Η ιστορία αυτή , φτιάχτηκε πριν πολλούς αιώνες στην Κρήτη.
Σε ένα χωριουδάκι που είναι λίγο έξω απο το Ρέθυμνο της Κρήτης.Υπήρχε μια ιστορία, που επικρατούσε στο χωριό. Για ένα ανθρωπόμορφο πλάσμα όπου στοιχειώνει την λίμνη του χωριού κι θα παρασύρει τους ανθρώπους μέχρι τη λίμνη, ώστε να τους πνίξει και να τραφεί με το αίμα τους. Όλα τα σπίτια ήταν χτισμένα ώστε να κοιτούν προς τα την λίμνη. Η λίμνη ήταν ένα μακρινό μονοπάτι μακριά. Ένας πλατύς κι σύντομος χωματόδρομος.
Η σελίδα από ημερολόγιο της αφηγήτριας,λέει:
" 2.9.1981
Είχα επισκεφτεί κάτι φίλες, ένα καλοκαίρι μετά από 10 μήνες δουλειά.
Δουλεύα ως γραμματέας κι είχα επιτέλους άδεια να ξεκουραστώ για λίγο καιρό. Πήγα σε κάτι παλιές μου συμμαθήτριες, όπου τότε κάναμε πολλή παρέα.Δεν θα ξανά γυρίσω ποτέ εκεί.
Ήμουν αφελής.
Δεν πίστεψα απολύτως τίποτα. Επειδή ως άνθρωπος δεν πίστεψα ποτέ σε κακιες δυνάμεις. Το έβρισκα ανόητο.
Το ίδιο βράδυ, όσο πίναμε κρασί με την παρέα, αναφέρθηκε εκείνη η ιστορία. Ξανά το ίδιο πλάσμα.
Όλες , ως κάτοικοι, είπαν ότι τους έχει συμβεί πολλές φορές.
Όμως η Μαρία δεν φαινόταν να αγαπάει τόσο αυτήν την συζήτηση.
Η Μαρία είπε ,
<< Αυτό το πλάσμα τράβηξε τον μικρό μου αδερφό. Δεν ξέρω ποιος είναι πίσω από αυτό, αλλά δεν θα κάνει πίσω. Δεν σταμάτησε όταν πήρε μια παιδική ψυχή. Ψάχνει κάτι συγκεκριμένο.>>
Όλοι νιώσαμε άσχημα για τον μικρό αδερφό της. Αλλά εγώ ακόμα δεν είχα πίστει. Ήξερα πως η Μαρία είχε δύσκολη παιδική ηλικία. Το ανθρωπόμορφο πλάσμα ίσως ήταν η δικαιολογία των γονιών της, ως εξήγηση για κάτι φρικτό που συνέβη στον αδερφό της.
Σταμάτησα. Αυτό που μόλις σκέφτηκα ήταν άρρωστο, το ξέρω.
Πήγα αμέσως να κοιμηθώ, γιατί σκέφτηκα πως απλά το κρασί με έκανε να σκεφτώ διάφορα.
Τους είπα καληνύχτα κι πήγα κατευθείαν μέσα.
Δεν άργησε πολύ να με πάρει ο ύπνος..
Ξύπνησα μέσα στην νύχτα.
Δεν ήξερα τι ώρα ήταν , αλλά στο δωμάτιο μέσα με περίμενε η Ευγενία.
Η Ευγενία ήταν η πιο όμορφη κι ευγενική κοπέλα που είχα γνωρίσει.
Είχε ετοιμαστεί. Φορούσε την αγαπημένη της πράσινη κοντή φούστα, με μια όμορφη, σκούρα μωβ, μακριά, πλεκτή ζακέτα. Μου ζήτησε να πάμε να πλύνουμε τα ρούχα μας, στην λίμνη πιο κάτω. Φοβόταν να πάει μόνη της, είπε.
Την ρώτησα γιατί. Μου είπε πως αυτό κάνει κάθε μέρα ,μιας και δεν υπήρχε πλυντήριο ρούχων στο σπίτι. Μου έκανε εντύπωση, αλλά συμφώνησα. Φόρεσα και εγώ μια ζακέτα, μια λεκάνη με τα ρούχα και ξεκινήσαμε να πηγαίνουμε προς τη λίμνη.Στην διαδρομή, δεν μιλούσαμε. Περίεργο, γιατί είναι συνήθως αυτή που μιλάει περισσότερο.
Κοιτούσε τη λίμνη με μανία. Είχε καρφωθεί εκεί το βλέμμα της.
Όμως καθώς την παρατηρούσα, είδα πως καμπουριαζε και τα παπούτσια της έκαναν πολύ δυνατό ήχο όταν τα χτυπούσε στο έδαφος. Τότε ήταν που το είδα. Κατω από την φούστα της, δεν είχε τα πόδια της. Είχε πόδια τράγου.Το αίμα μου το ένιωσα να παγώνει. Τι στο καλό...
Δεν σταμάτησα να περπατάω. Κατάλαβα πως αυτό δίπλα μου, δεν ήταν η Ευγενία. Ήμασταν στα μισά του δρόμου.
Κατάλαβα κατευθείαν πως ήθελε να με πνίξει όταν φτάσουμε στον προορισμό μας. Ίσως φταίει που το αμφισβήτησα τόσο πολύ.Από τον ουρανό, κατάλαβα πως ήταν 4 το πρωί. Περίπου στις 4.43 , αν βάλουμε πως είχε αρχίσει σιγά σιγά να ξημερώνει.
Αν ήθελα να βγει ο ήλιος κι να γίνει καπνός, έπρεπε να το απασχολήσω. Έβρισκα γύρω γύρω στον χωματόδρομο λουλούδια, πέτρες , όλα χωρίς να πάρω τα μάτια μου από πάνω του. Δεν μπορούσα. Φοβόμουν πως αν κοιτούσα άλλου , θα μου έκανε επίθεση. Ίσως με τραβούσε αμέσως εκεί ακόμα και αν δεν ήμασταν κοντά. Έπρεπε να φτιάξω ιστορίες , τύπου "αυτό το λουλούδι μας το φέρνανε επισκέπτες" ή "αυτή η πέτρα μοιάζει με ένα σημείο στον χάρτη που έχω επισκεφθεί. Είχαμε πάει μαζί. Θυμάσαι που ήταν;"Σκέφτηκα πως αν του έλεγα ιστορίες, θα το κρατούσα απασχολημένο. Κι όντως έγινε. Ήθελε τόσο να πετύχει τον σκοπό του, που άκουσε κάθε μου λέξη. Αν και δεν μπορούσα να το κοιτάξω στα μάτια.
Ο ήλιος είχε βγει. Πέρασαν οι ώρες σαν αιώνες, αλλά ξημέρωσε.
Το ανθρωπόμορφο πλάσμα έτρεξε στην λίμνη για να βυθιστεί, αφήνοντας μια αιμορραγική κραυγή. Νόμιζα πως μπορούσα να την ακούσω ακόμα κι όσο είχε βυθιστεί.
Την ίδια μέρα έφυγα από εκεί. Δεν θα ξανά γυρίσω πίσω , ποτέ. Κι αν θα το κάνω, θα είναι μονάχα για να του δώσω πίσω , ότι του ανήκει."