"...μια νύχτα..." 3

3.1K 289 16
                                    



"...σύντομα όλα θα καίγονται και θα φωτίζουν τα μάτια σου..." Ν.Ε



Το επόμενο πρωί έφτασε πιο γρήγορα απο ότι νόμιζε. Σηκώθηκε με μάτια κόκκινα απο το ξενύχτι και την κούραση, ενώ όλο της το κορμί ήταν μουδιασμένο και το κεφάλι της καζάνι που έβραζε. Άλλο ένα βράδυ που δεν κατάφερε να κοιμηθεί περισσότερο απο δύο ώρες. Έφτιαξε ένα γρήγορο πρωινό, έκανε ένα βιαστικό ντους και ετοιμάστηκε για να βγεί έξω. Την απόφασή της την είχε πάρει: έπρεπε να αρπάξει και πάλι την ζωή απο τα μαλλιά. Πήρε μια βαθιά ανάσα και έκλεισε την πόρτα πίσω της. Η πρώτη της στάση ήταν το περίπτερο όπου πήρε μια εφημερίδα με μικρές αγγελίες για να ψάξει και πάλι για δουλειά. Βρήκε μια ήσυχη γωνιά σε ένα παγκάκι και προσηλώθηκε στην ανεύρεση εργασίας. Μασουλούσε το στυλό με μανία καθώς έφτανε στο τέλος και δεν είχε κυκλώσει περισσότερες απο τρεις αγγελίες. Είχε αρχίσει να αγχώνεται για το άμεσο μέλλον της, αλλά τίναξε το κεφάλι της διώχνοντας τις δυσάρεστες σκέψεις. Έριξε την εφημερίδα στα γόνατά της και άφησε το βλέμμα της να πλανηθεί στην πλατεία γύρω της. Φθινοπωρινό πρωινό και ο κόσμος βιαστικός περνούσε απο μπροστά της ο καθένας για τον δικό του προορισμό. Το βλέμμα της καρφώθηκε σε έναν άνδρα που καθόταν στο απέναντι παγκάκι. Διάβαζε και εκείνος εφημερίδα, μα δεν φαινόταν απόλυτα συγκεντρωμένος, την κατέβαζε συχνά απο τα μάτια του, κοιτούσε τριγύρω του και έπειτα το βλέμμα του περνούσε απο πάνω της σταματώντας για λίγα δεπτερόπλεπτα κάθε φορά. Ξαφνικά ένιωσε περίεργα. Κι αν ήταν ένας απο τους μπράβους του δολοφόνου; Εαν έβγαζε όπλο ξαφνικά; Δεν χρειαζόταν μεγάλη προσπάθεια για να την πετύχει απο εκεί που καθόταν. Δίπλωσε την εφημερίδα βιαστικά και την έβαλε στην τσάντα της. Σηκώθηκε απότομα και με γοργό βήμα κατευθύνθηκε στην πρώτη καφετέρια που βρήκε μπροστά της. Ήθελε να βρίσκεται ανάμεσα σε κόσμο, πίστευε οτι θα ήταν λίγο πιο ασφαλής. Κάθισε σε ένα ελέυθερο τραπεζάκι που βρήκε και δεν πέρασαν παραπάνω απο πέντε λεπτά όταν ο άνδρας με την εφημερίδα μπήκε στο μαγαζί και έδειχνε να ψάχνει κάτι με το βλέμμα του. "Γαμώτο!" είπε χαμηλόφωνα η Βασιλική και έσκυψε όσο μπορούσε το κεφάλι της. Είχε πλεόν βεβαιωθεί οτι ο τύπος εκείνος δεν βρέθηκε τυχαία μπροστά της. Έπρεπε να του ξεφύγει, εαν και ήταν σίγουρη οτι γνώριζε πια και το σπίτι της αλλά και την διαδρομή που ακολουθούσε η ίδια.

Τον είδε να αγχώνεται καθώς δεν έβρισκε αυτό που έψαχνε. Άρχισε να κινείται ανάμεσα στα τραπεζάκια και δεν θα αργούσε να την εντόπιζε μέσα στο χώρο. Η Βασιλική είχε αρχίσει να ιδρώνει, έπρεπε να ξεφύγει...και μετά τι...το σπίτι της το γνώριζαν, που θα πήγαινε...Θα την σκότωναν...θα την σκότωναν... Το μυαλό της είχε μπλοκάρει.. δεν μπορούσε να σκεφτεί καθαρά.. και αυτό την έκανε να μην μπορεί να πάρει σωστές αποφάσεις. Σηκώθηκε απότομα και άρχισε να τρέχει προς το εσωτερικό του μαγαζιού τραβώντας όλη την προσοχή πάνω της. Δεν γύρισε το βλέμμα της πίσω ούτε δεπτερόλεπτο, απλά έτρεχε προς την πίσω έξοδο, παρακαλώντας να καταφέρει να του ξεφύγει. Πετάχτηκε με φόρα στον δρόμο, αγνοώντας τις κόρνες και τις θυμωμένες φωνές των οδηγών. Έτρεχε χωρίς προορισμό αν και τα βήματά της τελικά την οδήγησαν στην πόρτα του σπιτιού της. Μπήκε μέσα και κλείδωσε την πόρτα ενώ τα δόντια της χτυπούσαν απο τον φόβο της. Το κορμί της έτρεμε, η αδρεναλίνη της είχε χτυπήσει κόκκινο. Δεν ήξερε πως να υπερασπιστεί τον εαυτό της, δεν είχε τίποτα μαζί της που να της φανεί χρήσιμο. Έτρεξε χωρίς δεύτερη σκέψη στην κουζίνα του σπιτιού της και άρπαξε απο το συρτάρι το μαχαίρι του ψωμιού. Για λίγο γέλασε λυπημένα με την πράξη της αλλά δεν είχε και επιλογή. Επέστρεψε στο σαλόνι και τράβηξε τον καναπέ κολλώντας τον στην πόρτα, εμποδίζοντας τον οποιοδήποτε να μπει. Κάθισε εκεί, κρατώντας σφικτά το μαχαίρι στο χέρι και έτσι την πήρε ο ύπνος, μετά από ώρες, με όνειρα θολά και ταραγμένα σαν φουρτουνιασμένες θάλασσες.

Προστασία μάρτυρα {GW15} (Υπο έκδοση)Wo Geschichten leben. Entdecke jetzt