Ήμουν σπίτι,καθόμουν και χάζευα στο Instagram. Δεν είχα να κάνω κάτι οπότε είπα να πάω μια βόλτα στην γειτονιά μου. Έτσι όπως πάω να φύγω βλέπω πως μου είχε στείλει μύνημα ο Λούκα να βγούμε,δέχτηκα και πήγα να τον συναντήσω. Όταν τον είδα να κάθεται στο παγκάκι με σκυφτό κεφάλι κατάλαβα πως κάτι δεν πάει καλά. Τον ρώτησα τι έγινε και μου είπε πως τσακώθηκε με τα παιδιά για την Λυδία. Με υπερασπίζεται,με νοιάζεται σκέφτηκα και τον αγκάλιασα,του είπα ευχαριστώ και πήγαμε για καφέ. Αλλά όχι στην συνηθισμένη καφετέρια,δεν θέλαμε να δούμε κανέναν. Μου υποσχέθηκε ότι ποτέ δεν θα αφήσει κανέναν να με πληγώσει. Μου φάνηκε περίεργο στην αρχή ,ο Λούκα ήταν κλειστός άνθρωπος,δεν έδειχνε τα συναισθήματα του. Τώρα τι άλλαξε;
Όταν ήρθε η ώρα να φύγουμε του είπα πως είμαι χαρούμενη που κρατήσαμε επαφή,μου χαμογέλασε. Έφτασα σπίτι, ξάπλωσα,άκουσα το κινητό μου να χτυπάει. Ήταν η Λυδία. Ήθελε να βγούμε να μιλήσουμε,της είπα ότι δεν μπορώ και το έκλεισα. Το είπα στον Λούκα και με ρώτησε αν είμαι καλά,ήθελα κάποιον δίπλα μου σε αυτή την δύσκολη στιγμή και τον είχα. Ήταν ο Λούκα. Του είπα πως δεν θέλω να την συναντήσω μόνη μου και τον ρώτησα αν μπορεί να έρθει μαζί μου. Δέχτηκε και ήρθε να με πάρει. Όταν φτάσαμε στο σπίτι της Λυδίας δεν ήταν μόνη της,εκεί άρχισα και φοβόμουν. Πήγαμε μέσα, όλοι ήταν εκεί. Η Λυδία,ο Πάνος,ο Μάνος,ο Κώστας,η Κατερίνα,η Φένια,ο Σάκης και η Μαρία. Μόλις με είδαν μαζί με τον Λούκα άρχισαν και γελούσαν.
Όταν τους ρώτησα τι ήθελαν μου απαντάει ο Σάκης ότι με θέλει,ότι είναι ερωτευμένος μαζί μου,ότι θέλει να κάνουμε σχέση. Δεν άντεξε πολύ και έβαλε τα γέλια. Ένιωσα γελοία,δεν ήθελα να είμαι εκεί. Όταν ο Λούκα με έπιασε από το χέρι και με τράβηξε να φύγουμε ήρθε ο Πάνος και τον χτύπησε. Η δικαιολογία; Ότι είπε τα μυστικά τους σε εμένα. Φύγαμε,τον κάλεσα σπίτι μου και του είπα μπορεί να μείνει το βράδυ. Του έστρωσα στο σαλόνι. Το πρωί σηκώθηκα, έφτιαξα καφέ και βγήκα στο μπαλκόνι για τσιγάρο. Δεν ήθελα να τον ξυπνήσω με όλα αυτά που έγιναν το προηγούμενο βράδυ. Ξύπνησε,έβαλε καφέ και έκατσε μαζί μου,για λίγα λεπτά δεν βγάλαμε λέξη. Όταν γύρισα και τον ρώτησα γιατί όλα αυτά για εμένα μου απάντησε πως με νοιάζεται,πως δεν θέλει να με στεναχωρεί κάνεις,ότι από την πρώτη στιγμή που με είδε στην παρέα ήθελε να μου το πει αλλά φοβόταν την απάντηση. Συμπλήρωσε ότι όλα αυτά τα νιώθει σαν φίλος και τίποτα παραπάνω. Του είπα ότι νιώθω και εγώ το ίδιο. Ήταν ο μοναδικός αληθινός φίλος που είχα.Δεν μπορούσα να περιμένω μέχρι αύριο οπότε ορίστε η συνέχεια,αύριο θα ανεβάσω το επόμενο κεφάλαιο.