Σαββατόβραδο βουβό, ήχοι από συνέχομενα κορναρίσματα. Εγώ, εκεί αθόρυβη, αναδιπλωμένη στην ταράτσα μου, αφήνομαι στην οσμή της μπύρας, να μου κάψει τα σωθικά. Εσύ. Εκεί. Ανέκφραστος, με ένα ύφος αδιάφορο, γλαφυρό. Ξαπλωμένοι, χαλαρώνουμε αγνατεύοντας τ’ ηλιοβασίλεμα καθώς κυανό μοιάζει. Τότε κατάλαβα, τι σημαίνει να νιώθεις ευτυχισμένος.