σε έναν πολύ ισχυρό μάγο. Κάτι μου έκανε για να ξεχάσω να χειρίζομαι την αθανασία. Ναι, ήμουν τότε μία από αυτούς που την είχαν έμφυτη. Όσο περνάει ο καιρός ξεχνάω τα πάντα για αυτήν. Όχι απλός δεν θυμάμαι το πώς να την χρεισιμοποιώ αλλά κοντεύω να ξεχάσω ότι τήν κατείχα. Το βρήσκω απάνθρωπο! Άλλωστε ποιά μητέρα θα έκανε κάτι τέτοιο στο παιδί της? Μόνο η δικιά μου.]
Οι σχολικές ώρες πέρασαν σχετικά γρήγορα. Δεν ήθελα να γυρίσω στο σπίτι μου εφόσον το πνεύμα το είχε στοιχειώσει. Έτσι πήγα σε ένα πάρκο λίγο πιο κάτω από τη γειτονιά μου. Κάθησα σε μία κούνια και κουνιόμουν ελαφρά μπρος πίσω σκεπτόμενη τη θα κάνω. Πολλές σκέψεις περνούσαν από το μυαλό μου. Θυμόμουν διάφορους μύθους που η γιαγιά μου μου διηγούνταν μέσα στο δάσος και εξασκούμουνα μαζί με τον Λόραν.
[Γιαγιά - Παιδιά μου, θυμάστε που σας έλεγα χθές για τα πνεύματα και σας έμαθα πώς να τα καλείτε?
Εγώ - Ναι γιαγιά, γιατί?
Γιαγιά - Υπάρχει κάτι που ξέχασα να σας πώ πάνω σε αυτό το θέμα. Όταν καλέσετε το πνεύμα φυσικά μετά θα πρέπει να το διόξετε. Ένα βήμα που ποτέ δεν πρέπει να παραληφθεί. Υπάρχει όμως και η περίπτωση το πνεύμα να μην θέλει να φύγει και χωρίς να το καταλάβετε να σας έχει στοιχειώσει. Το πνεύμα θα σας ακολουθήσει μέχρι να βρεί ένα άλλο μέρος που είστε συχνά για να σας βλέπει και να διώχνει του πάντες από γύρω σας.

Αυτή η ανάμνηση περιπλανιέται όλη μέρα σήμερα στο κεφάλι μου. Δεν θέλω ούτε να φαντάζομαι ότι με έχει στοιχειώσει αυτό το πνεύμα. ]

Μετά από αρκετή ώρα χαμένη στις σκέψεις μου αποφάσισα να επιστρέψω στο πλέον στοιχειωμένο σπίτι μου. Άνοιξα την πόρτα και μπήκα μέσα διστακτικά. Με μία κίνηση του χεριού μου έκλεισα την πόρτα πίσω μου αφού είχα καθήσει στον καναπέ. Κατά κάποιον τρόπο απολάμβανα το γεγονός ότι είμαι μάγισσα. Ποτέ δεν είχα πρόβλημα με το είδος μου και δεν ευχήθηκα να μην είμαι έτσι. Το επόμενο λεπτό χτύπησε η πόρτα. Χωρίς να σηκωθώ προσπάθησα να την ανοίξουν όπως ακριβώς την έκλεισα αλλά δεν τα κατάφερα. Σηκώθηκα από τον καναπέ. Εξοργισμένη και κουρασμένη με τη συμπεριφορά του πνεύματος πήγα να ανοίξω μόνη μου την πόρτα. Η πόρτα τελικά άνοιξε πριν προλάβει να την αγγίξω. [Τι στο καλό γίνεται?]

Κοίτα μπροστάWhere stories live. Discover now