5.

101 18 24
                                    

Ο τύπος φαίνονταν πάνω κάτω σαν την Μπεθ. Άπο ηλικία δεν μπορούσε να καταλάβει τίποτα. Εξωτερικά φαίνονταν νέοι άλλα η έκφρασή τους ήταν κάπως... γερασμένη.

''Κάτσε εκεί που είσαι! Ερχόμαστε εμείς!'' φώναξε η Μπεθ και τους τράβηξε από το μπράτσο. Η Δήμητρα απελευθέρωσε το χέρι της και συνέχισε να περπατάει μόνη της.

Ο Τομ παρατήρησε πως όσο κατευθύνονταν προς τα μέσα του ξέφωτου τόσο λιγότερο γκρίζο γίνοταν το τοπίο. Ανοιγόκλεισε ξανά τα ματιά του για να συνιθήσουν το έντονο χρώμα. Πλησιάζαν προς τον άνθρωπο.

Η Μπεθ του άφησε το χέρι και μίλησε στον άνθρωπο.

''Τους βρήκα στο δάσος. '' είπε ξερά.

Ο άνθρωπος απόστρεψε το βλέμμα του με αγανάκτηση.

''Μπήκες στον κόπο να τους εξηγήσεις τίποτα, μοιάζουν λες και περιμένουν την θανατική τους καταδίκη'' της είπε.
Γύρισε στα παιδιά.

''Σας εξήγησε τίποτα;'' ρώτησε.

''Όχι.'' είπαν και οι δύο. Η Δήμητρα συμπλήρωσε κάτι μέσα από τα δόντια της που ο Τομ θα ορκίζονταν ότι ήταν βρισιά.

''Με λένε Πατ.'' κατέληξε.

Μουρμούρισαν τα ονόματα τους.

''Πώς βρεθήκατε εδώ;'' ρώτησε μαλακά. Η Μπεθ στράφηκε ξανά μπρος το μέρος τους. Πέρασαν λίγες στιγμές.

''Αυτόν ρώτα.'' μίλησε τελικά η Δήμητρα. Κοιτούσε το χώμα.

''Λοιπόν;'' είπε ο Πατ.

''Δεν έχω ιδέα τι έγινε. Έκλεισα το φως και η ονειροπαγίδα έλαμψε και μετά ήρθα εδώ.'' κατέληξε ο Τομ.

''Αλήθεια; Έγω κοιμόμουν ονειρεύτηκα πως έτρεχα και απλά μετά η αφεντιά σου με ξύπνησε εδώ.'' ζάρωσε τα φρύδια της Δήμητρα. ''Αλλά είχα πάρει και εγώ μια ονειροπαγίδα.''

''Περνιέσαι για έξυπνη αλλά δεν κατάλαβες ότι οι ονειροπαγίδες φταίνε που είστε εδώ.'' την διέκοψε η Μπεθ.

''Ωραία αν οι ονειροπαγίδες φταίνε που είμαστε εμείς εδώ τότε η πραγματική ερώτηση είναι εσείς οι δύο γιατί είστε εδώ'' αντιγύρισε η Δήμητρα θυμωμένη.

Ο Τομ δεν το είχε σκεφτεί αυτό.
Ο Πατ έριξε ένα αγανακτησμένο βλέμμα στην Μπεθ που σήκωσε τους ώμους της.

''Δεν σας αφορά αυτό άμεσα. Είμαστε μία χαμένη υπόθεση και δεν πρέπει να γίνετε και εσείς μια'' είπε ο Πατ. ''Πείτε μας τώρα τι έγινε, από την αρχή''

Πριν προλάβει να πει τίποτα η Δήμητρα ο Τομ είπε τα πάντα με κάθε λεπτομέρια. Δεν είχε νόημα να τους υποπτεύεται. Τελειώνοντας τους κοίταξε πιο προσεκτικά. Έπρεπε να είναι αδέλφια - έμοιαζαν πολύ αν και διέφεραν κιόλας.

Έπεσε σιωπή για λίγα δευτερόλεπτα.

''Είπες ότι εμφανίστηκε ένα φωτάκι έτσι δεν είναι;'' ρώτησε η Μπεθ

''Ναι...''

''Δεν εμφανίστηκε. Εσύ το εμφάνισες.'' κατέληξε γρήγορα εκείνη. Η Δήμητρα τον κοίταξε περίεργα και παραδόξως δεν είπε τίποτα.

Ο Τομ απλά την κοιτούσε με δυσπιστία.

''Είναι φως.'' είπε απλά εκείνη ''Το φως απομακρύνει το σκοτάδι. Είναι απλό.''
Έκανε μια κίνηση και η λεπίδα εκτινάχθηκε ξανά στον αερά. Δίπλωσε στα δύο έπειτα στα τέσσερα και μετά στα έξι ώσπου έφτασε περίπου στο ίδιο μέγεθος με το φωτάκι.

"Μισό, μπορώ να κάνω κάτι τέτοιο;" ρώτησε ξαφνιασμένος.

"Ίσως."

"Και αυτή γιατί όχι;"

Η Δήμητρα τον αγριοκοιταξε.

"Γιατί απλά δεν μπορεί. Ούτε και εγώ εδώ που τα λέμε." συμπλήρωσε ο Πατ.

Η Δήμητρα σαν να ανακουφιστηκε λίγο. Όλα καλά.

"Τυχεροί είστε. Έχετε λιγότερες πιθανότητες να χαθείτε." σχολίασε και η Μπεθ.

"Τι εννοείς να χαθούμε;" πετάχτηκε η Δήμητρα.

Ο Πατ πήρε ένα βλοσυρο ύφος.

"Εδώ δεν μπορείς να πεθάνεις. Μακάρι να μπορούσαμε. Αντιθέτως είμαστε αναγκασμένοι να ζούμε εδώ. Αν οι σκιές σε πιάσουν τότε δεν πεθαίνεις, η ψυχή σου συνεχίζει να να περιπλανιέται αιώνια σε αυτήν την κόλαση. Η αυτοκτονία δεν είναι λύση συνεχίζεις να ζεις με ένα τσακισμένο σώμα, οι πληγές δεν θεραπεύονται και αφήνουν μόνιμα σημάδια."

Ο Τομ κοίταξε με τρόμο τις πληγές και τις γρατσουνιές του. Συνέχιζαν να είναι πρησμενες, ανοιχτές και κόκκινες.

Η Μπεθ δεν αντέδρασε.

"Καλοσωρισατε σε έναν κόσμο που τα όνειρα γίνονται εφιάλτες." είπε σιγανά.

"Και εσείς αυτά... που τα ξέρετε;" ρώτησε ο Τομ.

"Δεν ήρθαμε μόνο εμείς εδώ." έκρωξε η Μπεθ.

Η Ονειροπαγίδα (Αργές Ανανεώσεις)Where stories live. Discover now