Η υποσχεση

10 0 1
                                    

Το ξημέρωμα ειχε ηδη αρχίσει να γινεται αισθητό, το φως εξαπλωνοταν αργα και σταθερα οπως το αιμα κυλουσε στις φλεβες μου.Αργα η γρηγορα ο Lucifer θα ερχοταν για να με δολοφονήσει νομιζοντας πως δεν γνωριζω οτι παντα ηθελε τον θρονο μου , ελπιζω να με προλαβει ο David γιατι πρεπει να του εκμηστηρευτω καποια πραγματα.
-Συγνωμη που αργησα κυριε
-Δεν πειραζει μου αρκει που ηρθες αλλωστε δεν ειμαστε και τιποτα
-Ελατε τωρα κυριε ταριον απο μικρο παιδι σας ξερω πιστευεται οτι δεν θα ερχομουν ;
-Ξερεις τι εκανα ετσι ;
-Δυστυχως γνωριζω κυριε
-Ειναι καλυτερα για ολους ετσι θα σταματησει να σας κυνηγαει αυτο , το μονο που ηθελε ηταν ο θρονος μου δεν θα ενοχλεισει πια.
-Ισως εχετε δικιο κιομως θα μπορουσαμε να το παλεψουμε ολοι μαζι κυριε , ο γιος σας εχει ηδη αρχισει να δυναμώνει σε λιγο καιρο και αφου τον εκπαιδευσουμε και ενηλικιωθει θα μπορει να τον νικησει
-Το μονο που θελω απο εσενα ειναι να του δωσεις την πετρα βεβαιωσου οτι θα την πιασει στα χερια του αφου κλεισει το 18 ετος του ζωντανος μετα θα βρει το δρομο για ολα
-Ενταξει κυριε θα το κανω , με θελετε κατι αλλο ??
-Πριν φυγεις περνα απο το γραφειο μου και παρε τον χαρτη κρυψτον καπου που μονο εσυ θα ξες που ειναι
-Ο Elidor δεν πρεπει να μαθει ?
-Μονον οταν ειναι μεγαλη αναγκη θα του το πεις θα τον χρεισημοποιησει ασκοπα
-Ενταξει κυριε
-Υποσχεσου το
-Ναι κυριε ...... σας το υποσχομαι
Ο david εφυγε και πηγαινοντας στο γραφειο του Tarion συνειδητοποιησε οτι καποιος τον ακολουθουσε γυρισε πισω αποτομα κιομως τιποτα . Αυτο που ενιωθε πλησιαζε ολο και πιο κοντα ωσπου φοβηθηκε και ετρεξε γρηγορα, κλειδωσε την πορτα του γραφειου και εμεινε μεσα με κλειστο το φως ψαχνοντας για την πετρα .
Η αισθηση που ειχε μετατραπηκε σε φοβος . Ενω ολα ηταν ησυχα και η ωρα ειχε περασει ο David βρηκε την πετρα τυλιγμενη μεσα σε ενα τσαλακομενο πανι την εβαλε στην τσεπη του και αφου ανοιξε ηρεμα το καδρο πηρε και τον κρυσταλο . Ακουστηκε ενας ηχος σαν να θροιζαν τα φυλλα ομως κοιτοντας απο το παραθυρο δεν φαινοταν τιποτα παρα μονο ο φυλλακας να κοιταζει εξω απο τον πυργο για τυχον μισθοφόρους. Σιγα σιγα ανοιξε την πορτα και βγαινοντας ηρεμα κλειδωσε και ετρεξε βιαστικα προς το δωματιο του
Σιριου του ειπε πως επρεπε να φυγουν δεν ηταν ασφαλεις .
-Elidor ....Elidor
-Ποιος ειναι ;
-εγω ειναι ο David γρηγορα ανοιξε το παραθυρο...... παμε
-Που παμε τι λες ειναι μολις ξημερωματα θεμα να εχει περασει 5
-Ντυσου γρηγορα και πηδαμε απο το παραθυρο θα σου εξηγησω στον δρομο
-Νταξει ομως περιμενε να παρω καποια πραγματα
Την ωρα οπου ο πριγκηπας εβαζε καποια απαραιτητα πραγματα στο σακιδιο του ο David ακουσε φωνες
-Παμε ..... γρηγορα πηδα δεν προλαβαινουμε
-Μα
-Δεν εχει μα ... παμε πηδα
Και ετσι με ενα βιστικο και αποτομο αλμα βρεθηκαν και οι δυο αγκαλια με τους θαμνους που βρισκονταν ακριβως απο κατω απο το παραθυρο.

Sorcerer Of The Fallen EmpireWhere stories live. Discover now