-Τοσκάνη Φλωρεντία 2014-
Και να μαι πάλι εδώ. Μετά από 4 χρόνια στο σπίτι όπου έζησα 2 μεγάλους έρωτες. Και το πιο τρελό είναι ότι νόμιζα πως μόνο ο Τζέικ μπορούσε να με επηρεάσει. Ο μα ήμουν τόσο ηλίθια! Τόσο γελοία και παράφορα ερωτευμένη με εκείνον που η σχέση μου με τον Τζέικ ήταν ένα τίποτα μπροστά του. Που να ήξερα όμως πως ήταν..... Ας μην το σκέφτομαι καλύτερα. Σκόνη παντού, το πράσινο των καναπέδων είχε σκεπαστεί από ένα παχύ στρώμα σκόνης και μούχλας. Το πέτρινο τζάκι ανάμεσά τους μισογκρεμισμένο. Και τα τζάμια των μεγάλων λευκών παραθύρων τόσο σταμπωμένα που δε φαινόταν τίποτα. Κάποτε λάτρευα αυτό το μέρος. Απόμερο από το κέντρο και από τα άλλα σπίτια. Το προσωπικό μου αγρόκτημα. Η πιο όμορφη τοποθεσία. Δίπλα από τη μαρμάρινη γέφυρα που περνούσε πάνω από μια ονειρική λιμνούλα, τόσο καθαρή που μπορούσε να δει κανείς μικρές μορφές να σαλέυουν μέσα στο νερό. Μα πλέον δεν είχα καμία διάθεση να βγω εκεί έξω και να τα αντικρίσω όλα αυτά. Στη διαδρομή δεν ξέφυγε λεπτό το μάτι μου από την ευθειά, για να πλανευτεί σε αυτό το τόσο γνώριμο σε μένα μέρος. Τίποτα δεν είχε πια σημασία. Με αυτές τις σκέψεις ακολούθησα τον στενό διάδρομο που οδηγούσε μέσα στο υπνοδωμάτιό μου. Και τότε οι αποσκευές έπεσαν από τα χέρια μου. Η μία παλάμη μου κάλυψε το ορθάνοιχτο στόμα μου ενώ η άλλη ακομπούσε το στήθος μου στη θέση της καρδιάς μου. Και λίγα δάκρυα κύλησαν από τα γουρλωμένα μάτια μου. Το φάντασμα του Τζέικ, και της αδελφής μου βρίσκονταν στηριγμένα στον λευκό κενό τοίχο απέναντί μου. Γύρισαν και με κοιτούσαν με τόση γαλήνη που ήταν ανυπόφορο. "Ποτέ δε θα ξεφύγεις από εμάς Νες, ούτε από εκείνον ότι και να κάνεις" άκουσα να τον Τζέικ να λέει με τη βροντερή φωνή του και οι λέξεις αυτές χαράχτηκαν μέσα στο μυαλό μου. Δεν είμαι τρελή. Αντιθέτως αυτά που ζω είναι πιο αληθινά και από τους ίδιους τους νόμους τις φύσης.
Λοιπόν μην περιμένετε να το συνεχίσω εάν δε σχολιάζετε και δε βαθμολογείτε και πιστέψτε με δε θέλω να συμβεί αυτό.