~ V ~

15 2 0
                                    

ΕΡΜΗΣ:

****

Σηκώθηκα από το κρεβάτι και πήγα να πλύνω το πρόσωπο μου, έφτιαξα το μαλλί και πήγα στο δωμάτιο να ντυθώ, εβαλα τα καλά μου ρούχα. Και έπειτα πήρα τηλέφωνο τον πατέρα μου, σήμερα θα ξεκινούσα δουλειά στο αστυνομικό τμήμα. Ναι καλά καταλάβατε ο πατέρας μου είναι ο διοικητής της αστυνομίας στα βόρεια προάστια και μου πρότεινε να δουλέψω και εγώ εκεί, αρχικά ως εκπαιδευόμενος.

Πάντα μαρεσε το να είμαι ανώτερος από τους αλλους και να προστατεύω την κοινωνία από ανθρώπους που έχουν σκοπό να την καταστρέψουν. Από μικρός ένιωθα πως είμαι γεννημένος για αυτό. Αν και ποτέ δεν έχω κάτσει μόνιμα σε ένα μέρος, αυτή την φορά αποφάσισα να προσπαθήσω τουλάχιστον, να κάνω χαρούμενο και τον πατέρα μου, από μικρός που ήμουν ανυπομονούσε να με δει έτσι και να με καμαρώσει. Κρίμα να το χαλάσω....

Κατέβηκα κάτω μπήκα στο αμάξι και έφυγα για το τμήμα. Έφτασα μετά από ώρα, μπήκα μέσα και ο πατέρας μου με υποδέχτηκε με χαμόγελο.

'' Καλως τον! ''

'' Καλησπέρα καλησπέρα '' απάντησα με ίδιο τόνο.

'' Θα ξεκινήσεις από τα πιο απλά, και ότι χρειαστείς θα σε βοηθήσει ο Βασίλης '' είπε και μου έδειξε τον τυπά που καθόταν σε ένα γραφείο λίγο πιο πέρα.

'' Χάρηκα! '' φώναξα.

Εκείνος κούνησε το κεφάλι του. Ο πατέρας μου πήγε σε υπηρεσία και εγώ πήγα στο γραφείο που μου έδειξε ο Βασίλης, ήταν ευρύχωρο και φωτεινό, ο προηγούμενος που καθόταν εδώ είχε στολίσει το γραφείο με γλάστρες που περιείχαν διαφορά φυτά. Ο χώρος μύριζε υπέροχα από τα τόσα λουλούδια που υπήρχαν. Ένιωθα πολύ οικεία, αυτό ήταν πολύ καλό, καλά ξεκινήσαμε.

Μαζί με τον Βασίλη προχωρούσαμε μαζί την δουλειά, δυσκολευόμουν λίγο αλλά ευτυχώς είχα και αυτόν να με βοηθάει. Μου έδειξε ότι χρειαζόταν να μαθω σχετικά με την δουλειά μέσω του υπολογιστή. Όσο για κάποια υπηρεσία θα ξεκινούσα από αύριο.

'' Λοιπόν εγώ φεύγω, πήγε 9:00 θα τα πούμε αύριο και ευχαριστώ! '' είπα στον Βασίλη και σηκώθηκα από την καρέκλα. Πήρα το μπουφάν μου και κατέβηκα κάτω στο γκαράζ.

Την ώρα που έμπαινα στο αμάξι χτύπησε το κινητό μου.

'' Που είσαι ρε βλακαα;! '' φώναξε μια αντρική φωνή από το ακουστικό.

'' Παρηη!! Εσυ που είσαι ρε ψυχή; Χάθηκες ''

Ο Παρης ήταν ο ξάδελφος μου, 2 χρόνια μεγαλύτερος μου, έμενε Κόρινθο και δεν είχε καμία σχέση με μένα, δεν μοιάζαμε πουθενά. Εκείνος ήταν μηχανόβιος και το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν οι γκόμενες και να περνάει καλά με τους φίλους του πίνοντας συνεχώς αλκοόλ και κάνοντας τσιγάρο.

𝓜𝔂  𝓝𝓪𝓶𝓮  𝓲𝓼  𝓯𝓮𝓪𝓻⚡️Where stories live. Discover now