Κεφάλαιο 13: Κώνειο

53 5 3
                                    

Κάθεσαι στο τραπέζι με συντροφιά κρασί
Με όλους του πόνους σου που 'χεις και συ
Σε πόνεσαν σε έκλεψαν όλα τα λεφτά
Οπως κάναν και σ'άλλους ίσως πιο παλιά

Γεμίζεις ποτήρι και πίνεις μια γουλιά
Έχει γεύση σαν κώνειο πίκρα σαν προδοσιά
Θυμάσαι αυτούς που στους αιώνες το ήπιαν
Θυμάσαι τα λόγια που τελευταία τα είπαν

Σηκώνεσαι ορθιος προπώσεις κάνεις
Σε όλους αυτούς τους τώρα νεκρούς που θαυμάζεις
Πίνεις δυο γουλιές που είναι καθοριστικές
Πριν του ύπνου ή του θανάτου αρχίσουν οι φωνές

Προπώσεις κάνεις στα θεία
Σαν το κώνειο να 'ταν κρυφή σου λατρεία
Πηγαίνεις παρέα στον Άδη με το Δία
Σε ακολουθεί προς το παρόν μια Ερινύα

Φτάνεις νεκρούς όλους τους βλέπεις
Σαν τη ζωή που τη ζεις μα θεατής μένεις
Και προχωράς όπως λες πως γερνάς
Κλείνεις τα μάτια φωνάζεις περνάς

Ξυπνας τελικώς βλέπεις σπίτι άδειο
Δύο παρουσίες που σε έκαναν Άγιο
Έφυγαν και κάνεις σε σενα κακό

Αντί να υπομένεις στο κατάρτι δεμένος
Κουλουριάζεσαι όπως νιώθεις σκευρωμένος
Προδομένος από μεγάλο σου εχθρό

Αφήνεις το ποτήρι χύνεις το κρασί
Φοβάσαι ότι χάνεσαι ζαλίζεσαι συ
Σηκώνεσαι όρθιος σωριάζεσαι χάμω
Το πλοίο ψάχνοντας που χώθηκε στην άμμο

Ανοίγεις τα μάτια μαυρίλα σκοτάδι
Πονάει η έλλειψη απο αυτό το χάδι
Που σε έκανε να νιώθεις πιο ζωντανός

Τρεκλιζεις και τρέμεις κουνώντας τα χέρια
Στρέφεις τα μάτια σου προς τα αστέρια
Και ψιθυρίζεις: "Συγγνώμη δεν είμαι Θεός"

Τα 13!Donde viven las historias. Descúbrelo ahora