^14^

209 22 0
                                    

Έχουν περάσει είκοσι λεπτά από τη στιγμή που έφυγε από το δωμάτιο και προσπαθώ να καταλάβω τι έγινε. Χωρίσαμε. Πιστεύει ότι μου αξίζει ο Γιώργος και με φιλάει σαν να είμαστε ακόμα ζευγάρι. Δεν ήθελα να γίνει αυτό.Ο Στέφανος είναι ένα σημαντικό άτομο στη ζωή μου και δεν θα τον ξεχάσω ποτέ.Την ώρα που πάω να σηκωθώ από το κρεβάτι,ανοίγει η πόρτα και μπαίνει η Μαριλένα.

<< Μπορώ να περάσω;>>με ρωτάει η Μαριλένα, προτού μπει ολοκληρωτικά στο δωμάτιο μέσα

<< Ναι, φυσικά.Απλά ήθελα να σηκωθώ για να βγω έξω.>>της απαντάω και σηκώνομαι ήρεμα,προσπαθώντας να μην χάσω την ισορροπία μου ξανά

<< Θες να σε βοηθήσω;>> μου απευθύνεται ευγενικά και της χαμογελάω όσο μπορώ

<< Όχι, ευχαριστώ.Νομίζω μπορώ να τα καταφέρω.>> της λέω και κατευθύνομαι προς την καρέκλα δίπλα της

<< Έφυγε.>> μου λέει απότομα και σκαλώνω. Έφυγε; Δεν είναι δυνατόν να έφυγε πραγματικά.Πίστευα θα έμενε εδώ. Δίπλα μου. Όμως προτίμησε να φύγει και να επιλέξει αλλού συντροφιά.

<< Αποκλείεται.Έξω είναι.>> απαντάω γρήγορα

<< Νεφέλη, έφυγε.Πληγώθηκε. Δεν θα μείνει κάπου που τον διαλύει.>> μου λέει κατηγορηματικά και την καταλαβαίνω. Στη θέση του το ίδιο θα έκανα.

<< Πώς ή-ήταν;>>ρωτάω διστακτικά

<< Χάλια. Πήγε ο Γιάννης μαζί του σπίτι του. Μου έστειλε μήνυμα και απλά η κατάσταση τον έχει διαλύσει ψυχολογικά. Σπάει αντικείμενα και φωνάζει. Τσακώθηκε με τον Γιάννη πριν και παίχτηκε ξύλο. Ευτυχώς δεν έχουμε ατυχήματα.>> μου απαντάει και μένω άφωνη. Όλα αυτά για μένα;

<< Μου κάνεις πλάκα έτσι; Ο Στέφανος δεν θα έκανε κάτι τέτοιο.Λοιπόν θα πάω να τον βρω. Πρέπει να του μιλήσω.>> λέω και απομακρύνομαι γρήγορα από κοντά της.

Ανοίγω την πόρτα και ξεκινάω να τρέχω προς το σπίτι του,χωρίς να δώσω σημασία στις φωνές που με φωνάζουν. Μπορώ να ακούσω τα σχόλια που γίνονται στο πρόσωπο μου, αλλά τα αγνοώ επιδεικτικά. Ύστερα από πέντε λεπτά,φτάνω στο σπίτι του Στέφανου και αυτό που αντικρίζω με κάνει να μείνω άφωνη.Έξω στην αυλή του σπιτιού, υπάρχουν γυαλιά μπουκαλιών, τασάκια με αποτσίγαρα και σπασμένες καρέκλες. Επικρατεί πανικός. Όταν φτάνω στη πόρτα του σπιτιού,συνειδητοποιώ ότι αν μπω θα χειροτερέψει η κατάσταση. Πρέπει όμως. Πρέπει. Χτυπάω διστακτικά την πόρτα και μου ανοίγει ο Γιάννης, κοιτώντας με άφωνος και νευριασμένος.

Loved such as fearedUnde poveștirile trăiesc. Descoperă acum