Ραγισμένοι Άνθρωποι

347 31 6
                                    

Καθόμουν στον καναπέ τρώγοντας τα νύχια μου από αμηχανία μέχρι που άκουσα το κλειδί να γυρνάει στην κλειδαρότρυπα. Ανασηκώθηκα μόλις είδα την σιλουέτα σου να εισέρχεται στο διαμέρισμα. Οι ώμοι σου ήταν σκυφτοί,πάντα είναι. Αυτό οφείλεται στο ότι εδώ και χρόνια κουβαλάς το ασήκωτο βάρος της θλίψης, της εξάντλησης και της εσωστρέφειας . Τα μάτια σου ήταν κόκκινα και υγρά και υπογραμμίζονταν από μαύρους κύκλους.
"Τεό;" σε ρώτησα αλλά δεν ανταποκρίθηκες. Άφησες με τα τρεμάμενα χέρια σου τα κλειδιά στο ράφι και στηρίχτηκες σε αυτό. Η λαβή σου ήταν τόσο σφικτή που έκανε τις κλειδώσεις σου να ασπρίσουν. Τα μάτια σου κλειδώθηκαν στα βαζάκια με τα λουλούδια δίπλα.
"Δίνουν ζωή τα λουλούδια ε;" με ρώτησες ρητορικά επαναλαμβάνοντας το λόγια μου "Μαλακίες" είπες και έριξες ένα μπλε βάζο στο πάτωμα. Ένας δυνατός χτύπος έσκισε την σιωπή και χιλιάδες γυάλινα κομματάκια απλώθηκαν στο πάτωμα. Έμεινα μακριά σου.
"Τεό σταμάτα" τα λόγια μου έφτασαν στα αυτιά σου αλλά χωρίς καμία αντίδραση. Έριξες ακόμα ένα βάζο κάτω. Ένας μορφασμός πόνου ήταν ζωγραφισμένος στο πρόσωπο σου. Τα λουλούδια έδειχναν μαραμένα, μαδούσαν και πνίγονταν μέσα στο νερό που τους έδινε ζωή. Η μεγάλη ειρωνεία του κόσμου. Ότι μας δίνει ζωή και μας επιτρέπει να νιώσουμε ζωντανοί στο τέλος μας σκοτώνει.
Συνέχισες να καταστρέφεις τα βάζα. Τα βάζα που είχα τοποθετήσει με αγάπη στα ράφια σου, ενώ εσύ με έβλεπες από τον καναπέ. Για να μου δίνουν οξυγόνο, σου είπα, γιατί όταν είμαι κοντά σου ξεχνώ πώς να αναπνέω. Η αγάπη μου για σένα με πνίγει, αστειεύτηκα και σε φίλησα στο μάγουλο. Εσύ απλά μου χαμογέλασες και μου είπες πως θα έπρεπε να έρχομαι στο διαμέρισμα σου πιο συχνά τώρα γιατί αποκλείεται να ασχοληθείς εσύ με αυτά. Δεν με ένοιαζε, έτσι κι αλλιώς ερχόμουν κάθε μέρα εδώ. Δεν άντεχα μακριά σου.  Τύλιξες τα χέρια σου στην μέση μου και έγειρες προς εμένα. Το πιγούνι σου ήταν ανάμεσα στον λαιμό μου και τον ώμο μου, θαυμάζοντας την δουλειά που είχα κάνει.

Τώρα έβλεπα τα βαζάκια μου λεηλατημένα αλλά πιο πολύ με ένοιαζε εσύ. Ήσουν γονατισμένος στο πάτωμα αφού τα γόνατα σου ήταν πλέον αδύναμα και κρατούσες στις παλάμες σου αιχμηρά κομματάκια και τα έσφιγγες με όλη σου την δύναμη. Σταγόνες αίματος δραπέτευαν από τις γροθιές σου αλλά το άλικο τους χρώμα αλλοιωνόταν καθώς έσμιξε με τα δάκρυα σου και το νερό στο μάρμαρο. Σε πλησίασα διστακτικά και έβαλα το χέρι μου στον ώμο σου που είχε αρχίσει να σείεται από τα αναφιλητά. Ηλεκτρίστηκες και σηκώθηκες από το πάτωμα.
"Δίνε του" γρύλισες.
"Τεό" οι παλάμες μου άγγιζαν το πρόσωπό σου.
"Φύγε γαμώτο μου" μου φώναξες και έκανα ένα βήμα πιο κοντά σου.
"Χάσου από μπροστά μου"
Πιο κοντά.
Σε αγκάλιασα και μπορούσα να ακούσω την καρδία σου να χτυπά σαν τρελή.
Σε καθοδήγησα και καθίσαμε στο πάτωμα. Οι πλάτες μας κολλημένες στον τοίχο και οι ώμοι μας να αγγίζουν. Έχωσες το κεφάλι σου στο στέρνο μου βρέχοντας το με δάκρυα και μου ψιθύριζες συγγνώμη ασταμάτητα. Με παρακαλούσες να μην φύγω, κάτι που δεν είχα σκοπό να κάνω.
"Σσσσσς" ψέλλισα .Με το χέρι μου σε παρότρυνα να ελευθερώσεις τα γυαλιά που κρατούσες και τρυπούσαν το δέρμα σου.
Τότε άρχισες να μου λες τι είχε γίνει. Ο αδερφός σου χειροτέρεψε. Έκανε ξανά χρήση και οι ιατροί είπαν πως θα ήταν θαύμα αν παρέμενε ζωντανός. Αλλά εσύ δεν πίστευες σε θαύματα. Δεν πίστευες στον εαυτό σου.
Έμεινα και και σε άκουγα. Έβγαλα μικρά θραύσματα που ήταν χωμένα στο δέρμα σου και του έδωσα απαλά φιλιά. Μύριζε τσιγάρο και είχε την μεταλλική γεύση του αίματος αλλά και την δική σου. Μόλις τελείωσες, σκούπισα με τους αντίχειρες μου τα δάκρυα στα μάγουλα σου και κάθισα πάνω στα πόδια σου. Σε φίλησα πρώτα στην μύτη και μετά στα χείλη σου. Εσύ με έσφιξες στην αγκαλιά σου και φίλησες το πάνω μέρος του κεφαλιού μου.
Μείναμε έτσι μέχρι να νιώσεις καλύτερα.
Μέχρι να στεγνώσει το αίμα στον τζιν σου, στο πάτωμα και στα χέρια σου.
Μέχρι το πρωί.
Μείναμε έτσι μέχρι να συνδέσουμε πάλι τα σπασμένα σου κομμάτια.
Αλλά όπως όλοι ξέρουμε τα σπασμένα ποτέ δεν είναι σαν καινούργια.
Έχουν ρωγμές...
Και  ανάμεσα στις ρωγμές ξεφυτρώνουν και ανθίζουν λουλούδια .

Για Τους Ερωτευμένους ΜαςWhere stories live. Discover now