Η μερα ειχε φτάσει
Σημερα είχα την φωτογράφιση
Α για όποιον δεν το ξέρει, είμαι μοντέλο του Calvin Klein
«Θέλω να καθίσεις σε αυτήν την πολυθρόνα, πιάσε το ποτηρι με το κρασί και χαλάρωσε, ΧΩΡΙΣ ΒΕΒΑΙΑ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΣΑΝ ΤΟΝ ΜΗΤΣΟ ΜΕ ΤΟ ΜΠΥΡΟΚΟΙΛΙ ΟΤΑΝ ΞΑΠΛΩΝΕΙ ΑΦΟΥ ΕΦΑΓΕ 1 ΑΡΝΙ ΜΟΝΟΣ ΤΟΥ.» Είπε ο φωτογράφος
Πλησίασα στην πολυθρόνα και πήρα μια βολική αλλά ταυτόχρονα μοιραία πόζα
«Ρίξε προς τα πισω λιγο το κεφάλι σου», συνέχισε και έκανα όπως ζήτησε
«ΕΛΑ ΡΕ ΜΙΛΤΟ ΑΓΟΡΙ ΜΟΥ ΞΥΠΝΑ ΟΜΩΣ»
«Ε ΜΑ ΞΥΠΝΙΟΣ ΕΙΜΑΙ ΤΙ ΑΛΛΟ ΘΕΣ ΝΑ ΚΑΝΩ ΡΕ ΝΙΚΟ;» Είπα νευριασμένος.
«ΤΙ ΝΙΚΟ ΒΡΕ ΜΑΛΑΚΑ. ΞΥΠΝΑ»
Άνοιξα τα μάτια μου.
«ΤΙ ΣΤΟΝ ΠΟΥΤΣΟ ΘΕΣ ΠΡΩΙ ΠΡΩΙ ΡΕ ΑΓΓΕΛΕ;...ΕΓΩ ΕΔΩ ΠΕΡΑ ΕΒΛΕΠΑ ΠΩΣ ΗΜΟΥΝ ΜΟΝΤΕΛΟ, ΤΙ ΜΕ ΔΙΕΚΟΨΕΣ;»
«ΤΙ ΠΡΩΙ ΠΡΩΙ ΡΕ ΑΧΡΗΣΤΕ. 5 ΕΙΝΑΙ Η ΩΡΑ»
Α πήγε 5 ε;
Γρήγορα περνάει η ώρα
«Και παλι. Τι ήθελες;» Είπα αδιάφορα.
«Να βγούμε για καφέ άντε άλλαξε και φύγαμε», ήταν τα λόγια του καθώς άνοιξε την ντουλάπα μου και μου πέταξε ένα μαύρο τζιν και μια άσπρη μπλούζα
«Α οχι δεν κατάλαβες, θα περιμένεις να κάνω μπάνιο, δεν θα βγω εγω σαν το γύφτο έξω για να πιεις εσυ καφέ. Δεν θα με δουν οι γκόμενες σε τέτοια κατάσταση», χαμογέλασα γλυκά. «Τωρα κάτσε εδώ, παίξε και κανα ΦΙΦΑ αν θες, σε ένα 20λεπτο έχω γυρίσει»
Όταν τελείωσα φόρεσα μόνο το τζιν μου και πέρασα την πετσέτα γύρω απο τον λαιμό μου και πηγα στο δωμάτιο μου.
«Ωχ ήρθες;», είπε η Νικολέττα.
Κάτσε, απο ποτε έγινε ο Άγγελος Νικολέττα;
Κοιτα ποσό γρήγορα γίνονται οι αλλαγές φύλου πλέον
«Τι ακριβώς κανεις στο δωμάτιο μου;», είπα και την κοίταξα ερωτηματικά.
«Α, είναι η μάνα μου κάτω και πίνει καφέ με την δικιά σου. Και ανέβηκα πανω ελπίζοντας πως θα σε βρω, αλλά δεν ήσουν εδώ»
«Ναι εκανα μπάνιο», ανταποκρίθηκα
«Ναι το κατάλαβα, παντως δεν μας είχες δείξει αυτήν την θεα τόσα χρονια, κριμα», είπε κοιτάζοντας τους κοιλιακούς μου.
«Εμ ναι, και ούτε είχα σκοπό», είπα και χαμογέλασα. «Ο Άγγελος;»
«Α δεν ξερω, δεν ήταν εδώ όταν ηρθα», είπε.
«Καλά», είπα και έπιασα το κινητό μου.
" Broski:
Με πήρε ο Στέλιος και ήταν ήδη στην καφετέρια
οπότε πηγα, είμαστε *όνομα καφετέριας*, ελα να μας βρεις "Πέταξα την πετσέτα μου στην καρέκλα, φόρεσα την μπλούζα μου, ψέκασα λίγη κολόνια και έβαλα το κινητό και λεφτά στην τσέπη μου.
«Εγω την κάνω, τα λεμε. Σορρυ που φεύγω έτσι»
«Σιγά ρε νο προ. Καλα να περάσετε.», είπε η Νικολέττα.
«Θενξ», είπα βγαίνοντας απο το δωμάτιο μου
Κατέβηκα τις σκάλες και έφτασα στο σαλόνι
«Επ ομορφιές, για που το έβαλες;», είπε η μάνα μου
«Για καφέ, θες να έρθεις;»
«Μπα, άλλη μέρα», είπε ευγενικά
«Τα λεμε Ναταλία», της είπα
«Τα λεμε Μίλτο», μουρμούρισε και ρόλαρε τα μάτια της
«Έχει πλακα όταν το κάνει αυτό», είπα στην φίλη της και η μάνα μου μου πέταξε ένα μαξιλάρι, το οποίο δεν με χτύπησε αφού το έπιασα
«ΝΑΤΑΛΙΑ ΜΙΑ ΑΡΑΧΝΗ ΣΤΙΣ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΕΣ ΣΟΥ ΚΟΥΡΤΙΝΕΣ», της είπα και αυτή γύρισε να κοιτάξει, τότε της πέταξα το μαξιλάρι που μου πέταξε προηγουμένως και την χτύπησε στο πίσω μέρος του κεφαλιού της
«ΘΑ ΤΑ ΠΟΥΜΕ ΤΟ ΒΡΑΔΥ ΑΥΤΑ», είπε και γέλασε ελαφριά
«Παντόφλα ο Μίλτος», ακούστηκε η φωνή της Νικολέττας απο τις σκάλες καθώς κατέβαινε.
«Ναι αλλά είναι GUCCI. Όχι ο,τι να 'ναι», απάντησα γελώντας.
«Α ΤΩΡΑ ΠΟΥ ΤΟ ΘΥΜΗΘΗΚΑ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΜΟΥ ΕΙΠΕΣ ΠΟΥ ΕΞΑΦΑΝΙΣΤΗΚΕ Η ΚΟΛΟΝΙΑ ΣΟΥ Η GUC-», πήγε να πει η μάνα μου αλλά την διέκοψα πριν προλαβει να τελειώσει την πρόταση και έκλεισα γρήγορα την πόρτα.
Πως ακριβώς θα της ελεγα πως μου έπεσε στην πισίνα;
Ακριβώς
Δεν θα της το έλεγα