Bιβλίο 1ο

44 2 6
                                    

Μεσάνυχτα παραμονή πρωτοχρονιάς , ο κολλητός μου φίλος Κάλβιν , μου έστειλε ένα μήνυμα Έλεγε ότι με περίμενε με τα παιδιά στην γωνία . Ο Σαντιάγκο είχε φέρει το αμάξι του και σε πως αν δεν ήμουν έτοιμος σε ένα τέταρτο θα έφευγαν , σηκώθηκα βιαστικά από τα παπλώματα και έβαλα τις παντόφλες μου . Άνοιξα με προσοχή το συρτάρι μου και ξεκρέμασα ένα μαύρο  ζιβάγκο αφού το φόρεσα πήρα και ένα από τα δερμάτινα μπουφάν που είχα κρεμασμένα στην ντουλάπα μου τα κλειδιά του σπιτιού μου και έφυγα . Κατέβηκα γρήγορα τις σκάλες της πολυκατοικίας - που περιέργως ήταν καθαρές-  και βγήκα έξω . Μέσα σε πέντε λεπτά είχα φτάσει στην γωνία .Τα παιδιά ήταν άφαντα , και τα φώτα του δρόμου σβηστά . Ξαφνικά γέλια  και δυνατή μουσική ένιωθα να με πλησιάζει όλο και περισσότερο . Ένα κόκκινο αμάξι χωρίς οροφή σταμάτησε διπλά μου , ήταν τα παιδιά . Πήδηξα γρήγορα μέσα στο αυτοκίνητο και ο Σαντιάγκο έβαλε μπρος , ήμασταν στριμωγμένοι ο ένας πάνω στον άλλο και κυριαρχούσε γενικά πανικός .

- Που πάμε ;  ρώτησα τον Τόμας που καθόταν διπλά μου

- Six dogs , μου απάντησε με ένα πονηρό χαμόγελο

Μέσα σε σχεδόν μίση ώρα φτάσαμε . Ήταν ένα μεγάλο μαύρο κτίριο που στην μέση στηριζόταν σε δυο μικρές λευκές κολόνες έξω , την πόρτα την φυλούσαν δυο μυώδεις άνδρες ντυμένοι με ένα σκουρόχρωμο κουστούμι αντί για γραβάτα φορούσαν ένα μαύρο ζευγάρι γυαλιά ηλίου και είχαν τα χεριά τους σταυρωμένα . Αφού συνεννοήθηκαν μεσώ ενός μαύρου ασύρματου πομποδέκτη μας άφησαν να μπούμε . Μας συνόδευσαν μέχρι να φτάσουμε σε έναν μακρύ σκοτεινό διάδρομο εκεί συναντήσαμε μια κοπέλα που ήταν ντυμένη προκλητικά και έμοιαζε κάπως ζαλισμένη , αφού την πληρώσαμε μας άφησαν να περάσουμε μέσα . Προσπάθησα να προλάβω τα παιδιά όμως άδικα είχαν προχωρήσει ήδη πολύ πιο μπροστά από εμένα , όμως μέσα στο κλαμπ επικρατούσε ένα σωστό χάος τα εκτυφλωτικά φώτα , η δυνατή μουσική , και οι διαπεραστικές φωνές δεν λειτουργούσαν υπέρ μου . Πήρα μια βαθιά ανάσα και ξεχύθηκα  μέσα στον όχλο που υπήρχε μπροστά μου να βρω τους φίλους μου -μάταια - , αφού πέρασα ανάμεσα από τρία ζευγάρια και με ποδοπάτησαν κατά λάθος διάφορες παρέες πάνω στον χορό και το μεθύσι , σταμάτησα αυτή την προσπάθεια . Ένιωθα κουρασμένος και αυτή η ακατάπαυστη μουσική μου είχε σπάσει τα νευρά , ήμουν έτοιμος να φύγω όταν είδα πως δίπλα μου βρισκόταν μια ψηλή ξύλινη σκάλα , δεν είχα τίποτα να χάσω έτσι την ακολούθησα μέχρι που με οδήγησε σε μια παλιά εγκαταλελειμμένη φτιαγμένη από άσφαλτο ταράτσα 

- Δεν ζήτησα παρέα , είπε μια κοπέλα που καθόταν πάνω σε μια πλαστική καρέκλα                            λίγο πιο πέρα με σοβαρό ύφος

- Η καλή παρέα  έρχεται από μονή της , δεν την ζητάς .Της είπα με ένα πλατύ χαμόγελο ενώ κοιτούσα γύρω μου είδα μια πλαστική καρεκλά πεταμένη στα αριστερά μου , την άρπαξα  με αργές κινήσεις και έκατσα διπλά της 

- Ούτε να κάτσεις διπλά μου ζήτησα , είπε ειρωνικά με ένα επικριτικό ύφος

Αγνόησα την κακοήθεια που είπε και παρατήρησα προσεκτικά το πρόσωπο της . Είχε δυο ζευγάρια βιολετί σαγηνευτικά μάτια -ήταν πολύ πανέμορφη- είχε καστανόξανθα κοντά καρέ μαλλιά και σταρένια επιδερμίδα . Αν και ήταν κοντούλα έμοιαζε με πραγματικό μοντέλο από αυτά που έβλεπες έξω σε αφίσες από διάφορες επωνυμίες ή καταστήματα καλλυντικών 

- Με λένε Έλσα είπε ξαφνικά  

- Μαξ χάρηκα .

Ύστερα κοίταξα τον νυχτερινό ουρανό . Ήταν ο πιο όμορφος ουρανός που είχε τύχει να δω πότε . Είχε πάρει μια βαθιά μπλε απόχρωση ενώ αστέρια ήταν κεντημένα σε όλη του την  έκταση , έκλεισα τα μάτια μου και βυθίστηκα στις σκέψεις μου .Ήταν παραμονή πρωτοχρονιάς και την περνούσα δίπλα σε μια άγνωστη  με την παρέα μου να χορεύει κάτω , στον ρυθμό της μουσικής . Αφότου πεθάναν οι γονείς μου σε εκείνο το δυστύχημα το περασμένο καλοκαίρι άλλαξα ολοκληρωτικά , απομακρύνθηκα από όλους όσους με νοιαζόντουσαν και με αγαπούσαν για πέντε ολόκληρους μήνες συναναστρεφόμουν μόνο με την μοναξιά και ζούσα στην πλήρη απομόνωση .

Shattered dreamsWhere stories live. Discover now