Η Μαριλίζα με την Μαρία γυρίζουν πίσω στο Αλιβέρι με το λεωφορείο . Ο Μαριπινα έφτασε στο σπίτι στο χωριό .
Μαρία : Εί. ..τι έχεις
Μαριλίζα : Τίποτα ...το κεφάλι μου
Μαρία : Το κεφάλι σου πονάει επειδη τον είδες ....σωστά ?
Μαριλίζα : Μπαα απλα κουράστηκα
Μαρία : .....Δεν είναι αυτό ....σε ξέρω πολύ καλά
Μαριλίζα : Ε ναι .... Για αυτό !.... Ήταν η πρώτη φορά που ειμασταν κάπου μαζί και δεν μιλήσαμε . Το αντιλαμβάνεσαι αυτό ? Μονο κοιταζομασταν και τίποτα αλλο. Ήθελα να βάλω τα κλάματα ....
Μαρία : Κάποιες φορές γλυκιά μου τα μάτια μιλάνε περισσότερο από τις λέξειςΚαι μετά από αυτό επικράτησε σιωπή ανάμεσα τους . Η Μαριλίζα είχε αφαιρεθεί στην θάλασσα που ήταν τόσο ήρεμη και γαλανια ώσπου την πήρε ο ύπνος . Η Μαρία την σκέπασε με την ζακέτα της και άνοιξε το κινητό της να χαζέψει στο Facebook . Στην λίστα αναζήτηση της είχε πρώτο πρώτο τον Βασίλη . Κάθε μέρα πηγαινε στο προφίλ του και χάζευε για ώρες τις φωτογραφίες του . Της έλειπε πολύ και ήθελε να τον δει τόσο πολύ που δεν την ένοιαζε το γεγονός ότι δεν θα μίλαγαν καθόλου. Βασικά το καθόλου και το ποτέ είναι αόριστο οπότε ένα "Γεια" θα έλεγαν σίγουρα ομως φιλικα . Το "φιλικά" δεν υπηρχε σαν λεξη για την Μαρία οσο αφορά την σχεση της με τον Βασίλη . Τον αγαπούσε ακόμα όσο τίποτα άλλο στην Γη !
Η Μαριπινα αφού
τακτοποιηθηκε βγήκε στην αυλή να χαλαρώσει . Εκείνο το βράδυ δεν φυσαγε καθόλου . Είχε ξαστεριά . Οι γονείς της και ο αδερφός της πήγαν να ξαπλωσουν όπως και οι παππούδες της .
Θεόφιλος (ο αδερφός της ) :
Δεν θα έρθεις πάνω να ξεκουραστείς;
Μαριπινα : Μπαα θα κάτσω εδώ λίγο . Κοίτα τι υπέροχη βραδιά έχει απόψε !
Θεόφιλος : Όντως...
Μαριπινα : Πήγαινε εισαι κουρασμένος ....Θέλω να ηρεμήσω κι εγώ
Θεόφιλος : Καλως .. καληνύχταΚαι έφυγε αθόρυβα.
Η Μαριπινα λάτρευε από μικρή τα αστέρια και ξαπλωσε κάτω κοιτώντας τα αστέρια .