"Να μπω;" είπε ο πατέρας μου χτυπώντας την πόρτα. "Αμέ" χαμογέλασα αμυδρά κοιτώντας προς το μέρος του. "Ήρθε από εδώ ο Βαγγέλης;" ρώτησε καχύποπτα. "Όχι δεν τον είδα" λέω αδιάφορα. Έχω μάθει να διαχυρίζομαι την ανησυχία μου και να πείθω τους άλλους για ό,τι θέλω να πω κάθε φορά. Από τα 14 γίνεται εξάλλου και τώρα πια είμαι 20 και εκείνος 21. "Μάλιστα. Επειδή το αυτοκίνητο του ήταν απ'έξω ή μάλλον ένα σαν το δικό του και έφευγε όταν έφτασα" "μία συνάδελφος μου ήταν ήρθε να της δώσω κάτι έγγραφα που ετοίμασα μόλις απλά επειδή περνούσε από εδώ είπε να περάσει να τα πάρει για να μην πηγαινοέρχομαι και σήμερα που έχω άδεια" "έχεις άδεια;" ρώταει και ένα χαμόγελο είναι χαραγμένο στα χείλη του. "Ναι μπαμπά γιατί ρωτάς;" λέω ενώ αφήνω τη χτένα των μαλλιών μου στο γραφείο αφού έχω τελειώσει με το ξεμπέρδεμα. "Απλά σήμερα έδωσα προαγωγή στον Αλέξανδρο έναν καταπληκτικό παιδί που στην αρχιτεκτονική είναι διαμάντι και στην εταιρία τα πάει περίφημα." "Και που κολλάει αυτό με την άδεια μου;" λέω ενώ τον κοιτάω με απορία. "Να σήμερα θα έρθει από εδώ για να κάνουμε μία δουλειά και επειδή έχει τύχει να σε δει μία φορά που ήρθες στο γραφείο μου του άρεσες αρκετά και.." "σταμάτα να μου κάνεις προξενιό" "βρε κορίτσι μου δε σου κάνω προξενιό απλά θα έρθει από εδώ το παιδί και είναι και ελεύθερος και εξαίρετος νέος με γνώσεις στο επάγγελμα" "εντάξει αν αποφασήσω να χτίσω νέο σπίτι θα τον συμβουλευτώ για τα σχέδια" λέω απότομα. "Εμμανουέλα δεν έχεις κάνει ποτέ μια επίσημη σχέση. Γνώρισε τον και μετά βλέπεις είναι 25 χρονών, μιλάει γαλλικά, αγγλικά έχει πάρει υποτροφία στο.." "ΜΠΑΜΠΑ" φωνάζω και εκείνος γελάει. "Καλά καλά μικρή γλωσσοκοπάνα. Πάω κάτω ο Αλέξανδρος θα έρθει κατά τις 4 για μεσημεριανό" "αααα γι' αυτόν ήρθε το κινέζικο πριν από μισή ώρα;" ρωτάω απλά. "Ναι. Τώρα ντύσου και σε περιμένω κάτω". Κάθομαι στο κρεβάτι ξεφυσώντας όταν ακούω το γνωστό ήχο του κινητού μου όταν έρχεται μήνυμα. "Stis 4:20 tha eimai sto gnwsto meros na eisai ekei♥️".
Μόλις το είδα αναστέναξα και το άφησα δίπλα μου. Πώς τα έχω κάνει έτσι είπα και τα δάκρυα δεν άργησαν να δραπετεύσουν από τα μάτια μου. Γιατί να είναι τόσο λάθος και τόσο σωστό. Μας περιορίζουν τα πάντα ακόμα και η συνείδηση μας μα όταν τον αγκαλιάζω νιώθω τόσο όμορφα. Πρέπει να αλλάξω όσο δύσκολο κι αν είναι. Αν δε θέλω ο μπαμπάς να καταλήξει σαν τη μαμά πριν 4 χρόνια. Παίρνω μια ανάσα και παίρνω το κινητό στα χέρια μου.
Προς: Βαγγέλης
"Δεν μπορώ θα έρθει ένας συνάδελφος του μπαμπά και θέλω να είμαι εδώ να τον γνωρίσω. Θέλω να κάνω μια νέα αρχή. Ήταν λάθος. Καλή συνέχεια." Γράφω και ύστερα πατάω αποστολή.
Δεν περνάει 1 λεπτό και το κινητό μου χτυπάει. Κοιτάω την οθόνη και διακρίνω το όνομά του. Δεν το σηκώνω μα εκείνος επιμένει. Αφου καταλαβαίνω πως δε θα σταματήσει το απενεργοποιώ. Μη μου το κάνεις δύσκολο κι εσύ Βαγγέλη. Υποτίθεται ότι με αγαπάς γαμώτο. Και με τις σκέψεις μου αυτες αποφασίζω να αρχίζω να ετοιμάζομαι. Φοράω ένα μαύρο φόρεμα και μαύρες ψηλές μπότες τα μαλλιά μου είναι κάτω. Βάφομαι όχι υπερβολικά αλλά ίσα που κάποιος θα μπορούσε να διακρίνει ότι είμαι βαμμένη μάλλον από το κραγιόν και τη μάσκαρα υποθέτω. Βάζω λίγο άρωμα και κατεβαίνω τα σκαλιά του σπιτιού ώστε να φτάσω στο σαλόνι. Ο μπαμπάς κάθεται στον καναπέ και κοιτάζει τηλεόραση. Όταν διακρίνει την παρουσία μου με κοιτάει και χαμογελάει. "Είσαι μία κούκλα" "χαχαχ από τον πατέρα μου πήρα" κάθομαι κοντά του και του δίνω ένα φιλί στο μάγουλο. Εκείνη ακριβώς την ώρα το κουδούνι χτυπάει και πάω να ανοίξω όμως ο πατέρας μου με ένα σήμα μου λέει ότι πάει αυτός. Σηκώνεται και αφού ανοίξει την πόρτα καλωσορίζει τον Αλέξανδρο υποθέτω αφού δεν τον βλέπω με αυτή την τεράστια ανθοδέσμη με διάφορα ροζ άνθη που κρατάει. Αφού χαιρετηθούν με πλησιάζει δίνοντας μου το χέρι. "Εμμανουέλα" "Αλέξανδρος" λέμε και οι δύο και ύστερα μου δίνει την ανθοδέσμη. "Αυτά είναι για εσένα" λέει γλυκά. "Σε ευχαριστώ πάω να τα βαλ.." τα λόγια μου διακόπτει το κουδούνι και πάω να ανοίξω την πόρτα μα όταν την ανοίγω θα ευχόμουν να μην το έκανα ποτέ.Είχα παγώσει στη θέση μου δεν μπορούσα να μιλήσω και απλά τον κοίταζα. Τόσο όμορφος θεέ μου. Τα μαλλιά του όπως πάντα σε μια όμορφη χωρίστρα που έχανες μέσα από τα ελαφρώς σπαστά μπουκλάκια. Εκείνο το μούσι που θα ορκιζόμουν ότι δεν είχα προσέξει το πρωί. Φορούσε μια κόκκινη μπλούζα και μία καρό ζακέτα σε αποχρώσεις του κόκκινου. Το τζιν του μαύρο και τα παπούτσια του λευκά. Τον κοίταζα επίμονα όπως και εκείνος. Αυτό το πονηρό χαμόγελο που δεν έφευγε στιγμή από τα χείλη του. "Εμμανουέλα ποιος..;" ρωτάει ο μπαμπάς μα μόλις έρχεται προς το μέρος μου το ύφος του από χαρούμενο μετατρέπεται σε σκληρό. "Εσύ εδώ;" γρυλίζει. "Ναι εγώ εδώ" λέει ειρωνικά ο Βαγγέλης που χωρίς να περιμένει κάποιο σήμα μπαίνει μέσα προσπερνώντας τον μπαμπά και πιάνοντας εμένα από τη μέση γλιστρώντας ελαφρά το χέρι του προς τους γλουτούς μου. "Κόφτο" λέω απότομα και του χαστουκίζω το χέρι ώστε να το απομακρύνει. Εκείνος αφού με αγγίξει πιο έντονα το ανεβάζει προς τα πάνω. "Βρε βρε έχετε επισκέψεις" λέει δήθεν έκπληκτος. "Ναι γι' αυτό πες μου πόσα θες και ξεκουμπίσου" λέει έντονα ο μπαμπάς. "Μπαμπά είναι και ο Αλέξανδρος εδώ" λέω αμήχανα. Ο πατέρας μου ξεροβήχει και ύστερα τους συστήνει. "Αλέξανδρε από εδώ ο γιός μου ο Βαγγέλης"
Γεια σας γειαααααα σας ναι ξέρω τα χάσατε. Αυτός είναι ο σκοπός.🖤🌹
YOU ARE READING
"Να μ' αγαπάς.."
Fanfiction~Το υπάρχον βιβλίο είναι βασισμένο σε ένα αυτοτελές επεισόδιο ελληνικής σειράς. Μόνο που τα πρόσωπα δεν είναι τα πραγματικά και επίσης ενδεχομένως να υπάρξουν τροποποιήσεις στα γεγονότα~ Τι γίνεται όταν ο έρωτας βρίσκει λάθος άτομα; τον χαρακτήριζει...