Κεφάλαιο πρώτο

30 1 0
                                    

-Hillaria φερε το φαγητό.
Ακούστηκε η βραχνή φωνή του πατέρα της και εκείνη έτρεξε να σερβίρει το φαγητό... στο τραπέζι την περίμεναν ο θείος της Primus με την γυναίκα του  Nerilla και ο πατέρας της με την μητριά της, οι οποίοι δείπνιζαν εκείνο το βράδυ.
-Μάλιστα πατέρα, είναι όλα έτοιμα
Ο πατέρας της έμεινε σιωπηλός και αφού η Hillaria άφησε όλα τα πιάτα με τα φαγητά πάνω στο τραπέζι άρχισε να τρώει. Η Hillaria δεν έτρωγε μαζί τους, ο πατέρας της, Justus δεν της το επέτρεπε. Ηταν σκληρός, την έδερνε με την πρώτη ευκαιρία, απο τότε που η μητέρα της πέθανε, ήταν πολύ επιθετικός απέναντι της. Σε λίγα λεπτά ακούστηκε ξανά η φωνή του πατέρα. Η Hillaria χωρίς να το σκεφτεί άφησε το φαγητό της στην άκρη και πήγε στον πατέρα της.
-Άργησες... Φέρε μας το ποτό.
-Οπως επιθυμείτε.
Η Hillaria ετοίμασε την κανάτα με το ποτό και κατευθύνθηκε προς αυτούς.
Ο πατέρας γέμισε ενα ποτήρι και το πέταξε στο πάτωμα, ενα στραβό χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπο αυτού και του θείου της καθώς της είπαν να τα μαζέψει.
Η Hillaria έπεσε στα τέσσερα με ένα πανί και άρχισε να σκουπίζει.
-Είδες; σου είπα οτι είναι καλή.
Ακούστηκε ο Justus και ακολούθησε ενα χτύπημα στα οπίσθια της.
Έσφιξε τα χείλη της δάκρυσε και έτρεξε στην κουζίνα, ενώ γέλια ηχούσαν στο άλλο δωμάτιο.
Είχε πάρει την απόφαση της, Η μητέρα της δεν θα άντεχε να την βλέπει να κακοποιείται με αυτόν τον τρόπο και ήρθε η ώρα να απαλλαγεί απο το μαρτύριο της. Τόσα χρόνια τώρα βασανίζεται. Πήρε το ποτό πρόσθεσε ένα δηλητήριο, που είχε απο καιρό αλλά δεν τολμούσε να χρησιμοποιήσει, και πήγε να σερβίρει. Οταν γέμισε τα ποτήρια, έμεινε μαζί τους για λίγο να σιγουρευτεί οτι όλοι θα έπιναν απο εκείνο το ποτό. Ήπιαν όλοι, ήταν ώρα η Hillaria να ετοιμάσει τα ρούχα της, σε λίγη ώρα όλοι τους θα ήταν νεκροί. Βγήκε απο το δωμάτιο της και η μητριά της,ο θείος της και η γυναίκα του ηταν ήδη νεκροί. Κατευθύνθηκε προς τον ετοιμοθάνατο πατέρα της, έμεινε για λιγο σιωπηλή, δεν είπε τίποτα, τον έφτυσε και έφυγε. Το μεγάλο ταξίδι της επιβίωσης της είχε μόλις αρχίσει.

Η Hillaria περπατούσε μονη στους δρόμους του King's Landing, μονη δίχως κανέναν. Θα σκεφτόταν κανείς οτι είναι τυχερή μετά απο όλα όσα συνέβησαν με τον πατέρα της, ήταν επιτέλους ελεύθερη. Όμως θα ήθελε την μητέρα της εδώ, δίπλα της, να τη στηρίζει και να την βοηθά. Ήταν μόνη, δίχως χρήματα, πεινασμένη,απροστάτευτη. Καθώς περπατούσε, στην άκρη του δρόμου, παρατήρησε τρείς άντρες που μετρούσαν χρήματα. Οι φορεσιές τους ήταν φτωχικές, αποκλείεται να ήταν άρχοντες. Η Hillaria πλησίασε για να ακούσει. Οι τρείς άντρες ήταν κλέφτες. Αμέσως μια σκέψη πέρασε απο το μυαλό της, να πάρει τα λεφτά και να τρέξει, όμως ηταν ανόητο σχέδιο, θα την κυνηγούσαν και θα την σκότωναν, εκείνη όμως ήταν απελπισμένη. Τη στιγμή που οι τρείς άντρες ήταν απασχολημένοι, βρήκε την ευκαιρία να αρπάξει ενα σακουλάκι χρήματα. Ένας απο τους τρείς άντρες την κατάλαβε και της έπιασε το χερι, εκείνη σαστισμένη, άρπαξε μια πέτρα απο το έδαφος, τον χτύπησε και άρχισε να τρέχει, ενώ οι τρείς άντρες την ακολούθησαν κι εκείνοι τρέχοντας. Ηταν πιο γρήγοροι απο την Hillaria και την έφτασαν. Την έπιασαν, της έκλεισαν το στόμα και την μετέφεραν σε ενα στενό. Η Hillaria προσπάθησε να ξεφύγει, ομως εκείνοι ηταν δυνατοί και την πέταξαν κάτω. Ένας άντρας έβγαλε ενα μαχαίρι, ενω η Hillaria παρακαλούσε για τη ζωή της. Ηταν έτοιμος να την σκοτώσει, όμως πίσω του εμφανίστηκε ένας άντρας και του κάρφωσε ενα μαχαίρι, ενώ ταυτόχρονα προσπαθούσε να χτυπήσει τους άλλους δύο άντρες. Μετα απο λίγα λεπτά κατάφερε να τους ρίξει κάτω αναίσθητους και πήγε προς το μέρος της Hillaria.
-Είσαι καλά;
-Ναι τώρα είμαι..., απάντησε εκείνη, ακόμη τρομαγμένη απο την περιπέτεια της.
-Έλα να σε βοηθήσω! , εκείνη έπιασε το χέρι του και εκείνος τη σήκωσε
-Σε ευχαριστώ.
-Λοιπόν; Το δουλειά έχει μια κοπέλα σαν εσένα με αυτούς τους αλήτες;
-Άκουσα πως ηταν κλέφτες, είχα ανάγκη τα χρήματα και σκέφτηκα να κλέψω.
-Είσαι ορφανή;
-Ναι..., απάντησε εκείνη και κατέβασε το βλέμμα
-Και που μένεις;
-Εμενα κάπου, όμως τώρα δεν μένω πουθενά..
-Μάλιστα. Μπορείς να μείνεις στο παλιό μου σπίτι αν θέλεις, μέχρι να βρεις κάτι άλλο.
-Αλήθεια; Σε ευχαριστώ πολύ!
-Και αυτό μέχρι να βρεις μια δουλεια, ο νεαρός έβγαλε ενα σακουλάκι χρήματα και της το προσέφερε.
-Οχι, οχι δεν μπορώ να το δεχτώ!
-Που είναι η δυναμική, έτοιμη για όλα κοπέλα που πρίν απο λίγο τα έβαλε με τρεις άντρες; Δεν θέλουμε την ντροπαλή πλευρά της τώρα.
Εκείνη τον κοίταξε και χαμογέλασε. Οι δυο τους περπάτησαν μαζί μέχρι που έφτασαν στον προορισμό τους.
-Εδώ είμαστε, είπε εκείνος καθώς άνοιξε την πόρτα.
-Δεν μου ειπες το όνομα σου, πρέπει να ξέρω ποιός με έσωσε.
-Anaximander
- Εμένα Hillaria. Που τα βρήκες τόσα χρήματα;
-Απο τη δουλειά μου
- Η οποία είναι;
-Δεν θες να ξέρεις..
-Πες μου.
-Είμαι πόρνος
Ακολούθησε αμήχανη σιωπή για λίγο...
-Anaximander, θέλω να με βοηθήσεις, έχω ανάγκη τα χρήματα και μια δουλειά που θα μου προσφέρει αρκετά, τουλάχιστον μέχρι να σκεφτώ κάτι άλλο
-Οχι, δεν είναι για εσένα αυτή η δουλειά!
-Γιατί; Με βρίσκεις άσχημη;
-Οχι, το αντίθετο. Απλά δεν νομίζω οτι μπορείς να ανταπεξέλθεις στις συνθηκες της δουλειάς.
-Σε παρακαλώ, του είπε εκείνη και του αφηγήθηκε την ιστορία της, ο Anaximander την άκουγε με απόλυτη προσοχή, πρώτη φορά γνώριζε άνθρωπο ο οποίος είχε περάσει στη ζωή του όσα κακά είχε περάσει και ο ίδιος.
-Εντάξει λοιπόν, αύριο το πρωί θα σε συστήσω σε κάποιους.
-Σε ευχαριστώ, φώναξε εκείνη και τον έπιασε και τον φίλησε, εκείνος ανταπέδωσε το φιλί, όμως λίγο αργότερα την σταμάτησε.
-Όχι, Hillaria είσαι πολύ καλη κοπελα, δεν σου αξίζει κάποιος σαν εμένα, είπε εκείνος και έφυγε απο τι δωμάτιο.

Το επόμενο πρωί οταν η Hillaria ξύπνησε είδε τον Anaximander να μπαίνει στο δωμάτιο με το πρωινό της. Αφού έφαγε, ετοιμάστηκε για να συναντήσει με τον Anaximander τον πρώτο της εργοδότη.
-Ετσι θα πας;
-Δεν καταλαβαίνω.
Ο Anaximader έκανε μια απότομη κίνηση και έσκισε το φόρεμα της.
-Τι εκανες; ειπε η Hillaria Τρομαγμένη.
-Για να βρεις δουλειά πρέπει να ντύνεσαι και ανάλογα.
Η Hillaria οταν το σκέφτηκε καλά κατάλαβε οτι ο Anaximander ειχε δίκαιο και έφυγαν απο το σπίτι. Οταν έφτασαν στον Κύριο που θα της πρόσφερε δουλειά και αφού συζήτησαν αρκετά ήρθε η ώρα να τους πει αν την δεχτεί. Εκείνος κοιτούσε συνεχώς τα γυμνά πόδια της πρίν αποφασίσει.
-Απο εμφάνιση εισαι καλά, και εφόσον σε πρότεινε και ο Anaximander, που είναι κορυφαίος του είδους, δεν μπορώ να μην το λάβω υπόψιν. Λοιπόν ξεκινάς δουλειά, πήγαινε στα κορίτσια να σε ντύσουν.
-Σήμερα;
-Γρήγορα, χάνουμε πελατεία.
Η Hillaria πήγε να ντυθεί και πρίν γυρίσει, ο Anaximander ειχε εξαφανιστεί.
Οι πελάτες έμαθαν οτι υπάρχει νέα κοπέλα και ήθελαν να την δοκιμάσουν έτσι την πρώτη μέρα είχε πολύ δουλειά. Αφου εξυπηρέτησε τέσσερις άντρες ειχε βραδιάσει. Έμεινε ο τελευταίος πελάτης...
Η Hillaria σύντομα θα εκπληρώνε τα καθήκοντα που επέβαλε το επάγγελμά της και γι' αυτό τον λόγο έπλενε το κορμί της, όπως της υπέδειξε ο επόμενος πελάτης της. Αυτός όμως δεν ήταν μέσα στο λουτρό αλλά έξω. Τα μάτια του κοιτούσαν στο πουθενά, μα τα αυτιά του άκουγαν προσεκτικά κάθε σταγόνα που έπεφτε στο πέτρινο δάπεδο. Ως που ακούστηκε μια φωνή, η φωνή της πόρνης Hillaria. Δεν μιλούσε όμως. Τραγουδούσε. Και το τραγούδισμά της ήταν τόσο αγγελικό που σάστισε. Μόλις η Hillaria βγήκε έξω, ο άνδρας της υπέδειξε ένα καινούργιο φόρεμα. "Φόρεσέ το, της είπε, εσύ δεν είσαι μια πόρνη· είσαι αοιδός".

You've reached the end of published parts.

⏰ Last updated: Feb 13, 2018 ⏰

Add this story to your Library to get notified about new parts!

Different Game of Thrones Houses: The story of Hillaria BaCardi BWhere stories live. Discover now