Είμαι.. 'Η μάλλον..Ήμουν η Ελπίδα..Η ιστορία μου αυτή αρχίζει στα 20 μου χρόνια. Ψηλή, καστανή, με κάστανα μάτια και καμπύλες.. Η Ζωή μου δεν ήταν ποτέ εύκολη. Όχι γιατί πέρασα από άσχημες καταστάσεις, αντιθέτως, ήμουν πολύ τυχερή για τη ζωή που είχα. Αυτό που την έκανε δύσκολη ήταν ότι γεννήθηκα διαφορετική από τους υπόλοιπους. Όχι με κάποια αναπηρία ή ασθένεια. Το μυαλό μου ήταν πάντα ένας λαβύρινθος που συχνά κι εγώ η ίδια χανόμουν και δεν έβρισκα διέξοδο. Ανέλυα τις σκέψεις μου συνέχεια. Τις νύχτες μου στερούσα τα όνειρα γιατί ονειρευόμουν ξύπνια. Πάντα αφηρημένη και χαμένη στις σκέψεις μου. Γενικά όμως, ένα πολύ χαρούμενο κορίτσι. Ανεξάρτητη, αισιόδοξη, αστεία, ευαίσθητη και γενναιόδωρη.. Μου άρεσε να βλέπω ανθρώπους να γελούν. Πολλοί λόγω της ιδιαιτερότητας του μυαλού μου πίστευαν ότι είμαι ξινή. Με έλεγαν αναίσθητη. Οι συμμαθητές μου δεν με συμπάθησαν ποτέ. Δεν είχα πολλούς φίλους. Είχα μονο μια παρέα, και αυτοί, παρόμοιοι με εμένα μα όχι τόσο ιδιαίτεροι. Η μόνη προσωπικότητα που μπορούσε να συναγωνιστεί με την δική μου σε διαφορετικότητα ήταν αυτή του Νικόλα.. Του αιώνια καλύτερου μου φίλου (από το νηπιαγωγείο) και ουσιαστικά του μόνου ανθρώπου που με κατάλαβε. Ο Νικόλας ήταν πανύψηλος , λεπτός, με κάστανα μάτια και μαλλιά.. Γιατί η αφήγηση μου γίνεται σε παρελθοντικό χρόνο? Θα το καταλάβετε σύντομα.
Μια καλοκαιριάτικη νύχτα, Αύγουστος ήταν, το θυμάμαι, πήγα με την παρέα μου, τον Νικόλα, τη Μαρία, τον Σταύρο, την Ηλέκτρα και τον Σωτήρη, στην ταράτσα ενός παλιού εγκαταλειμμένου κτηρίου να δούμε το Αυγουστιάτικο φεγγάρι. Ήταν πανέμορφα. Ο Νικόλας εκείνη τη νύχτα δεν μίλησε.. Μόνο έβλεπε το φεγγάρι. Πάντα αγαπούσε το φεγγάρι.. Λέγαμε αστεία με τα παιδιά, συζητούσαμε κι αυτός αμίλητος. Η Ηλέκτρα με τον Σωτήρη και η Μαρία με τον Σταυρό ήταν ζευγάρια. Πέρασε η ώρα και ήταν πια πολύ αργά για φεγγάρια, ξημέρωνε.. Τα παιδιά έφυγαν. "Πάμε κι εμεις σιγά σιγά?" Ρωτάω τον Νικόλα.. "Λίγο ακόμα", είπε, σπάζοντας για πρώτη φορά τη σιωπή του. "Θέλω να το δω να φεύγει εντελώς" συμπλήρωσε.. "Εντάξει" του λέω και τρυπώνω στην αγκαλιά του.. Με αγκάλιασε σφιχτά.. Ποτέ δεν κατάλαβα την ανεξήγητη αγάπη του Νικόλα για το φεγγάρι. Πάντα την σεβομουν όμως, μου άρεσε μη σας πω.. "Πάμε" μου λεει αφού πια τη θεση του φεγγαριού πήρε ο ήλιος.. Ήμουν ακόμα στην αγκαλιά του. Για μισή ώρα περίπου. Μου φάνηκε πεντάλεπτο.. Γύρισα και τον κοίταξα στα μάτια. Μου χαμογέλασε. Προχώρησα για να κατέβω κάτω. "Ελπίδα" μου λέει και γυρνάω "Ναι?" Είπα.. "Σ' αγαπάω" μου λεει "Κι εγώ,πολύ" του είπα "Όχι. Δεν κατάλαβες. Όχι έτσι. Σε θέλω"...
Τι ήταν αυτό? Το είπε όντως? Μήπως απλά νυστάζω πολύ?
"Τι?" Είπα ξαφνιασμένη.
"Σε θέλω" είπε για δεύτερη φορά.
"Απο πότε?" ρώτησα αμήχανα.
"Απο πάντα" λέει και προχωράει προς τη σκάλα.
"Κι εγώ" λέω και γυρνάω από την άλλη για να μη με βλέπει. Κοκκίνισα από ντροπή. Οι λέξεις ξέφυγαν από το στόμα μου χωρίς να το θέλω. Αλλά μαζί τους, έφυγε κι ένα βάρος το οποίο κουβαλούσα... Απο πάντα όπως είπε κι ο ίδιος.
"Τι?" Λέει και γυρνάει ξανά να με δει, μα βλέπει την πλάτη μου. Αμέσως γελάει. Είναι πανέμορφος όταν γελάει.. "Γιατί είσαι γυρισμένη?" Ρώταει γέλοντας..
"Ντρέπομαι" του απαντάω.
Τον νιώθω να με πλησιάζει.. Με αγγίζει και με γυρνάει προς το μέρος του.
Το βλέμμα μου συναντάει το δικό του και αμέσως.....Γεια σας.. Η ιστορία αυτή είναι περίπου εμπνευσμένη από πραγματικά γεγονότα και συγκεκριμένα τη δική μου προσωπική εμπειρία.. Παρ' Όλα αυτά, πολλά από αυτά που θα διαβασετε εννοείται οτι αποτελούν μυθοπλασία. Ελπίζω να σας αρέσει:).
ESTÁS LEYENDO
Η Δύναμη Να Λες Αντίο
Romance"Χαρούμενο τέλος? Δεν υπάρχει χαρούμενο τέλος. Το τέλος είναι πάντα το πιο άσχημο και θλιβερό κομμάτι. Δώσ' μου απλά μια χαρούμενη μέση και μια πολύ χαρούμενη αρχή"...