Κεφάλαιο 1ο

604 89 194
                                    

-Γεια σου ξανθούλα!

Με πλησίασε και ένωσε τα χείλη μας με πάθος.

-Γεια σου Βύρωνα! του απάντησα.

Με αγκάλιασε και κάναμε μία στροφή. Όλες οι λυσσάρες τον κοίταζαν και άκουγα πολλά αρσενικά να σφυρίζουν γύρω μου. Με κοίταξε για ένα λεπτό με τα καταπράσινα μάτια του. Εγώ χάθηκα στο βλέμμα του. Ξαφνικά τέντωσε τον δείκτη του και μου τον έδειξε. Τον έγλυψε και τον έβαλε μέσα στο αφτί μου.

Ούρλιαξα και έκλεισα τα μάτια μου. Όταν τα άνοιξα συνειδητοποίησα πως ήμουν στο δωμάτιό μου και ο αδελφός μου είχε βάλει το δάχτυλό του στο αφτί μου για να ξυπνήσω πάλι.

-Ηλίθιο! Μην με ξυπνάς έτσι!

Ο τσούλος επτάχρονος αδελφός μου χασκογελούσε σατανικά καθώς εγώ έτριβα τα αφτιά μου.

-Πάλι φώναζες "Βύρωνα" στον ύπνο σου!

-Κοίτα την δουλειά σου μικρό!

-Εγώ έχω την Αννούλα! Η Μαρία δεν έχει γκόμενο, η Μαρία δεν έχει γκόμενο!

Έσπρωξα το κεφάλι του με την παλάμη μου και έπεσε πίσω γελώντας. Βγήκε από το δωμάτιο και εγώ έμεινα μόνη μου να κλαίω και να τρίβω το αφτί μου. 

Σήμερα είναι Τρίτη. Άρα έχω σχολείο. Άρα θα πρέπει να ανεχτώ τους 12 γαμιάδες της τάξης μου. 

Πηγαίνω δευτέρα λυκείου. Πέρσι στην πρώτη μου άρεσαν πολύ οι τεντυμπόηδες, γιατί είχα την αίσθηση ότι μόνο ένας αλήτης και γαμιάς θα είχε το θάρρος να με διεκδικήσει. Μετά όμως συνειδητοποίησα κάτι:

Όλοι στο σχολείο μου είναι τσούλοι, απλά η ύπαρξή μου δεν τους ενδιέφερε! Θα κοίταζαν πάντα τις τσούλες με τους ωραίους κώλους και τις μεγάλες βιζοχαλάνδρες.

Ετοιμάστηκα γρήγορα για το σχολείο και έφυγα σαν την κυνηγημένη. 

Τα υπέροχα ξανθά μου μαλλιά ανέμιζαν από πίσω, κάνοντας ορατή τη θέα στο πρόσωπό μου με τα μεγάλα γκρίζα μάτια μου. Ένιωθα τόσο κουκλάρα, που γύρισα προς την τζαμαρία του φούρνου δίπλα μου για να θαυμάσω τον εαυτό μου. Αλλά τότε θυμήθηκα: Είμαι ξανθιά με ανοιχτόχρωμα μάτια, αλλά είμαι από τις άσχημες εξαιρέσεις! Σταμάτησα να τρέχω και το χαμόγελο που είχα πριν κρέμασε. Έβαλα τα μαλλιά μου μπροστά στην φάτσα μου και συνέχισα περπατώντας με μικρά βήματα. Μπήκα μέσα στο σχολείο. Πήγα προς την παρέα μου. Οι τσούλες μπάρμπιδες φίλες μου μου χαμογέλασαν και τα ολόλευκα δόντια τους με τύφλωσαν. Ξαφνικά η μία από αυτές έδειξε από πίσω μου φωνάζοντας:"Ο Βύρωνας!".

Ο Βύρωνας είναι η αγάπη μου, ο έρωτάς μου, το αίσθημά μου, πως το λέμε στο χωριό μου;

"Ειν το γκζινόγαλα στη γιαούρτημ"

Αλλά όπως όλοι, είναι τέντυμποης και τα έχει με μια τσούλα από την τρίτη. Υποτίθεται πως η σχέση τους είναι κρυφή για να κρατηθεί η μαγεία, αλλά τους είδα να τρώνε ο ένας τη μούρη του άλλου στις τουαλέτες.

Δεν έπαιρνα μάτι, ούτε ακολουθούσα τον Βύρωνα αν αυτό σκεφτήκατε. Απλά έτυχε να πάω και εγώ να κάνω την ανάγκη μου εκείνη τη πέμπτη το μεσημέρι στις 12:47 και 8 δευτερόλεπτα και σκόνταψα και βρέθηκα στο πάτωμα να κοιτάω κάτω από την πόρτα.

Εκείνη τη στιγμή όλα τα θηλυκά γύρω του έπεσαν στα τέσσερα προσκυνώντας και παρακαλώντας τον για μία βραδιά κολάσεως. Πήγε στους εξίσου γαμιάδες και κούκλους φίλους του απαξιώνοντας τις τσούλες στο πάτωμα. 

  Το κουδούνι χτύπησε και όλοι μαζευτήκαμε σε σειρές για προσευχή. Ο διευθυντής μας βγήκε μπροστά.

-Ποιός θα πει προσευχή; Η κοκκινομάλλα εκεί πίσω θέλει; Όχι; Δε γαμιέται, στις τάξεις σας!

Όλοι φύγαμε για τις τάξεις. Μπήκαμε μέσα και η τριαντάχρονη καθηγήτρια πήγε να γράψει στον πίνακα. Με το που γύρισε την πλάτη της όλοι κοιτάχτηκαν μεταξύ τους και έκαναν την χαρακτηριστική κίνηση του "είμαι γαμιάς", δηλαδή τους αγκώνες προς τα πίσω. Όλοι άρχισα να γελάνε, ακόμα και ο Βύρωνάς μου.

Θα ήταν μία μεγάλη μέρα.

Τσούλοι & Τσούλες Onde histórias criam vida. Descubra agora