Κεφάλαιο 2

2 0 0
                                    

Χάζευα το μικρό που κοιμόταν όταν είδα και τον Αλεξ να κοιμάται.
《Ωραία ταινία είδαμε》 ψιθύρισα.
Σηκώθηκα να σκεπασω τον Αλεξ και το μωρό ,Αλλά για κακή μου τύχη ο Άλεξ ξύπνησε.

Είναι τόσο όμορφος ρε φίλε.
Όχι ,Όχι ,Κρυστα τι λες; Καταρχήν θες τον Ορέστη κατά δεύτερον η ζωή σου είναι στη Θεσσαλονίκη και θα φύγεις από εδώ.

-Εμ συγγνώμη που σε ξύπνησα απλά....
-Ναι ξέρω θες να φύγω
- Να σε σκεπασω πήγαινα. Κατευθείαν να αντιδράσεις. Που πας; Είπα όταν τον είδα να φεύγει.
- Στο δωμάτιο μου.

Είπε και έκλεισε μαλακά τη πόρτα. Αν δε κοιμόταν ο αδερφός του είμαι σίγουρη πως θα τη κοπανουσε. Είναι ένα πανέμορφο play boy και δυστυχώς κάνει πολύ μπαμ. Ήθελα τόσο πολύ να βγω από αυτό το δωμάτιο. Με έπνιγαν οι 4 τοίχοι και οι σκέψεις μου. Αποφάσισα να κατέβω κάτω και να βγω στο κήπο. Κατέβηκα ήρεμα τις σκάλες έτσι ώστε να μη ξυπνήσω κανένα, δηλαδή τη μαμά μου , τον Ίαν και τον μικρό ,γιατί για τον Αλεξ ούτε που με ένοιαζε. Έκατσα στη μεγάλη κούνια και χαζευα στο ινσταγκραμ, όλες οι φίλες μου είναι σε κλαμπ και πίνουν.
Λογικό, η Παρασκευή ήταν η μέρα που βγαίναμε όλες μαζί έξω. Έστειλα ένα μήνυμα στη κολλητή μου και της είπα όλα αυτά που είχαν γίνει μέσα στις ούτε δύο μέρες που είμαι εδώ και έτσι έβαλα πάλι τα κλάματα.

Κρυστα! Κρυστα! Άκουγα μέσα στον ύπνο μου. Άνοιξα τα μάτια μου και είδα τον Αλεξ

-Παιδι μου πας καλά τι κάνεις μέσα στη νύχτα εδω; τον ρώτησα
-Συγγνώμη αλλά εγώ έπρεπε να το ρωτήσω αυτό. Κοιμάσαι στη κούνια!
- Εμ ναι θα με πήρε ο ύπνος καθώς άκουγα μουσική.
-Τα μάτια σου είναι υγρα. Έκλαιγες;
-Εεεε...Όχι ,Όχι
-Κρυστα λες ψέματα. Αφού φαίνεται
- Δε με παρατάς και εσύ ρε Άλεξ.

Ειπα και ανέβηκα πάνω. Μόλις μπήκα στο δωμάτιο μου είδα πόσο γαλήνια κοιμόταν ο μικρός. Σήκωσα σιγά σιγά τα σκεπάσματα ,ξάπλωσα δίπλα του και με πήρε κατευθείαν ο ύπνος.

-Κρυστα! Άκουσα μια φωνή μέσα στον ύπνο μου.
-Ρε μαμά. Τι έγινε πάλι; Ούτε εδώ δε μπορώ να κοιμηθώ;
-Μωρό μου , είναι 12:00!
-Καλααα, σηκώνομαι!

Δεν ήθελα να σηκωθώ. Οι μέρες εδώ είναι σαν βασανιστήρια, δεν έχω κανένα , δε θέλω κανένα και πέρα από αυτά μου φορτώθηκε στη ζωή και ο Άλεξ. Με το που άνοιξα τη πόρτα τσουπ μπροστά μου , δε του μίλησα, πήγα να τον προσπεράσω αλλά με άρπαξε από το χέρι.

-Ούτε Καλημέρα;
- Τι θες Άλεξ πρωί ; πρωί;
-Μια Καλημέρα έστω
-Καλημέρα! Είπα και έφυγα

Alone Where stories live. Discover now