Τζάμπα τσακώνεστε.( Δεν είναι η εποχής τους.)

673 110 16
                                    

Σέρνω τα βήματα μου στη κουζίνα. Σέρνομαι γενικά ολόκληρη. Που να κοιμηθώ χθες το βράδυ με την αναμπουμπούλα που με βρήκε, την είδηση που μου ήρθε κατακέφαλα και την καταραμένη ζέστη του καλοκαιριού;  Αργά τα ξημερώματα κατάφερα να κλείσω τα μάτια μου και να αγκαλιάσω τον Μορφέα. Και μάλλον κοιμάμαι ακόμα μιας και μια θεσπέσια μυρωδιά από τηγανιτό αυγό μου τρυπάει την μύτη. Και σαν σωστό λαγωνικό εντοπίζω ίχνη από καπνιστό μπέικον, πιπεριά  και μανιτάρια. Ομελέτα για πρωινό; Αυτό έχει να συμβεί από κάποια Κυριακή που πρέπει να ήμουν 14 χρόνων.

Μπαίνω στην κουζίνα και το στόμα μου κοντεύει να πέσει στο πάτωμα από την έκπληξη που νιώθω αντικρύζοντας το τραπέζι της κουζίνας μου γεμάτο με φαγητό ! Μια λαχταριστή ομελέτα  που αχνίζει ακόμα, με περιμένει σερβιρισμένη στο πιάτο, υπάρχει καφές  ζεστός , πορτοκάλια στυμμένα και  φρεσκοκομμένα φρούτα. Η Κλαίρη που πλένει μερικά πιάτα γυρνάει , με κοιτάζει με το κατακόκκινο χαμόγελο της και με καλημερίζει ζεστά.

«Τι είναι όλα αυτά; Που τα βρήκαμε;» ρωτώ αποσβολωμένη και αμέσως καταπίνω τα σάλια που έχει γεμίσει το στόμα μου ενώ σέρνω και  κάθομαι σε μια καρέκλα.

«Τι που τα βρήκαμε καλέ; Εγώ πήγα στο μανάβικο εδώ πιο κάτω και τα αγόρασα. Σηκώθηκα να ετοιμάσω πρωινό και βρήκα μόνο δύο βάζα από μαρμελάδες στο ψυγείο, από τις οποίες η μία ληγμένη και μία συσκευασία από κρουασάν στο ντουλάπι. Ληγμένα και αυτά. Τα πέταξα λοιπόν και βγήκα για προμήθειες. Τυχερή ήμουν γιατί στο μανάβικο βρήκα αυγά φρέσκα, ψωμί και γάλα. Όσο για τον κυρ –Παντελή... Εξυπηρετικότατος και άψογος επαγγελματίας. Άιντε, ξεκίνα τώρα που είναι ζεστή η ομελέτα.» με παροτρύνει η Κλαίρη και αγγίζω το πιρούνι που έχει ακουμπήσει δίπλα στο πιάτο  μου με δισταγμό. Ακόμα να πιστέψω στο σημερινό θαύμα! Έμαθα πως λένε τον μανάβη της γειτονιάς μου !

«Τα χρήματα που τα βρήκες και πλήρωσες το μανάβη;» ρωτώ έντρομη εξακοντίζοντας ένα βλέμμα προς το γυάλινο βάζο πάνω στο ψυγείο με τα γνωστά σε όλους σας 3,75 $ και συνεχίζω τραυλίζοντας :-« Δεν πιστεύω να του εκ..»

«Με χρήματα πλήρωσα Ευγενία. Έχω για μια ώρα ανάγκης χρήματα ,παιδί μου. Μου δίνει ο Αριστοτέλης κάθε μήνα ένα ποσό για τα έξοδα μου όπως ισχυρίζεται και αν και δεν τα έχω χρειαστεί ποτέ μου αυτός συνεχίζει να μου δίνει. Αν θες μερικά , το σακβουαγιάζ που κουβαλούσες εχθές είναι γεμάτο χαρτονομίσματα. Φάε τώρα μην κρυώσει και άσε τις κουβέντες για αργότερα.» με συμβουλεύει και ενώ φουσκώνω από περηφάνια για τον θείο μου Αριστοτέλη που ξέρει να φροντίζει την οικογένεια του τόσο καλά ,γυρνώ το βλέμμα μου στο πιάτο μου. Όσο για χρήματα δεν χρειάζομαι. Τίποτα δεν χρειάζομαι.

Εκείνο Το ΚαλοκαίριOnde histórias criam vida. Descubra agora