5

145 16 15
                                    

Η κυρία ονειρεύτηκε τον νεκρό άντρα της και μόλις ξύπνησε τον είδε να στέκεται από πάνω της χαμογελώντας. «Πίτερ...» είπε απλώνοντας το χέρι της για να τον αγγίξει στο μάγουλο μα το τράβηξε αμέσως πάλι πίσω μόλις ένοιωσε πόσο κρύο ήταν.

«Υπάρχει κάποιο πρόβλημα;» Της είπε χωρίς όμως τα χείλη του να κινηθούν. Τότε συνήλθε μια και καλή από τον λήθαργο του ύπνου και άρχιζε να πανικοβάλλεται. Κούνησε νευρικά το κεφάλι της προσπαθώντας να απομακρυνθεί από το πρόσωπο που βρισκόταν ακριβώς από πάνω της. Τίναξε τα χέρια και τα πόδια της όμως ήταν ακόμη καλά δεμένη στο κρεβάτι και όλες οι προσπάθειές της αποδείχθηκαν μάταιες.

Έβλεπε το πρόσωπο του νεκρού άντρα της μόλις λίγα εκατοστά μακριά από το δικό της όμως ήταν ένα παραμορφωμένο, ανησυχητικό πρόσωπο, τραβηγμένο και αλλαγμένο. Πήγε να πει κάτι μα δεν βρήκε τις λέξεις για να εκφράσει την έκπληξη και τον τρόμο της οπότε από το στόμα της βγήκε μια μακρόσυρτη υπόκωφη στριγκλιά.

«Γιατί φωνάζεις;» της είπε με ύφος πολύ κοντά σε αυτό του Πίτερ «νομίζω το βρήκα»

Ήταν μια απομίμηση. Κάτι που προσπαθούσε να ακούγεται όπως ο άντρας της μα δεν τα κατάφερνε και πολύ καλά. Δεν ήταν η φωνή του άντρα της αυτή, έβγαινε βουβή και παραμορφωμένη από κάπου μέσα από αυτό το απαίσιο προσωπείο. Υπήρχε όμως κάτι τρομακτικά γνώριμο πίσω από τη μάσκα.

«Τζορτζ;» είπε με φρίκη.

«Βρήκα την λύση κυρία. Όλα είναι εντάξει τώρα, σωστά;»

Δεν απάντησε ούτε φώναξε. Στο πρόσωπό της κυριαρχούσε εδώ και πολύ ώρα μια έκφραση τόσο παγωμένη όσο κι αυτή απέναντί της.
Το γαλάζιο φως του ξημερώματος μπήκε αργά κι αθόρυβα από τα παράθυρα. Μπόρεσε επιτέλους να διακρίνει καλύτερα το υπόλοιπο σώμα που κρυβόταν στο σκοτάδι και όλες τις λεπτομέρειες. Μια γκροτέσκα εικόνα αποκαλύφθηκε μπροστά της.

Πρόσωπο και δέρμα ήταν τόσο τραβηγμένα που της προκαλούσαν ανατριχίλα απλά και μόνο κοιτώντας τα. Ότι απέμενε από τον άντρα της είχε τραβηχτεί και παραμορφωθεί με σκοπό να εφαρμόσει στο άκαμπτο μεταλλικό σώμα του υπηρέτη της. Το πρόσωπο...τόσο λάθος βαλμένο. Πως μπόρεσε ακόμη και στο σκοτάδι να την ξεγελάσει αυτή η φρίκη;

Σε όλο το υπόλοιπο σώμα υπήρχαν τέτοιες προσπάθειες να ταιριάξουν σώμα και δέρμα, κομμάτια τεντωμένα και κολλημένα πάνω στο ασήμι σαν μπαλώματα. Κάποια σημεία του ρομπότ ήταν τελείως γυμνά, μιας και είχε τελειώσει το υλικό για να τα καλύψει, ενώ αλλά έκαναν ότι μπορούσαν για να τον μεταμφιέσουν. Πρόσεξε και το αίμα που στόλιζε μακάβρια κάθε ραφή, κάθε ένωση, κάθε μπάλωμα. Δεν είχε γίνει με κομψότητα αυτή η ένωση.

«Χριστέ μου...» ψιθύρισε «γιατί;»

«Το πρόβλημα λύθηκε κυρία»

«Λύσε με Τζορτζ» του είπε πρώτα μουδιασμένα μα μετά του το ξαναφώναξε στα όρια του νευρικού κλονισμού «ΛΥΣΕ ΜΕ»

Το ρομπότ της υπάκουσε αμέσως χωρίς όμως να αντιλαμβάνεται την πηγή της έκρηξής της. Έλυσε τα τέσσερα δεσμά της ελευθερώνοντάς την. Αμέσως μόλις πάτησε τα πόδια της στο πάτωμα πετάχτηκε όρθια και έτρεξε γρήγορα προς την πόρτα αφήνοντας το ρομπότ πίσω της σαστισμένο.

«Τρελάθηκε...» έλεγε και ξαναέλεγε όσο έτρεχε «η μηχανή τρελάθηκε...τρελάθηκε»

Κατέβηκε στο γκαράζ όσο πιο γρήγορα μπορούσε. Ήταν ένα ζωώδες τρέξιμο οδηγούμενο από κάποιο βασικό της ένστικτο. Χτυπούσε πάνω σε πόρτες και έπιπλα στον αγώνα της να ξεφύγει από αυτόν τον κίνδυνο. Δεν την ένοιαζε, δεν υπήρχε τίποτα που να μπορούσε να την σταματήσει από το να τρέχει μακριά του.

Άνοιξε τρέμοντας την πόρτα που έβγαζε στο γκαράζ και όλα τα φώτα άναψαν αυτόματα. Πήρε τα κλειδιά του αυτοκινήτου και μπήκε μέσα βάζοντας μπροστά την μηχανή. Μια άναρθρη κραυγή βγήκε από το στόμα της μόλις κατάλαβε πως το μεταμφιεσμένο ρομπότ στεκόταν στην πόρτα και την παρατηρούσε. Το λευκό φως που το έλουζε αποκάλυπτε κάθε αποκρουστική λεπτομέρεια. Το μάτι της έπεσε και λίγο πιο πέρα, στον πάγκο εργασίας του γκαράζ. Ήταν γεμάτος αίματα, τα εργαλεία, τα απομεινάρια, όσα δεν μπορούσαν πια να χρησιμοποιηθούν, ένα σωρό αποδείξεις για την αποτρόπαια πράξη του.

«Κυρία»

Συγκράτησε τον εμετό της και πάτησε δυνατά το γκάζι. Χτύπησε το ρομπότ με δύναμη στην μέση κοπανώντας το κόντρα στον τοίχο. Σπίθες πετάχτηκαν και όλο της το κορμί τραντάχτηκε. Μόλις άνοιξε τα μάτια της είδε το ρομπότ στο καπό του αυτοκινήτου να προσπαθεί να συρθεί προς το μέρος της με τα χέρια. Τα πόδια του είχαν διαμελιστεί. Φώναξε τρομαγμένη και βγήκε γρήγορα από το αμάξι.

«Κυρία...» κατάφερε να πει μετά βίας το ρομπότ με φωνή που ακουγόταν δυσλειτουργική. Πήγε στον πάγκο με τα εργαλεία και πήρε αηδιασμένη ένα ματωμένο τσεκούρι. Με μια διαπεραστική κραυγή το σήκωσε στον αέρα και το κατέβασε με όλη της τη δύναμη στα χέρια του υπηρέτη της. Ένα χτύπημα δεν αρκούσε μα το βάρεσε με επιμονή μέχρι που και τα δύο μεταλλικά χέρια είχαν ξεκολλήσει από τον κορμό. Δεν έβγαλε κάποια κραυγή πόνου αλλά σταμάτησε επιτέλους να σέρνεται, η μόνη κίνηση που έκανε ήταν το κεφάλι που στριφογύριζε ανήμπορο. Μετά η κυρία κατέρρευσε στο πάτωμα και ξέσπασε σε απαρηγόρητο κλάμα. 

Ανόητη Μεταλλική ΜηχανήWhere stories live. Discover now